. Ήταν λογικό ο εκάστοτε Μητροπολίτης Λαρίσης να διαμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα στον Τύρναβο, όπου το ποίμνιό του αναλογικά ήταν πολυπληθέστερο και η καταπίεση των Τούρκων περιορισμένη. Επειδή, λοιπόν, η ελληνικότητα του Τυρνάβου ήταν έντονη, όταν συνέβαινε στη Μητρόπολη να θητεύουν φωτισμένοι ιεράρχες, με βαθειά μόρφωση και παιδεία και η αγάπη τους προς τα γράμματα να είναι μεγάλη, η Σχολή του Τυρνάβου γνώριζε περιόδους ακμής. Είναι γνωστό πόσο υποστηρίχθηκε η παιδεία στη Θεσσαλία από τον Μητροπολίτη Λαρίσης Ιερεμία (1565-1572) και αργότερα σε ολόκληρη την επικράτεια του οικουμενικού θρόνου [3]. Ένας άλλος λόγος της ακμής της Σχολής του Τυρνάβου ήταν και η καλή οικονομική κατάσταση των κατοίκων της από την κατεργασία βαμβακερών και μάλλινων υφασμάτων και της βαφής των [4]. Η οικονομική αυτή ευχέρεια έδινε τη δυνατότητα στους προύχοντες του Τυρνάβου να προσκαλούν για δασκάλους στη Σχολή ξακουστούς λόγιους και να δέχονται πολλούς μαθητές από διάφορα μέρη του υπόδουλου ελληνικού χώρου.
Αναφέρθηκε ότι η Σχολή του Τυρνάβου πρέπει να ήταν από τις παλαιότερες στον ελληνικό χώρο [5], μαρτυρίες, όμως, για τη λειτουργία της έχουμε από τα μέσα του 17ου αι., με την παρουσία ως Σχολάρχη της του Αναστασίου Παντοδύναμου, μαθητή του Ευγενίου Γιαννούλη από το Καρπενήσι (περίπου 1650-1655) [6]. Το 1664 ο ιερέας παπα-Κυριακής «από την περίφημον χώραν Τουρνόβου» τελειώνει την αντιγραφή του βιβλίου «Του σοφωτάτου και λογιωτάτου κυρού Γενναδίου του Σχολαρίου και Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης. Ομιλία ρηθείσα επί της ορθής και αμωμήτου πίστεως των χριστιανών». Το χειρόγραφο αυτό βρίσκεται στη Μονή Κουτλουμουσίου του Αγίου Όρους. Στο φύλλο 14β του βιβλίου είναι γραμμένα τα εξής: «Ήνυσται αύτη η βίβλος μετά πολλού μόχθου και κόπου και εξόδου γέγονεν παρά του χρησιμωτάτου άρχοντος και ιερέως, παρά κυρίου κυρίου παπά Κυριακή, τανήν δε επί της πολιτείας των αρχόντων και μετά θελήσεως ιερέων και χρησιμωτάτων ανδρών, επικληθείς γέρων και πρώτος πάντων κατά την φρόνησίν του και την γνώμην του, εις αυτήν την περίφημον χώραν Τουρνόβου λέγω. Και αρχιερατεύοντος του πανοσιωτάτου και σοφωτάτου και λογιωτάτου ημών αυθέντου και δεσπότου της αγιωτάτης μητροπόλεως Λαρίσσης κυρίου κυρίου Διονυσίου [7] εκ της Κωνσταντινουπόλεως γένημα και θρέμα, κατάγοι δε εκ των Κατακουζηνών και Παλαιολόγων. Εν έτει ζροβ’, ινδικτιώνος β’, από Χριστού γεννήσεως, αχξδ’ [=1664], εν μηνί Σεπτεμβρίω αη»[8]. Από την προσεκτική ανάγνωση της ενθυμήσεως αυτής γίνεται κατανοητό πόσο υψηλό ήταν το μορφωτικό επίπεδο των απλών ιερέων του Τυρνάβου κατά τη δύσκολη αυτήν περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Στα τέλη του 17ου αι., όταν Μητροπολίτης Λαρίσης ήταν ο σοφός Παρθένιος (1688-1719;), στη Σχολή Τυρνάβου δίδασκε ο Κύπριος Μάρκος Πορφυρόπουλος, προσκεκλημένος προφανώς από τον Παρθένιο, ο οποίος τον γνώριζε από την παραμονή του στη Βασιλεύουσα [9]. Ο Πορφυρόπουλος παρέμεινε στον Τύρναβο μέχρι το 1701, όποτε και αναχώρησε για το Βουκουρέστι, προκειμένου να αναλάβει τη διεύθυνση της περίφημης Αυθεντικής Σχολής της. Τη χρονική αυτήν περίοδο ο Μητροπολίτης Παρθένιος ιδρύει νέες σχολές στη Λάρισα, την Τρίκκη και αλλού και καταβάλει προσπάθειες για την αναβάθμιση της Σχολής του Τυρνάβου. Για τον σκοπό αυτόν μετακαλεί τον φημισμένο διδάσκαλο Αναστάσιο Παπαβασιλόπουλο, ο οποίος έρχεται και αναλαμβάνει τη διεύθυνση της Σχολής το 1701, ίσως και λίγο νωρίτερα [10].
Ο Αναστάσιος Παπαβασιλόπουλος γεννήθηκε στα Ιωάννινα το τρίτο τέταρτο του 17ου αι. Τις βασικές γνώσεις τις απέκτησε στην ιδιαίτερη πατρίδα του και αργότερα ταξίδευσε στην Κωνσταντινούπολη και εν συνεχεία στην Ιταλία, με σκοπό να πλουτίσει και να διευρύνει τις γνώσεις του. Με την επιστροφή του στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, πλούσιος σε σοφία και γνώση, διορίζεται ιεροκήρυκας και εν συνεχεία χειροτονείται ιερέας και οικονόμος της Μητροπόλεως Ιωαννίνων. Γύρω στα 1696 τον βρίσκουμε στις Σέρρες, όπου διδάσκει στην εκεί Ελληνική Σχολή μέχρι το 1701. Την περίοδο αυτήν, όπως προαναφέρθηκε, ο Λαρίσης Παρθένιος, ικανής μορφώσεως αρχιερέας και προστάτης των γραμμάτων και της παιδείας, προσκαλεί «τον πολύν Αναστάσιον Παπαβασιλόπουλον, τον εξ Ιωαννίνων, άνδρα σοφόν και πεπαιδευμένον εν τε τη φιλοσοφία και τη ιερά θεολογία, ρήτορα και ιεροκήρυκα ειδήμονα» [11]. Στον Τύρναβο ο Παπαβασιλόπουλος βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να ξεδιπλώσει τις διδακτικές του αρετές. Υπάρχουν αρκετοί μαθητές διψασμένοι για μάθηση, προστάτες της Σχολής ισχυροί και φιλόδοξοι, οικονομικές ανέσεις και ελευθερίες στη διάδοση των γνώσεων και των ιδεών του. Με αυτόν τον τρόπο ανεβαίνει το επίπεδο των σπουδών ακόμα περισσότερο, απ’ ό,τι στη θητεία του προκατόχου του Μάρκου Πορφυρόπουλου. Και τα αποτελέσματα έρχονται γρήγορα. Οι μαθητές του, με τα πνευματικά εφόδια που παρείχε η Σχολή πλουσιοπάροχα, εξελίχθηκαν. Πολλοί απ’ αυτούς προσλήφθηκαν σε ελληνικές σχολές σαν διδάσκαλοι και μεταλαμπάδευσαν τις γνώσεις τους. Ο διάκονος Ιωάννης ο Κύπριος έγινε πρωτοσύγκελος της Μητροπόλεως Λαρίσης, κοντά στον Παρθένιο. Ο Μάνθου Μαργαρίτης «νεανίας σεμνοπρεπής και εν σπουδαίοις άριστος». Αναφέρεται, επίσης, ως μαθητής της Σχολής και ο Δημήτριος Γλυκύς. Ο ιερέας από τη Λάρισα Παρρήσιος, πνευματικά ανήσυχο άτομο, το 1703 ρωτούσε τον Αναστάσιο να του γράψει «τι τα μαθήματα των μαθητών της υμετέρας σχολής, φυσικά ή λογικά που σπουδάζουσι. Και ει δυνατόν καν νυν ενταύθα ελθείν με, και της πανσόφου και γλυκυτάτης σου διδασκαλίας ολίγα καρπώσασθαι». Και ο Αναστάσιος του απάντησε «συν τη σεπτή και αγία Τριάδι, τριάδα μαθημάτων διδάσκομεν, γεωμετρικά, ρητορικά και γραμματικά» [12]. Αυτοί είναι μερικοί από τους μαθητές που φοίτησαν στη Σχολή του Τυρνάβου, απέκτησαν πνευματικά εφόδια και ακολούθησαν και αυτοί, όπως και πολλοί άλλοι, τον ευγενή δρόμο της διάδοσης των γραμμάτων στους υπόδουλους Έλληνες.
Στη Ρητορική οι μαθητές της Σχολής στον Τύρναβο χρησιμοποιούσαν ως εγχειρίδιο τα «Προγυμνάσματα του Αφθονίου», μεταφρασμένα από τη λατινική γλώσσα στην ελληνική από τον ιερωμένο Αναστάσιο Παπαβασιλόπουλο. Το βιβλίο αυτό κυκλοφορούσε χειρόγραφο μεταξύ των μαθητών και είχε μεγάλη απήχηση όχι μόνον την περίοδο εκείνη, αλλά και πολλά χρόνια αργότερα. Ο πλήρης τίτλος του βιβλίου αυτού, που αντίγραφό του συνοδεύει το σημερινό κείμενο, έχει ως εξής: «Λευχειμονούσα Ρητορική, είτουν Αφθονίου προγυμνάσματα εκ της λατίνων ανθολογηθέντα φωνής και εν ελληνική διαλέκτω υποστρωθέντα, σπουδή και πόνω Αναστασίου Παπαβασιλοπούλου του εξ Ιωαννίνων, εν τη κωμοπόλει Τυρνάβω της Θεσσαλίας διατρίβοντος. Χάριν των υπ’ αυτού διδασκομένων πρωτοπείρων μαθητών».
(Συνέχεια)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1]. «Οι Λαρισαίοι Τούρκοι είναι μισόχριστοι εις άκρο και θηριώδεις. Δεν υποφέρουν να ιδούν άλλη θρησκεία, και μάλιστα τη δική μας. Ανυπόφορο τούς είναι να ιδούν μπροστά τους ιερέα ή καλόγηρο με το σχήμα του επαγγέλματός του. Ο ίδιος ο Μητροπολίτης, ο οποίος μετά τον υστερινό πόλεμο [εννοεί τα Ορλωφικά του 1760], κάθεται όλο εις τον Τούρναβο, με όλα του τα φερμάνια, με συστολή και αγνώριστος εμβαίνει». Δημητριείς (Δανιήλ Φιλιππίδης, Γρηγόριος Κωνσταντάς). Νεωτερική Γεωγραφία, επιμ. Αικατερίνη Κουμαριανού, Αθήνα (1988), σελ. 169.
[2]. «Εις τον Τούρναβο οι εγκάτοικοι Τούρκοι είναι πολλά ολίγοι, όλοι σχεδόν είναι Ρωμαίοι» [εννοεί Ρωμιοί, δηλ. Έλληνες]. ό.π. σελ. 169-170.
[3]. Το 1572 εκλέχθηκε Οικουμενικός πατριάρχης και ως Ιερεμίας Β’ ο Τρανός θήτευσε κατά διαστήματα στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης μέχρι το 1594. Κων. Σάθας. Βιογραφικόν σχεδίασμα περί του πατριάρχου Ιερεμίου Β’. Εν Αθήναις, 1870.
[4]. Τρύφων Ευαγγελίδης. Η παιδεία επί τουρκοκρατίας. Ελληνικά σχολεία από της αλώσεως μέχρι Καποδιστρίου (1453-1827). Αθήναι, τόμ. Α’, σελ. 223.
[5] Γιάννης Ηλιούδης. Τυρναβίτες γιατροί κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Πρακτικά Πρώτου Συνεδρίου Τυρναβίτικων Σπουδών, Τύρναβος (1991), σελ. 207.
[6]. Πάνος Βασιλείου. Ο μεγάλος διδάσκαλος του γένους Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός και οι σπουδαιότεροι μαθητές των σχολών των Αγράφων. Αθήνα (1985), σελ. 152-155.
[7]. Πρόκειται για τον Διονύσιο Δ’ (1662-1671), τον μετέπειτα Οικουμενικό πατριάρχη με το όνομα Διονύσιος Δ’ ο Βυζάντιος (λόγω της καταγωγής του) ή Μουσελίμης, ο οποίος ανέβηκε πέντε φορές στον οικουμενικό θρόνο μεταξύ των ετών 1671-1694.
[8]. Σπ. Λάμπρος. Catalogue of the greek manuscripts on the Mount Athos. vol. I, Cambridge (1895), σελ. 302.
[9]. Αθανάσιος Καραθανάσης. Ο Αλέξανδρος Ελλάδιος στη Βλαχία και άλλα τινά. Πρακτικά του συνεδρίου «Αλέξανδρος Ελλάδιος ο Λαρισαίος», Λάρισα (2003), σελ. 89.
[10]. Αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι το παλαιότερο χειρόγραφο της «Λευχειμονούσης Ρητορικής» (βλέπε πιο κάτω) απ’ αυτά που έχουν γραφεί στον Τύρναβο έχει ημερομηνία 6 Φεβρουαρίου 1702, δεν θα έπρεπε ο συγγραφέας του να ήταν τουλάχιστον ένα εύλογο χρονικό διάστημα στη Σχολή πριν από αυτήν την ημερομηνία;
[11]. Γεώργιος Ζαβίρας. Νέα Ελλάς ή Ελληνικόν θέατρον, εκδ. Γεωργίου Κρέμου, Αθήνησι (1872), σελ. 129.
[12]. Αναστασίου Μπαλάνου Παπαβασιλοπούλου. Επιστολαί προς διαφόρους και Επιστολαί διαφόρων, σταλείσαι προς αυτόν εις Λάρισσαν. Κώδικας 521 της Ι. Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους, σελ. 264α.
Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου