* Του Κων/νου Ι. Παπακωνσταντίνου
Από μικροί ακόμα στο Σχολείο μας μάθαιναν – τον μύθο του Αισώπου. «Μύρμηξ και Τέτιξ». Κάθε τόσο, μας τον έβαζαν θέμα για έκθεση. «Ο τεμπέλης ο Τζίτζικας και το ακάματο Μυρμήγκι». Και μας πιπίλιζαν το μυαλό. Έτσι να γίνεις παιδί μου. Εργατικός σαν το μυρμήγκι. Μην γίνεις τζίτζικας επέμενε ο δάσκαλος. Το ίδιο κήρυγμα στο σπίτι από τον πατέρα μας. Το ίδιο στην εκκλησία από τον παπα – Βασίλη. «Ο μη εργαζόμενος μηδέ εσθιέτω». Ακόμα και το Γιάννη Αγιάννη έβαλε ο Ουγκώ να σπάσει το πόδι του, για να μην πατήσει το εργατικό μυρμήγκι.
Πέρασαν έτσι πολλά χρόνια, ώσπου μεγάλωσα ακολουθώντας συνειδητά τον δρόμο που χάραξε το μυρμήγκι. Κάποτε όμως συνειδητοποίησα πως η αιώνια αλήθεια που διετύπωσε ο Αίσωπος, περίπου 3.000 χρόνια πριν, από κάπου μπάζει. Κάπου κάνει νερά. Δηλαδή το καλοστημένο παραμύθι, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Άλλωστε ο Αίσωπος εκτός από μεγάλος παραμυθάς ήταν και ιδιοτελής. Υποτελής και υποχείριος του κύρη του, τα είχε κάνει πλακάκια με τ’ αφεντικό του. Ως δούλος του φιλόσοφου Ιάδμονα, είχε κάθε λόγο ν’ ανταποδώσει στ’ αφεντικό του – δια μέσου του μύθου φυσικά – τη σκληρότητα που και ο ίδιος είχε γνωρίσει.
Όλα τ’ αφεντικά εκείνη την εποχή δικαίωναν τον Αίσωπο και πρόβαλλαν προς όφελος των ιδίων με κάθε τρόπο το δίδαγμα του μύθου. Και θεωρούσαν σαν δεδομένο και φυσιολογικό, οι κύριοι αυτοί της εποχής του Αισώπου, στα δημόσια λουτρά, στα συμπόσια, τα θέατρα, τις παλαίστρες και τις αγορές ή να περπατούν φιλοσοφούντες και μη δουλεύοντες διόλου.
Δηλαδή πλήρη ταύτιση με την τακτική τη ζωή και το παράδειγμα του τζίτζικα. Το ακάματο μυρμήγκι σιωπηλώς το αγνοούσαν και μεταξύ τους μειδιώντες το εχλεύαζαν. Βαθύτατα όμως υποκρινόμενοι υπεραμύνονταν του Αισώπειου μύθου και προέτρεπαν τους αφελείς ν’ ακολουθούν τη διδαχή του. Αυτό το κόλπο που βρήκαν της τεμπελιάς ή αν θέλετε της μη εργασίας, δεν εμπόδισε τους πολίτες των ελληνικών πόλεων να είναι πλούσιοι επιχειρηματίες, εύποροι και τσιφλικάδες και να έχουν εξασφαλίσει (όπως και σήμερα πολλοί) βίον ανθόσπαρτον, γι’ αυτούς και τα παιδιά τους. Κι αφού το πρόβλημα της εργασίας δεν τους απασχολούσε, δεδομένου ότι ευφυώς το μετέθεσαν στους ώμους των αφελών, άρχισαν να φιλοσοφούν, να παράγουν ιδέες και αριστουργήματα τέχνης. Δηλ. τα αριστουργήματα της αρχαιότητας, είναι γεννήματα στηριγμένα στους εργαζόμενους δούλους. Μα και ο όχλος το λέει: «Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη». Ραχάτι βρε παιδιά! Ραχάτι κι άγιος ο Θεός.
Με λίγα λόγια δημιούργησαν έναν αθάνατο πολιτισμό, που με έκσταση θαυμάζει σήμερα ολόκληρος ο κόσμος. Η Φιλοσοφία, η Γλυπτική, η Αστρονομία, η Ιατρική, οι Παρθενώνες και τα Ασκληπιεία τότε ήκμασαν. Από ανθρώπους που δεν υπέπιπταν στο αμάρτημα της «εργασίας». Μήπως η έννοια «τεμπελιά» ή «εργασία» είναι εφεύρημα των καπάτσων και εξυπνάκηδων εις βάρος των αφελών; Γιατί να δουλεύουμε σαν τα σκυλιά; Μήπως είναι και αμάρτημα; Ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας λέει: «Κατανοήστε τους κόρακας, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν, οις ουκ έστι ταμείον ουδέ αποθήκη. Και ο Θεός τρέφει αυτούς, πόσο μάλλον υμείς διαφέρετε των πετεινών»; Μ’ όλα τούτα θέλω να πω, ίσως η τεμπελιά δεν είναι ένα κακό πράγμα. Μπορεί μάλιστα να συντελέσει και στη μεγάλη παραγωγικότητα.
Ο άνθρωπος ανέκαθεν πίστευε πως ο πλούτος είναι προϊόν, εργασίας. Αμ, δε. Πώς εξηγείται το φαινόμενο, άνθρωποι που δουλεύουν σκληρά ολημερίς, δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, έχουν τόσο λίγα ενώ οι άνθρωποι της πολυθρόνας έχουν τόσα πολλά; Πολύ μελάνι χύθηκε και ατέρμονες συζητήσεις έγιναν για να εξηγηθεί το μυστήριο της επιλεκτικής κατανομής του πλούτου. Υπάρχει ακόμα ένα πλήθος ανθρώπων, που απολαμβάνουν την τεμπελιά, ασχολούμενοι με τα χόμπι τους. Μπορεί να κουράζονται, αλλά δεν δουλεύουν. Είναι αυτοί που αποκάλυψαν μυστικά, ιδέες ή έκαναν εφευρέσεις, που άλλαξαν τη ζωή του ανθρώπου. Πέρασαν τη ζωή τους με πράγματα περιττά για το μέσο άνθρωπο. Η τεμπέλικη όμως ενασχόληση με το περιττό προώθησε τον πολιτισμό. Άρα μην πετροβολάτε όλοι την τεμπελιά. Φίλος μου εκ πεποιθήσεως εχθρός της εργασίας, μου έλεγε πως το πολυτιμότερο ανθρώπινο αγαθό είναι η τεμπελιά. Είναι μία ευχάριστη φυσική κατάσταση. Όταν δουλεύουμε εκμηδενιζόμαστε. Πού καιρός για να σκεφτείς, να χαρείς, ν` απολαύσεις!!!
Κάπου έχει κι αυτή το λόγο ύπαρξης. Ως καλυμμένη ή απροκάλυπτη βιοθεωρία καταργεί τον Αισώπειο μύθο. Βλέπεις κουρδιστά ανθρωπάκια να αγκομαχούν ολημερίς και να πεθαίνουν στην ψάθα. Και κάτι γυμνοσάλιαγκοι και κηφήνες να σωρεύουν χρήματα. Περίεργα πράγματα φίλοι μου. Αλήθεια σας το λέω. Δεν έχω και ο ίδιος καταλάβει πώς ακριβώς μετριέται η παραγωγικότητα της εργασίας. Και πως κατανέμεται ο πλούτος στη ζωή μας, έτσι ανεξήγητα επί δικαίων και αδίκων. Δηλαδή επί εργατικών και τεμπέληδων, στην παράξενη τούτη κοινωνία που ζούμε.
Και δεν έχω άδικο, που ακούω τα τζιτζίκια και τα μακαρίζω. Μην δω μυρμήγκι. Μου θυμίζει το χρέος, που με φόρτισε σ’ όλη μου τη ζωή, η ιδιοτέλεια του παραμυθά του Αίσωπου.