Πριν από μερικές ημέρες, στις 23 Οκτωβρίου, στο Μεσόβουνο της Εορδαίας τελέστηκε το ετήσιο μνημόσυνο για τα 152 θύματα της ναζιστικής θηριωδίας που είχε συντελεστεί την ίδια ημέρα του 1941 στο μαρτυρικό χωριό. Στις 25 Οκτωβρίου 1941 οι Ναζί ισοπέδωσαν και εξαφάνισαν από το χάρτη τα χωριά Αμπελόφυτο, Κυδωνιά και Κλειστό, στην ανατολική πλευρά των Κρουσίων στο Νομό Κιλκίς. Ο ελληνικός λαός, που είχε ταπεινώσει και συντρίψει στα αλβανικά βουνά την οίηση του Μουσολίνι, άρχισε να πληρώνει βαρύ φόρο αίματος...
28 Οκτωβρίου 1941· ημέρα Τρίτη, πρωί. Ένα μεγάλο πλήθος από όλες τις συνοικίες της Αθήνας συγκεντρώνεται στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Μια ζώνη από καραμπινιέρους προσπαθούν να κρατήσουν τον λαό μακριά από το Μνημείο. Γυναίκες ρίχνουν λουλούδια, μια ομάδα φοιτητών γονατίζει και τραγουδά τον εθνικό ύμνο. Πρόκειται για τον εορτασμό της πρώτης επετείου του ΟΧΙ και μαζί για μια από τις πρώτες πράξεις αντίστασης στον κατακτητή.
Ένα χρόνο πριν, τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, οι προφυλακές μιας πανίσχυρης ιταλικής μεραρχίας κινούνταν στο σκοτάδι προς την ελληνοαλβανική μεθόριο. Η Ιταλία, που είχε εκδηλώσει τις επεκτατικές της βλέψεις στην Ανατολική Μεσόγειο με την κατοχή των Δωδεκανήσων, ήδη από τον Ιταλοτουρκικό πόλεμο του 1911, και προκλητικά κορυφώσει τις εχθρικές διαθέσεις της προς τη χώρα μας με τον τορπιλισμό του καταδρομικού «Έλλη» ανήμερα της Παναγιάς στο λιμάνι της Τήνου, ερχόταν τώρα πάνοπλη να εκμηδενίσει την όποια στρατιωτική δυναμική μας.
Το ΟΧΙ του Μεταξά, που εξέφραζε την ομόθυμη βούληση του ελληνικού λαού να αναχαιτίσει την ξένη επιβουλή, στο τελεσίγραφο του Ιταλού πρεσβευτή στην Αθήνα Γκράτσι για παράδοση της Ελλάδος στη φασιστική Ιταλία έδινε στο Μουσολίνι την ευκαιρία να πλήξει στο πρόσωπο της Ελλάδος μια σταθερή σύμμαχο της Μεγάλης Βρετανίας, μια χώρα που οι ιστορικοί της δεσμοί με τη Βόρειο Ήπειρο θα μπορούσαν να θίξουν τα συμφέροντα της Ιταλίας στο αλβανικό έδαφος.
Ο συγγραφέας Γιώργος Θεοτοκάς, περιδιαβαίνοντας το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 στο κέντρο της Αθήνας, αναφέρει χαρακτηριστικά για τον ενθουσιασμό και την αποφασιστικότητα του ελληνικού λαού: «Είχα πολλά, πάρα πολλά χρόνια να δω τέτοιο ενθουσιασμό στην Αθήνα. Αισθάνεται κανείς ένα πάθος μες στον αέρα, ένα φανατισμό, μια λεβεντιά. Ξύπνησε το ελληνικό φιλότιμο, είναι κάτι ωραίο. Και μια τέλεια εθνική ενότητα. Είναι η πρώτη φορά στη ζωή μου που αισθάνουμαι τέτοιαν ομόνοια να βασιλεύει στον τόπο.
Οι διακόσιες δεκαεννέα ημέρες στρατιωτικής αντίστασης έναντι των δυνάμεων του Άξονα ξεδιπλώνονται δραματικά στο τριπλό μέτωπο επιχειρήσεων: Ήπειρο, Πίνδο, Δυτική Μακεδονία. Το βάρος της άμυνας σηκώνει η ογδόη Μεραρχία Πεζικού στην Ήπειρο υπό τον υποστράτηγο Χαράλαμπο Κατσιμήτρο. Συντριπτικά υπολειπόμενοι σε αντιδιαστολή με την πανίσχυρη ιταλική πολεμική δύναμη (ένας προς δύο στο πεζικό, μόλις ένα προς τέσσερα η αναλογία στα πυροβόλα), σε έδαφος δύσβατο και με καιρικές συνθήκες προοδευτικά δυσμενέστερες αγωνίζονται να απωθήσουν τον εχθρό από τα σύνορα της χώρας.
Με φρόνημα αλύγιστο, από την άμυνα περνούν στην αντεπίθεση και καταδιώκουν τους Ιταλούς στα χώματα της Βορείου Ηπείρου. Στην Πίνδο εξουδετερώνονται οι αλπινιστές της περίφημης μεραρχίας «Τζούλια», καυχήματος της ιταλικής πολεμικής μηχανής, επιφορτισμένης μάλιστα με το έργο να ελέγξει το στρατηγικής σημασίας κόμβο Ιωαννίνων-Τρικάλων.
Στη Δυτική Μακεδονία οι δυνάμεις του συνταγματάρχη Δαβάκη καταλαμβάνουν την Κορυτσά, ενώ και η σύντομη ιταλική αντεπίθεση των αρχών του νέου έτους αδυνατεί να συγκρατήσει την ελληνική προέλαση στη Μοσχόπολη, το Πόγραδετς, την Πρεμετή, τους Αγίους Σαράντα, το Δέλβινο, το Αργυρόκαστρο, τη Χιμάρα, την Κλεισούρα. Οι Έλληνες της Βορείου Ηπείρου αγκαλιάζουν τους φαντάρους ως ελευθερωτές, τη στιγμή που στην Αθήνα ο ενθουσιασμός της νίκης διαποτίζει κάθε έκφανση της κοινωνικής ζωής.
Βέβαια, οι ελληνικές νίκες κοστίζουν ακριβά: ατέλειωτες ώρες πορείας στα χιονισμένα βουνά της Αλβανίας, κρυοπαγήματα, τραυματισμούς, αγρύπνια, πείνα και δίψα, λάσπη βούρκο, γυμνές πατούσες, ψυχές γυμνές, τεντωμένες, θάνατο. Μετά την αποτυχία και του ίδιου του Ντούτσε που ανέλαβε προσωπικά τη διεύθυνση των επιχειρήσεων το Φεβρουάριο του 1940, ο Χίτλερ αποφασίζει να επέμβει.
Στις 6 Απριλίου 1941, αφότου οι γερμανικές μηχανοκίνητες μεραρχίες είχαν τσακίσει μέσα σε έξι μέρες την αντίσταση των Γιουγκοσλάβων, οι Γερμανοί εισβάλλουν στο έδαφος της Ελλάδας. Το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού στρατού παραμένει βαθιά μέσα στο αλβανικό έδαφος και δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το νέο εισβολέα. Οι λίγες ελληνικές μονάδες που βρίσκονται στη Μακεδονία μαζί με τις βρετανικές που ήρθαν προς ενίσχυση από τη Λιβύη, δεν καταφέρνουν να ανακόψουν την προέλαση των χιτλερικών στρατευμάτων.
Οι Γερμανοί εισέρχονται στη Θεσσαλονίκη στις 9 Απριλίου 1941 μέσω της κοιλάδας του Αξιού. Γερμανικά, εξάλλου, στρατεύματα από τη Φλώρινα κινούνται προς τα νώτα του μαχόμενου στην Αλβανία ελληνικού στρατού. Οι δυνάμεις μας από τον φόβο της περικύκλωσης υποχωρούν νοτιότερα. Κάτω από την πίεση των γεγονότων ο βασιλιάς και η κυβέρνηση εγκαταλείπουν τη χώρα, ενώ η στρατιωτική ηγεσία με πρώτο τον στρατηγό Τσολάκογλου συνθηκολογεί στις 24 Απριλίου...
Χρειάστηκε να περάσουν τρεισήμισι μαρτυρικά χρόνια έως τη λυτρωτική 12η Οκτωβρίου 1944 που η σβάστικα κατέβηκε από την Ακρόπολη. Σφαγές στη Δράμα, στα Καλάβρυτα, στο Δίστομο Βοιωτίας· Στρατόπεδο Χαϊδαρίου, Άλσος Χαϊδαρίου, Κρατητήριο της Μέρλιν 11, Σκοπευτήριο Καισαριανής, μπλόκα στην Κοκκινιά: μια αόρατη αλυσίδα τρόμου που οι κρίκοι της σμίγουν με το Άουσβιτς, το Νταχάου, το Μαουτχάουζεν, τη μοίρα των Εβραίων της Ευρώπης.
Η απελευθέρωση της Ελλάδας από τις δυνάμεις κατοχής δε στάθηκε αφορμή και εφαλτήριο πολιτικής σταθερότητας. Οι διαγκωνισμοί για τη νομή της εξουσίας ανάμεσα στις αντιστασιακές οργανώσεις και η δόλια παρέμβαση του ξένου παράγοντα ταλάνισαν τον τόπο για άλλα πέντε χρόνια, έως το 1949. «Τ’ αδέλφια που έχουνε φύγει το ματωμένο κρατώντας μαχαίρι», κάρφωσαν κι άλλους σταυρούς, σε άλλα μνήματα, ώσπου να ανταμώσουν στον δρόμο της περισυλλογής και της κοινής ευθύνης για το μέλλον. Η συλλογική ευθύνη και η ομόνοια αποτελούν πρωταρχικό αίτημα των καιρών μας…