Το Μεσολόγγι είχε φτάσει στο τέλος του φοβερού μαρτυρίου του και σε λίγο τα αιματωμένα του ερείπια θα τα φώτιζε έντονα η λάμψη της υπέρτατης θυσίας και θα τα καθαγίαζε η αποθέωση ενός υπέροχου σε ηρωισμό τέλους. Οι πολεμιστές και οι άμαχοι είχαν μάταια αναμείνει τα τρόφιμα που δεν μπόρεσαν να ‘ρθούν, διότι ο εκσυγχρονισμένος στόλος του Αιγύπτιου Ιμπραήμ πασά απέκλεισε τη λιμνοθάλασσα και η Κυβέρνηση Κουντουριώτη και των υποστηρικτών της αδρανούσε εξαιτίας των πολιτικών και οικονομικών τους διαφορών, έχοντας άδειο το δημόσιο ταμείο. Μετά τα μέσα Ιανουαρίου 1826 η Κυβέρνηση έστειλε τρεις φορές από λίγα -χωρίς εκσυγχρονισμό- πλοία με τρόφιμα και πυρομαχικά, με ναύαρχο τον Μιαούλη, αλλά δεν μπόρεσαν, φυσικά, να διασπάσουν τον φοβερό αποκλεισμό του τουρκοαιγυπτιακού στόλου.
Αυτό έφερε σε δύσκολη θέση τους Μεσολογγίτες, οι οποίοι παρά το ακμαίο τους ηθικό άρχισαν να καταβάλλονται από την πείνα και τις κακουχίες. Τις τελευταίες 20 μέρες άρχισαν να τρώνε αρμυρίκια, βλαβερά πικρά θαλασσινά χόρτα, αφού μέχρι τώρα έφαγαν τα μεγαλόσωμα, αλλά και τα ακάθαρτα ζώα. Από τους 12.000 κατοίκους οι 3.000 είχαν πεθάνει από την πείνα και τις αρρώστιες. Στις 3 Απριλίου οι αποθήκες έχουν σιτάρι για δύο μόνο ημέρες. Είναι αβοήθητοι και έρημοι χωρίς τροφή, πυρομαχικά και φάρμακα, όμως την επόμενη μέρα με απαράμιλλο ψυχικό θάρρος απορρίπτουν τις από τον Ιμπραήμ πασά προτάσεις παράδοσης.
Τώρα δεν τους έμεινε πλέον άλλη ελπίδα από την ηρωική έξοδο, περνώντας μέσα από μία μυρμηγκιά 18.000 Αιγυπτίων του Ιμπραήμ και 20.000, κυρίως Αλβανών, του Κιουταχή. Το σύνολο των ενόπλων στο Μεσολόγγι ήταν 3.000 της φρουράς (δυνατοί αγωνιστές της Ηπείρου, Αιτωλίας και Ακαρνανίας και 250 καθαυτό Μεσολογγίτες) και 1.000 περίπου κάτοικοι, ικανοί να κρατούν όπλα. Στις 6 αποφασίζουν την Έξοδο και στις 10 Απριλίου, Σάββατο του Λαζάρου, το σχέδιό της. Ο επίσκοπος Ρωγών Ιωσήφ, με καταγωγή από τα Αμπελάκια, τελεί ειδική λειτουργία το πρωί του Σαββάτου και μιλά στο συγκεντρωμένο πλήθος, ενώ το μεσημέρι συμμετέχει στη σύσκεψη της Διευθυντικής Επιτροπής και των οπλαρχηγών, για να καθορίσουν το τελικό σχέδιο δράσης για το βράδυ.
Το τελικό σχέδιο, που υπαγόρευε ο επίσκοπος Ιωσήφ στον Κασομούλη, για να το γράφει στο πρακτικό, προέβλεπε την έξοδο των ενόπλων στις δύο τη νύχτα, ξημερώνοντας των Βαΐων (11 Απρ.) σε δύο φάλαγγες με αρχηγούς τον Ν. Μπότσαρη και Δ. Μακρή, με τρίτη ομάδα τους αμάχους και τους ένοπλους συγγενείς τους με αρχηγό τον Αθ. Ρατζηκότσικα και με υποστήριξη ως οπισθοφυλακή τους ένοπλους του Κ. Τζαβέλα. Ο Γ. Καραϊσκάκης από τις πλαγιές του Ζυγού θα δημιουργούσε αντιπερισπασμό στους πολιορκητές.
Περιμένουν συμμαζεμένοι στην τάφρο οι «ελεύθεροι πολιορκημένοι». Στις εννέα η ώρα το βράδυ τοποθέτησαν αθόρυβα πάνω στην τάφρο τις ξύλινες γέφυρες και 1.000 πολεμιστές πέρασαν και παρατάχθηκαν. Όλο το απόγευμα ο Ιωσήφ με τους ιερείς του κοινώνησε χωρίς αντίδωρο πάρα πολλούς και τώρα περιμένουν το σύνθημα της εξόρμησης, σαν σε έξοδο αρχαίας τραγωδίας, από τον Καραϊσκάκη που θα άναβε φωτιές στις κορφές του Ζυγού, αλλά όμως αυτός ήταν άρρωστος. Η ώρα περνά, το σύνθημα δεν δίνεται και αρχίζουν κανονιοβολισμοί, όπως έγινε και το απόγευμα. Η απόφαση της εξόδου, όχι όμως το σχέδιο, προδόθηκε, πριν από τρεις μέρες, μάλλον από έναν εξωμότη δεκαοκτάχρονο Οθωμανό, που είχε βαπτιστεί χριστιανός και ήταν παραγιός ενός Έλληνα καπετάνιου που ήταν μέσα στο Μεσολόγγι. Τότε οι δύο πρώτες φάλαγγες αναπηδούν και εξορμούν με τα γιαταγάνια τους ακράτητοι, όχι ως ήρωες, αλλά ως σύμβολα. Όμως, η τρίτη ομάδα με τους Μεσολογγίτες και τα γυναικόπαιδα (πολλές γυναίκες φορούσαν φουστανέλα και έφεραν όπλα) περνώντας τις γέφυρες της τάφρου συνωστίζονται, κάποιοι πέφτουν μέσα και ακούγοντας φωνές για «πίσω» οπισθοχωρούν με πανικό προς την πόλη. Η σύγκρουση γύρω από την πόλη κρατά έξι ώρες.
Στο Μεσολόγγι τώρα βρίσκονται οι ανήμποροι, οι τραυματίες, οι εξαντλημένοι μέχρι αδυναμίας να κινηθούν (και μαζί με αυτούς που δεν ακολούθησαν την Έξοδο αριθμούσαν γύρω στις 2.000). Είναι συμμαζεμένοι στα γερότερα σπίτια με σφαίρες και κάδους μπαρούτης δίπλα, ολοκαυτώματα για τις χίλιες θυσίες που θα φωτίσει του Χρίστου Καψάλη ο δαυλός και θα λαμπρύνει το μαρτύριο του δεσπότη Ιωσήφ. Οι συμπλοκές στην πόλη συνεχίστηκαν για δύο μέρες με φωτιές, ανατινάξεις, λεηλασίες και ολοκληρωτική καταστροφή της πόλης, εκτός από 20 σπίτια. Τελικά από τους 3.000 πολεμιστές θα σωθούν 1.300, 3.000 Έλληνες αποκεφαλίστηκαν και 6.000 γυναικόπαιδα οδηγήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα.
Τα βάγια της Εισόδου του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα συσσωρεύονται στους δρόμους μιας Εξόδου. Ο αγώνας και τέλος η Έξοδος του Μεσολογγίου γίνονται σύμβολα θυσίας για την ελευθερία και την ανεξαρτησία, αλλά και την τιμή και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Γι’ αυτό και, όπως είπε ο Λουκής Ακρίτας, κάθε ελεύθερος είναι δημότης Μεσολογγίου.
Από τον Ιωάννη Ν. Γιαννούλα,
φιλόλογο – εκπαιδευτικό του ΓΕΛ Τυρνάβου