Μόλις ο Κεμάλ το πληροφορήθηκε, διέταξε δύο στρατιές του να κυκλώσουν τη νύχτα την κοιλάδα. Έστησαν το παρατηρητήριό του σ’ ένα αντικρινό βουνό, οπότε τα χαράματα δίνει το σύνθημα της επίθεσης. Για δεύτερη φορά μέσα σε δύο μέρες ο ελληνικός στρατός πιάστηκε ξεβράκωτος. Και ξεκίνησε με το πυροβολικό που αναποδογύρισε στην κυριολεξία το έδαφος. Οι πυροβολαρχίες μας αχρηστεύονται και συντρίβονται. Τα πάντα τινάζονται στον αέρα. Άνθρωποι, άμαξες, ζώα, αυτοκίνητα. Σε λίγο θα ριχτεί και το ιππικό και η κοιλάδα θα μεταβληθεί σε σφαγείο.
Όσοι μπόρεσαν να επιβιώσουν μέχρι που έπιασε το σκοτάδι άρχισαν να τρέφουν κάποιες ελπίδες ότι ίσως γλίτωναν τη σφαγή! Όσοι μπόρεσαν να φύγουν απ’ την καταραμένη αυτή κοιλάδα, έφυγαν, αφήνοντας πίσω χιλιάδες μελλοθάνατους τραυματίες. Κάπου 250 αυτοκίνητα, 100 πυροβόλα και άλλο πολεμικό υλικό έμεινε στα χέρια των Τούρκων.
Θα μπορούσε κάλλιστα να πει κανείς ότι 100 χρόνια μετά ήρθε η εκδίκηση των Τούρκων για τη σφαγή στα Δερβενάκια.
Τρομοκρατημένοι οι Έλληνες και τρέχοντας άτακτα να σωθούν – όσοι βεβαίως είχαν απομείνει – βρήκαν μια δασωμένη βουνοπλαγιά και κάποια στιγμή χωρίστηκαν σε δύο φάλαγγες. Στη μια μπήκαν αρχηγοί οι μέραρχοι Καλλιδόπουλος και Δημαράς και στην άλλη οι σωματάρχες του Α’ και του Β’, Τρικούπης και Διγενής. Η πρώτη μετά από μύριες περιπλανήσεις μέσα στο άγνωστο, τις κακουχίες και την πείνα, καταεξαντλημένη έπεσε πάνω σε μια τούρκικη μεραρχία και παραδόθηκε.
Πιο τραγικό τέλος όμως είχε η άλλη φάλαγγα με τους δύο σωματάρχες. Καταεξαντλημένη και σερνόμενη έφτασε στις 20 Αυγούστου στο Καρατζά Χισάρ, ανατολικά του Ουσάκ. Και εκεί δίχως και πάλι να το καταλάβει κυκλώθηκε από πολυάριθμο τουρκικό στρατό. Και στο Αφιόν Καραχισάρ έφερε το κύριο βάρος της τούρκικης επίθεσης ως διοικητής του Α’ Σώματος Στρατού. Σε λίγο όμως θα πληροφορηθεί ότι ήταν κάτι πολύ ανώτερο. Εκείνη τη στιγμή όμως δεν το γνώριζε.
Αργότερα, γράφει σε έκθεσή του ο ίδιος ο Τρικούπης, «Αμέσως διέταξα τον σαλπιγκτή να σημάνει αρχίσατε πυρ, πράγμα βεβαίως που ο ίδιος έπραξε πάραυτα... Πάντες όμως οι αξιωματικοί μου ανέφεραν ότι οι άντρες αρνούνται να πολεμήσουν και μου υπέβαλαν την γνώμην ότι ο αγών ήτο εντελώς άσκοπος».
Και δεν είχαν άδικο. Ήδη πριν από αρκετούς μήνες είχαν όχι απλώς κουραστεί, αλλά είχαν καταλάβει ότι μπήκαν, εντελώς μάταια, μέσα σε μια φωτιά απ’ όπου δεν υπήρχε διέξοδος λύτρωσης. Εξάλλου μια μεγάλη πλειονότητα απ’ αυτούς έλειπαν απ’ τα σπίτια τους επί δέκα συνεχή χρόνια έχοντας ήδη εγκαταλείψει οικογένεια, εργασία, ακόμη και τις προοπτικές για το μέλλον τους το ίδιο κυνηγώντας μια χίμαιρα στα βάθη της Μ. Ασίας.
Και θα συνεχίσει την έκθεσή του ο Τρικούπης: «Προ της τοιαύτης θλιβεράς καταστάσεως με συντετριμμένην καρδίαν διέταξα την καταστροφήν των πυροβόλων και των πολυβόλων και εν τέλει συγκατετέθην να υψωθεί λευκή σημαία...».
Να λοιπόν, το άδοξο τέλος της Μικρασιατικής εκστρατείας. Η λευκή σημαία υψώθηκε, ο Τρικούπης παραδόθηκε, μαζί του και ο Διγενής, 190 αξιωματικοί και 4.400 στρατιώτες. Όταν πήγαν τον Τρικούπη και τον Διγενή στον Κεμάλ, εκείνος σηκώθηκε όρθιος, χαιρέτησε και τους δύο στρατηγούς διά χειραψίας και τους είπε: «Καθίστε παρακαλώ, θα είστε κουρασμένοι» και συνέχισε απευθυνόμενος στον Τρικούπη: «Ο πόλεμος είναι τυχερό παιχνίδι, στρατηγέ. Το άριστο είναι κάποτε το χειρότερο, εκάματε το καλύτερο ως στρατιώτης και ως έντιμος άνθρωπος. Η ευθύνη βαρύνει την τύχη. Μη θλίβεσθε».
Κάποια στιγμή πάνω στη συζήτηση ο Τρικούπης αναρωτήθηκε, αν έκαμε καλά ή αν έπρεπε ν’ αυτοκτονήσει, ο Κεμάλ με ετοιμότητα του απάντησε: «Αυτό είναι πράγμα που σας αφορά προσωπικώς».
Και στη συνέχεια ο Κεμάλ πήρε και ρώτησε παραπειστικά τον Τρικούπη ποιος είναι και ‘κείνος του απάντησε πως είναι ο διοικητής του Α’ Σώματος Στρατού. Ο Κεμάλ τον διέκοψε απότομα για να του πει: «Όχι! Είστε ο αρχιστράτηγος της Μικρασιατικής στρατιάς». Και μάλιστα επέμεινε έντονα μπροστά στις αρνήσεις του Τρικούπη. Τι είχε συμβεί; Είδαμε λίγο πριν ότι πάνω στη σύγχυσή τους οι Έλληνες φόρτωσαν σε τρένο και τον ασύρματο κατά λάθος, κι ο ασύρματος τελικά έπεσε στα χέρια του Κεμάλ. Άρα, όποιο μήνυμα ερχόταν από Αθήνα ή Σμύρνη και απευθυνόταν στον ελληνικό στρατό, ο Κεμάλ το μάθαινε πρώτος! Έτσι και τώρα. Μέσα στη σύγχυσή του ο Πρωτοπαπαδάκης διόρισε αρχιστράτηγο τον Τρικούπη. Τη διαταγή διορισμού την πήρε ο Κεμάλ, που με ειρωνεία και εμπαιγμό το ανέφερε στον Τρικούπη.
Το Γ’ Σώμα Στρατού δεν πήρε καμιά είδηση για την κατάρρευση του μετώπου. Και περίμενε διαταγές που ποτέ δεν έλαβε. Μια μεραρχία του μόνο διατάχτηκε να ενισχύσει το Β’ σώμα στο Ουσάκ. Με την υποχώρηση όμως του Β’ Σώματος και η μεραρχία αυτή ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα ώσπου να διεκπεραιωθεί στη Λέσβο. Επίσης, η 11η μεραρχία του Γ’ Σώματος κυκλώθηκε κοντά στα Μουδανιά και παραδόθηκε μαζί με τον στρατηγό Κλαδά. Το υπόλοιπο Γ’ Σώμα έμαθε την κατάρρευση στις 30 Αυγούστου. Στις 5 Σεπτεμβρίου εγκαταλείπει κι αυτό τη Μ. Ασία. Αρχές Σεπτέμβρη σ’ ολόκληρη τη Μ. Ασία δεν έχει μείνει Έλληνας στρατιώτης, εκτός από τους σκοτωμένους και τους αιχμαλώτους, που υπολογίζονται σε 800.000 άντρες.
Έτσι έληξε άδοξα εντελώς η Μικρασιατική τραγωδία του ελληνικού στρατού. Δεν τελείωσε όμως η τραγωδία των αιχμαλώτων, των άμαχων και των προσφύγων.
Από τον Οδυσσέα Β. Τσιντζιράκο,
φιλόλογο