Και πράγματι ποιος ο καταλληλότερος φορέας για να υποστηρίξει μια τέτοια φιλόδοξη και εξωστρεφή διοργάνωση από το Eπιμελητήριο Λάρισας, με την πολύτιμη εμπειρία που έχει αποκομίσει από εκατοντάδες συμμετοχές στις μεγαλύτερες εκθέσεις παγκοσμίως.
Και εγγύτερα όμως, δεκάδες διοργανώσεις αξιώσεων, όπως το Street Food Festival στη Θεσσαλονίκη ή το πολυσχιδές Φεστιβάλ Γαστρονομικού Πολιτισμού στο νησί της Τήνου «Tinos Food Paths», που αξιοποιούν τη γαστρονομία ως εργαλείο προβολής προϊόντων, παραγωγών και μεταποιητικών επιχειρήσεων, θα μπορούσαν να αποτελέσουν πολύτιμους οδηγούς για τη διοργάνωση ενός τοπικού Φεστιβάλ γαστρονομικής κουλτούρας.
Θα μπορούσαν…, αλλά δεν μπόρεσαν και οι όποιες προσδοκίες, δυστυχώς, δεν επαληθεύθηκαν, αφήνοντας μια πικρή επίγευση στα χείλη ανθρώπων και επαγγελματιών που ασχολούνται με την παραγωγή, αλλά και την εστίαση στη Λάρισα.
Το δικό μας Φεστιβάλ δεν είχε επιχειρήσεις εστίασης, καφέ, ποτού, εταιρείες τροφίμων, δεν είχε τη σύμπραξη και την υποστήριξη διεθνώς αναγνωρισμένων Λαρισαίων σεφ που διαπρέπουν στα πλέον φημισμένα εστιατόρια, δεν είχε δημιουργικά πιάτα, δυνατές γεύσεις και μαγειρικές εμπειρίες, τοπικά σωματεία και συλλόγους, τον τυροκομικό πλούτο της περιοχής, τα ΠΟΠ κρεατικά της, ούτε το μεθυστικό άρωμα από τα κελάρια των οινοποιείων της. Τα απαραίτητα συστατικά δηλαδή που νοστιμίζουν τις γευστικές παραδόσεις και μετουσιώνουν ένα γαστρονομικό φεστιβάλ σε μια πραγματική Γιορτή του φαγητού.
Αντί αυτού, οι λιγοστές σούβλες και η αποθέωση της αισθητικής της πλαστικής καρέκλας, έγιναν οι πρεσβευτές της γευστικής κουλτούρας και του τοπικού πολιτισμού σε μια διοργάνωση που θύμιζε κακή αντιγραφή της ιστορικής εμποροπανήγυρης της Λάρισας.
Σε αυτή συμμετείχαν ελάχιστοι εκθέτες, μάλλον όχι περισσότεροι από δέκα και ίσως αν η διοργάνωση είχε τυπώσει κάποιο σχετικό πρόγραμμα (και όχι το πρόγραμμα των συναυλιών) να μπορούσαμε να τους καταμετρήσουμε με ακρίβεια.
Ωστόσο, όπως έχει δείξει η διεθνής εμπειρία ανάλογων διοργανώσεων, η ανάδειξη των τοπικών προϊόντων προϋποθέτει τη συμμετοχή μιας κρίσιμης μάζας παραγωγών, ενώ εξίσου σημαντικό κομμάτι της διοργάνωσης είναι ο χώρος και ο τρόπος παρουσίασης των εκθετών, ώστε ο επισκέπτης να μπορεί να κάνει μια ευχάριστη βόλτα, να έχει τη δυνατότητα να συζητήσει με τους παραγωγούς, να μυρίσει, να γευτεί και να μετουσιώσει την επίσκεψη σε γευστική εμπειρία - ανάμνηση.
Δυστυχώς ούτε για αυτό υπήρχε η ελάχιστη σχετική μέριμνα στο 1ο «LARISSA FOOD FEST», συγκεντρώνοντας όλους τους συμμετέχοντες -εκθέτες, μουσικούς και ψητοπωλεία- σε έναν χώρο, με αποτέλεσμα η τσίκνα και οι υψηλές νότες να καλύπτουν κάθε φιλότιμη προσπάθεια των παραγωγών να προωθήσουν τα προϊόντα τους.
Εύλογο λοιπόν και επιτακτικό το ερώτημα που τίθεται προς τη διοίκηση του Επιμελητηρίου και τους υπευθύνους της διοργάνωσης: Πώς άραγε οραματίζεστε τον τομέα της γαστρονομίας και την ανάδειξη της τοπικής παραγωγής και πώς θα μπορούσε άραγε αυτό το όραμα να λειτουργήσει όταν η ανακοίνωση του Φεστιβάλ έγινε λίγες μόλις ημέρες πριν την υλοποίησή του;
Επιπρόσθετα δε, έχοντας παραλείψει να αποστείλετε προσκλήσεις στα μέλη των δύο συλλόγων που εκπροσωπούν την εστίαση στη Λάρισα (Σύνδεσμος Ιδιοκτητών Κέντρων Αναψυχής και Εστίασης Ν. Λάρισας - ΣΙΚΑΕΛ και Σύλλογος Εστιατόρων - Ψητοπωλών Λάρισας), οι οποίοι μετά από δύο χρόνια πανδημίας και τις πρόσφατες επιβαρύνσεις στο κόστος ενέργειας και πρώτων υλών είμαστε οι πρώτοι που χρειαζόμαστε τέτοιες ενέργειες τόνωσης και ανάδειξης των υπηρεσιών μας.
Θα είχε πράγματι ενδιαφέρον να μας ενημερώσετε με ποια κριτήρια επιλέξατε τις 4 ή 5 τοπικές επιχειρήσεις εστίασης που βρίσκονταν στον χώρο της εκδήλωσης, αλλά και τη μία επιχείρηση από την Κατερίνη.
Για ποιον λόγο άραγε, μια διοργάνωση που προετοιμάζεται, όπως ανακοινώσατε, τα τελευταία δύο έτη, δεν βρήκε τον χρόνο να απευθυνθεί στα τόσα ιστορικά και ξακουστά οβελιστήρια και ψητοπωλεία της πόλης και των περιχώρων, στα οποία συρρέουν επισκέπτες από όλη την Ελλάδα κάθε φορά που βρίσκονται στη Λάρισα; Και πώς είναι δυνατόν μια τέτοια διοργάνωση να μην έχει τη δική της ιστοσελίδα, στα ελληνικά, τα αγγλικά και γιατί όχι και στη σερβική γλώσσα;
Αγαπητοί διοργανωτές, προφανώς λόγω της θέσης, της εμπειρίας, αλλά και της προσωπικής σας επαγγελματικής πορείας, γνωρίζετε τους όρους και τις απαιτήσεις του marketing, της προώθησης, της επικοινωνίας, της συμμετοχής, της καινοτομίας και όλων εκείνων των στοιχείων που καθιστούν επιτυχημένη μια διοργάνωση. Και είναι γεγονός ότι τα μεγάλα γαστρονομικά φεστιβάλ, τα οποία είναι παγκόσμια τάση, ασφαλώς και στηρίζονται στην τοπική παραγωγή, αλλά και στους καθημερινούς μεταποιητές της, στα εστιατόρια, στα ζυθεστιατόρια, στα ψητοπωλεία, στις οικοτεχνίες, προωθώντας τη γαστρονομία ως πολιτιστική έκφραση που χαρακτηρίζει την κληρονομιά του κάθε τόπου.
Είναι ακριβώς αυτή η ώσμωση που προσδίδει σε ένα γαστρονομικό φεστιβάλ την απαιτούμενη εξωστρέφεια και λειτουργεί ως μοχλός για την τοπική ανάπτυξη.
Αυτός ήταν άλλωστε και ο στόχος της διοργάνωσης του 1ου Γαστρονομικού Φεστιβάλ «LARISSA FOOD FEST», σύμφωνα με τις διατυπώσεις σας περί «υλοποίησης ενός γεγονότος που θα ενισχύσει την τουριστική ταυτότητα της πόλης, της ανάπτυξη του catering, της τουριστικής βιομηχανίας, του προσωπικού στον τομέα της εστίασης και του τουρισμού στην Ελλάδα».
Άραγε ο στόχος επετεύχθη;
Ήταν το «1ο LARISSA FOOD FEST» η αντιπροσωπευτική γιορτή του γευστικού πλούτου του νομού;
Με εκτίμηση,
Σακελλάρης Αλέξανδρος,
επιχειρηματίας της εστίασης, πρώην πρόεδρος ΣΙΚΑΕΛ