Συνεχίζουμε την περιγραφή της Λάρισας όπως ήταν κατά την απελευθέρωση του 1881 και μας την παρουσιάζει ο αρχίατρος του ελληνικού στρατού Ιωάννης Μαζαράκης. Σταματήσαμε στο κεφάλαιο της Ιστορίας, το οποίο δεν ολοκληρώσαμε. Ο συντάκτης εξυμνεί τα σπουδαία ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν διαχρονικά στη Θεσσαλία και επηρεασμένος από την ιδέα του μεγαλοϊδεατισμού, η οποία ήταν έντονη την περίοδο εκείνη, περιγράφει τις περί ελευθερίας ιδέες του με πολύ γλαφυρό και ένθερμο τρόπο. Συνεχίζει, λοιπόν, ο Μαζαράκης:
«Κατά δε την κατάπτωσιν της Ελλάδος, οπόσαι ιστορικαί αναμνήσεις διά την χώραν της Θεσσαλίας! Δεν ετάφη ενταύθα εν Φιλίπποις η Δημοκρατία μετά της ελευθερίας και του Βρούτου και Κασσίου; Δεν κατέπεσεν ενταύθα εν Φαρσάλω ο μέγας Πομπήιος και φυγάς εις Αλεξάνδρειαν, μόλις αποβαίνων εσφάγη; Ενταύθα ηττηθείς, δεν έφυγεν είτα εκ της παρά το Άκτιον ναυμαχίας αισχρώς μετά Κλεοπάτρας ο Αντώνιος, μείναντος μονοκράτορος του Αυγούστου; Αλλά και ολίγω πρότερον των ειρημένων μονομαχιών των ρωμαϊκών λεγεώνων, δεν κατεστράφη ενταύθα επίσης, εν Κυνός Κεφαλαίς, η ισχύς του προτελευταίου βασιλέως της Μακεδονίας και τη τούτου τελευτή ο υιός αυτού, δούλος εις Ρώμην απαγόμενος, εκόσμει δεσμώτης τον ρωμαϊκόν θρίαμβον; Εξ εαυτού κατάδηλον, ότι μετά τους Ρωμαίους και Γαλάτας και Γότθοι και Αλανοί και πληθύς βαρβάρων φύλων, διά Θεσσαλίας διεπόρθουν πάσαν την Ελλάδα χώραν. Και όμως μετά τοσαύτας δηώσεις και αιχμαλωσίας, και τελευταίον μετά πέντε αιώνων δουλείαν και φρικτόν των Τούρκων δεσποτισμόν, ου μόνον παραδόξως η γλώσσα διετηρήθη εν Θεσσαλία ανθηρά και ελευθέρα ξένων λέξεων, αλλά και το υπέρ ελευθερίας αίσθημα ουδέποτε διέλιπε της χώρας, ως μαρτυρεί του τε Παπά Ευθυμίου Βλαχάβα η επανάστασις, και οι θούριοι είτα του ιδρυτού της ελευθερίας Ρήγα του Φερραίου. Όντως παράδοξος και τεραστία η ισχύς του Ελληνισμού! Ηδύνατό τις φιλοσοφών, εν γνώσει των πολλών και ποικίλων εν τοις αιώσι καταστροφών του Γένους αυτού, και της Θεσσαλίας ιδία, να πιστεύση ότι προ αιώνος σχεδόν ήνθει εν Αμπελακίοις και Τυρνάβω βιομηχανία, υπό δημοκρατικόν συνεταιρισμόν, εν δε Φερραίς εσφυρηλατείτο υπό του εμπνευσμένου ποιητού Ρήγα, της ελευθερίας το άγιον και ιερόν ίνδαλμα; Οποίον τι το μυστήριον, δι’ ό πολλάκις θανασίμως βληθείς, ουδέποτε επαύσατο ζων ο Ελληνισμός; Έγκειται άραγε τη ζωτικότητι του αίματος αυτού και του οργανισμού η εξαίσιος αυτή αντίδρασις ή, όπερ και πιθανότερον, η επίδρασις της ελληνίδος χώρας επί τους οικούντας αυτήν αρκεί όπως εμφυσήσει πνεύμα οξύ, δραστικόν, προς τα αιθέρια υψούμενον, καταφρονούν και υπομένων εν καρτερία παν άλγος και πάσαν στέρησιν, επί τη ηθική απολαύσει των εκ της ελευθερίας της διανοίας αγαθών; Βεβαίως ο Ελληνισμός οφείλει την ισχύν αυτού και εις την δύναμιν της παραδόσεως, αναπολούσαν αυτώ πάντοτε, οποία τινα διεπράξαντο οι προπάτορες αυτού θαυμαστά και υψηλά, των πάντων καταφρονήσαντες, προ της δόξης και της ελευθερίας. Αλλά και του περιέχοντος ή του κλίματος εν γένει η επενέργεια, δεν δύναται να αμφισβητηθεί. Τις υπό τον αίθριον ημών ουρανόν, τας μυριάδας των αστέρων θεόμενος και το μεγαλείον της φύσεως θαυμάζων, ής έναντι μηδέν έστιν ο θεώμενος, δεν ποθεί, ή και αδυνατεί να εισδύσει εις τας αδύτους γνώσεις, αίτινες διαφεύγουσι μεν αυτόν, παρορμώσιν όμως εις την πληρεστέραν της φύσεως και των δυνάμεων αυτής έρευναν; Τις δύναται να δεσμευθή υπό δεσπότην, αποτρέποντα και αποκωλύοντα την εν πάσιν ελευθερίαν του ατόμου, εν σεβασμώ της του άλλου ελευθερίας;
Πληθυσμός
Μετά την περιπλάνησιν ταύτην, εις ήν παρέσυρέ με άκοντα της παραδόσεως η ισχύς και των ιστορικών γεγονότων η ανάμνησις, επί των τόπων των αναμνήσεων τούτων πατούντα, προφαινομένων μοι διά του συνειρμού των ιδεών, προτίθεμαι να ανακοινώσω διά του «Αιώνος» πληροφορίας τινάς περί του πληθυσμού, της διανοητικής και ηθικής καταστάσεως του λαού και περί της υλικής καταστάσεως των Θεσσαλών και περί των πόρων της Θεσσαλίας. Ο πληθυσμός της Θεσσαλίας, πλην τα Ελασσώνος, ανέρχεται, κατά τας ακριβεστέρας πληροφορίας, εις 330.000, της δε τη Τουρκία απομεινάσης Ελασσώνος εις 30.000. Τούτων αι 300.00 εισίν Έλληνες, αι δε 30.000 Οθωμανοί. Εκ τούτων μέχρι σήμερον μετηνάστευσαν εις τας ομόρους χώρας Ελασσώνα, Ήπειρον, Μακεδονίαν και Μικράν Ασίαν περί τας 10.000. Εκ των 5-6.500 Ισραηλιτών, ουδείς νομίζω μετηναύστευσεν. Ως προέγραφον, οι Τούρκοι συνηθίσαντες εις το άρχειν επί των Γκιαούριδων, νομίζουσιν εξευτελιστικόν δι’ εαυτούς την ισοπολιτείαν, όντες δε αμαθείς και πέραν του φανατισμού ουδέν ειδότες, δεν φαίνεται ότι πολλοί θα θελήσωσι να μείνωσι μεταξύ ημών. Ίσως μείνωσιν οι πλούσιοι βέηδες, ίνα διευθετήσωσιν ασφαλέστερον τα μεγάλα αυτών κτήματα, κατόπιν δε, ενοικιάζοντες ή πωλούντες ταύτα, μεταναστεύσωσιν ή μείνωσιν κατ’ αρέσκειαν. Δεν φαίνεται όμως ότι θα ομόσωσι του Έλληνος πολίτου τον όρκον.
Ιδιοκτησία – Αγροτικόν ζήτημα
Η χώρα κατοικείται, ως άνω εσημείωσα, υπό 330.000. Και όμως τα κτήματα, μεγάλης εκτάσεως καθ’ έκαστον, ανήκουσιν εις ολίγους βέηδες ή ομογενείς, ως τον Ζαρίφην, τον Ζάππαν, τον αρμένιον Αβραάμ πασσάν και τινας των εν Κωνσταντινουπόλει άλλων πλουσίων. Και όμως τις θα πιστεύση, ότι οι νέοι κύριοι των χωρίων, οι από της Πύλης αγοράσαντα ταύτα, εισίν απαιτητικώτεροι των Τούρκων προς τους μέχρι τούδε εν τοις χωρίοις οικούντας και γεωργούντας Έλληνες γεωργούς; Παρά τοις Τούρκοις ανεγνωρίζετο τοις χωρικοίς η κυριότης της οικίας και της περιοχής αυτής, παρεχωρείτο ελευθέρως κήπος τις ή περιφέρεια μικρά, αφίετο δ’ αυτοίς ελευθέρως να νέμωνται δωρεάν, διά των ζώων εαυτών, κτηνών, ίππων, αγελάδων, προβάτων, το χόρτον των χωρίων και να καλλιεργούν ιδία κριθήν δια τους ίππους. Αλλ’ οι νέοι κύριοι, ού μόνον την νομήν απαρνούνται αυτοίς, αλλ’ εκβιάζουσι τους δυστυχείς να τοις πληρώνωσι και ενοίκιον διά τας εις άς κατοικούσιν οικίας και άς οι χωρικοί θεωρούσι προ αμνημονεύτων χρόνων ως ιδίας [1]. Αλλ’ αι ενστάσεις των χωρικών εις μάτην. Επιδείκνυται αυτοίς το της αγοροπωλησίας έγγραφον εν ώ και αι οικίαι επωλήθησαν των νέω κυρίω. Ήδη υπολογιζομένου ότι όλη η θεσσαλική χώρα κατέχεται υπ’ ολίγων Τούρκων βέηδων ή χριστιανών τραπεζιτών της Κωνσταντινουπόλεως, εις ούς η Πύλη επώλησεν αντί ευτελών τιμών τα πολλά και απέραντα δημόσια αυτής κτήματα, ότι εν Θεσσαλία δεν υπάρχει ήδη εθνική γη ελευθέρα, διαθέσιμος όπως διατεθή ως εν τη πρώην Ελλάδι, υπέρ του αγροτικού πληθυσμού και εκείνου εκ των κατοίκων των μικρών πόλεων, οίτινες επιθυμούσι τα μικρά αυτών αποταμιεύματα ν’ ασφαλίσωσι εις ιδιοκτησίας, αναμιμνησκομένου δε ότι οι αγρόται κάτοικοι των χωρίων ή ιμλακίων [2] έχουσι ζωηράν την μνήμην ότι ταύτα ανήκον προ πολλού χρόνου τοις πατράσιν ή πάπποις αυτών, δημευθέντα υπό ληστρικής κυβερνήσεως, δύναται πας τις ραδίως να κατανοήση το μέγεθος του γενικού υποκώφου μεν ήδη, αλλ’ εκραγησομένου ταχέως γογγυσμού των αγροτών, όν επιταχύνουσιν αι υπερβάλλουσαι των κυρίων αξιώσεις και η άκρα αυτών επί της δυστυχίας των αγροτών πλεονεξία [3]…
Ούτως εν Θεσσαλία, αφαιρεθείσης της χώρας από των δυστυχών κτηματιών προς όφελος της κατακτησαμένης την χώραν φυλής, δεν υπελείπετο αυτοίς ή μένουσιν οίκοι να καλλιεργώσι προς όφελος των δεσποτών των, μη επιτρεπομένου κάν αυτοίς, ή μη δυνατού όντος να μεταναστεύσωσιν εις Αμερικήν. Ούτω δ’ εργαζόμενοι και διά νυκτός έτι, μόλις επήρκουν εις τον άρτον αυτών και των παίδων των, και έμενον εγκαθειργμένοι εις τα εστίας όπου εγεννήθησαν θήτες [4] και πενέσται, ως εν τη παλαιά ιστορία της θεσσαλικής ολιγαρχίας. Και ήδη μεν διά των επισπευδομένων υπό των Τούρκων πωλήσεων των χωρίων αυτών, χριστιανοί έσονται οι νέοι αυτών κύριοι, αλλ’ η τύχη των δυστυχών αγροτών δεν προοιωνίζεται, όσον η πείρα επιτρέπει αυτοίς να ελπίζωσιν, ευτυχεστέρα υπό τους νέους κυρίους. Διότι δυστυχώς πρέπει να ομολογηθεί ειλικρινώς, δεν υπάρχει πολλή ελευθεριότης και επιεικής φιλανθρωπία παρά τοις πλουσίοις των ομογενών, εις ούς περιήλθον ήδη ή περιελεύσονται τα τουρκικά κτήματα. Δέον η πολιτεία να εννοήση εγκαίρως ότι τριακόσιαι σχεδόν χιλιάδες γεωργικού πληθυσμού μένουσιν άνευ ιδιοκτησίας, ότι ούτοι έχουσι την συνείδησιν ότι οι προπάτορες αυτών ήσαν και κύριοι και εύποροι, και απολαύσαντες ήδη της ελευθερίας των της πολιτικής, εννοούσιν εξακολουθήσωσιν εσόμενοι δούλοι, εάν μη κτήσωνται ιδιοκτησίαν ιδίαν, ότι ως Έλληνες έχουσι τον χαρακτήρα, καλόν ή κακόν, της εις τα χωρία όπου εγεννήθησαν προσκολλήσεως, εφ’ ών δυσκόλως μεν δύνανται να φύγωσι, δεν δύναται και να μένωσιν εργαζόμενοι ως και πρότερον, υπέρ ξένων δεσποτών, οίτινες ήδη αμφισβητούσιν αυτοίς και τους οικίσκους, ους ούτοι και ιδία δαπάνη και εργασία ήγειραν».
(Συνεχίζεται)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1]. «Είναι τύραννοι οι γεοκάτοχοι» φωνάζουσιν οι αγρόται. «Οι αγροί ους έλαβον παρά των αρπάγων κατακτητών, ήσαν ιδιοκτησίαι των πατέρων και των πάππων μας. Μας επίεσαν υπερμέτρως, μας ηρνήθησαν των καλυβών μας την αδιατάρακτον κατοχήν…». Παγανέλης Σπυρίδων. «Η στρατιωτική κατάληψις Άρτης και Θεσσαλίας», εν Αθήναις (1882), σελ. 223.
[2]. Ιμλάκια, λέξη τουρκική, η οποία σημαίνει ιδιοκτησία, γαιοκτησία.
[3]. Πέρασαν από το 1881 που γράφηκαν οι γραμμές αυτές από τον Μαζαράκη, μέχρι το τραγικό συμβάν του Κιλελέρ, τριάντα περίπου χρόνια, για να κατανοήσει η ελληνική κυβέρνηση το αγροτικό πρόβλημα και να προχωρήσει με δειλά βήματα στη σταδιακή επίλυσή του.
[4]. Οι θήτες ήταν άνθρωποι ελεύθεροι, χωρίς όμως ιδιοκτησία γης ή άλλους πόρους.
Από τον Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου