Ο Δανιήλ ο πρωτοψάλτης (γύρω στα 1710 - 23/12/1789) έζησε τα πρώτα χρόνια στον Τύρναβο Λαρίσης, προνομιούχο πόλη με δεκαοκτώ εκκλησίες (σύμφωνα με τον περιηγητή EdwardBrown, 1669), και βρέθηκε γύρω στα 1730 στην Κωνσταντινούπολη ως μαθητής κοντά στον αξιόλογο -με ψαλτικές σπουδές σε περίφημο μοναστήρι του Αγίου Όρους- πρωτοψάλτη του πάνσεπτου Πατριαρχικού ναού του Αγίου Γεωργίου Παναγιώτη Χαλάτζογλου. Διακόνησε, διαδοχικά, τη Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία ως Δομέστικος, ως Λαμπαδάριος (1748-1765) και ως Πρωτοψάλτης (1766-1789) του πάνσεπτου Πατριαρχικού Ναού του Αγίου Γεωργίου. Παράλληλα, από το 1776 διετέλεσε δάσκαλος της ψαλτικής και υπεύθυνος για το ανώτερο δυνατό επίπεδο των βαθμίδων της ψαλτικής εκπαίδευσης στη Β’ Πατριαρχική Μουσική Σχολή (που δημιουργήθηκε το ίδιο έτος), έχοντας πλήθος μαθητών και ακροατών.
Η εκκλησιαστική μας μουσική είναι ουσιώδες συστατικό της πνευματικής και πολιτιστικής μας ταυτότητας και ο ιεροψάλτης είναι το στόμα του λαού του Θεού, ενώ η ενασχόληση με την εκκλησιαστική μουσική είναι, όπως τονίζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, στροφή «προς τα όσια και τα ιερά του Γένους, προς την αείζωον εσωτάτην αληθείαν της ιδιοπροσωπίας μας». Στον Πατριαρχικό Ναό του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως ο Α’ και Β’ Δομέστικος είναι ο βοηθός του δεξιού και του αριστερού ψάλτη, 3ος και 4ος ψάλτης δηλαδή, που όμως τους αντιστοιχούν συγκεκριμένοι ύμνοι με βάση το Τυπικό, ενώ Λαμπαδάριος είναι ο αριστερός ψάλτης, ο δεύτερος στην ιεραρχία των ψαλτών με πρώτο τον Πρωτοψάλτη του δεξιού χορού, που είναι ο δεξιός ψάλτης.
Ο Δανιήλ υπήρξε ο σημαντικότερος μελοποιός της εποχής του με αξεπέραστα μουσικά χαρίσματα και επηρέασε τους συγχρόνους και μεταγενέστερους μελοποιούς. Η δημιουργική ικανότητά του και η αδιαμφισβήτητα επιτυχημένη ενασχόλησή του με όλα σχεδόν τα είδη και τα γένη της εκκλησιαστικής μελοποιίας έβαλαν την ανεξίτηλη προσωπική του σφραγίδα σε πολυπληθείς συνθέσεις που ανθολογούνται σε περισσότερα από 300 μουσικά χειρόγραφα. Εκτός από Θεοτοκία, Χερουβικά (Μ. Πέμπτης, Μ. Σαββάτου, Πάσχα, προηγιασμένων), Δογματικά της Οκτωήχου, Κοινωνικά των Κυριακών, Δοξολογία, Μαθήματα και πολλά άλλα, μελοποίησε και πλήρες το Αναστασιματάριο (περιέχει τους αναστάσιμους ύμνους του Μεγάλου Εσπερινού του Όρθου της Κυριακής και κάποιους άλλους ύμνους κατά τους οκτώ ήχους). Παράλληλα ασχολήθηκε και με την ποίηση 15σύλλαβων στίχων μαζί με την μελική τους επένδυση, όπως το: «Χαίρε κατάρας λύτρωσις, χαίρε χαράς αιτία, /χαίρε Αδάμ ανάκλητος, Δέσποινα Παναγία. κ.λπ.».
Επιπλέον, ο Δανιήλ ο «εκ Τυρνάβου Θεσσαλίας» πρωτοψάλτης καθιέρωσε το νέο «ύφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας». Αυτό συνέβη, καθώς στην πλούσια μελοποιητική παραγωγή του εφάρμοζε τον εξηγητικό -αντί του συνοπτικού- τρόπο καταγραφής των συνθέσεων -όπως έμαθε από τον αγιορείτικης ψαλτικής παράδοσης δάσκαλό του Π. Χαλάτζογλου- και ένα νέο μελικό περιεχόμενο σε όλες τις νέες συνθέσεις του. Παράλληλα, ανανεώνει την εκκλησιαστική μελοποιία εισάγοντας στα εκκλησιαστικά μέλη με αξεπέραστη φαντασία και εξωτερικά, τα οποία δεν ήταν δυνατόν να γράφονται σύμφωνα με τις θέσεις της παλιάς εκκλησιαστικής μουσικής. Γι’ αυτό και ο Δανιήλ, εκτός από καινοτόμος μελοποιός, μεγάλος δάσκαλος της Ψαλτικής, εξαίρετος υμνογράφος και άριστος ψάλτης, υπήρξε κυρίως ο σημαντικότερος αναμορφωτής και διαμορφωτής του νέου ψαλτικού ύφους που έκανε την εμφάνισή του κατά την εποχή του, άξιος συνεχιστής της παράδοσης που κληρονόμησε από τους προκατόχους και δασκάλους του, τους Πρωτοψάλτες Π. Χαλάτζογλου και Ιωάννη του Τραπεζούντιου.
ΠΗΓΕΣ
achileaschldaeakes.gr
e-kere.gr
ikee.lib.auth.gr