Και όσο και εάν προσπαθήσουν να κερδίσουν χρόνο ή να βρουν κατάλληλο «περιτύλιγμα» για να το περάσουν στον κόσμο, σύντομα θα υποχρεωθούν να του πούνε την αλήθεια, ότι δηλαδή ή θα ενισχύσουν το υδατικό δυναμικό από τον Άνω Αχελώο ή θα υποχρεωθούν στην επιβολή δραστικού περιορισμού των ποσοτήτων που αντλούνται κάθε χρόνο.... με ταυτόχρονη μείωση των αρδευόμενων εκτάσεων και των εισοδημάτων που αυτό συνεπάγεται.Αυτό υποστηρίζει η Ε.Δ.Υ.ΘΕ., απαντώντας σε σχετική ερώτηση για το εάν και κατά πόσο οι υδατικές ανάγκες της Θεσσαλίας μπορούν να καλυφθούν χωρίς ενίσχυση από τον Άνω Αχελώο.
Πιο συγκεκριμένα:
Ερώτηση της «ΕτΔ»:
Για το θέμα ΤΩΝ ΕΡΓΩΝ ΑΧΕΛΩΟΥ ένα εύλογο ερώτημα που τίθεται είναι: Οι υδατικές ανάγκες του ΥΔ Θεσσαλίας μπορούν να καλυφθούν χωρίς την πρόσθετη ενίσχυση υδάτων που θα προέλθουν από τη μεταφορά (εκτροπή) υδάτων από τον Άνω Αχελώο;
Απάντηση της Ε.Δ.Υ.ΘΕ.:
Η απάντηση είναι ΝΑΙ ΜΕ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ.
Ως βασική προϋπόθεση τίθεται η ΚΑΤΑΚΟΡΥΦΗ ΚΑΙ ΔΡΑΣΤΙΚΗ ΜΕΙΩΣΗ της ζήτησης νερού, κυρίως στον πρωτογενή τομέα και τις αρδεύσεις. Και εδώ δεν εννοούμε μόνο την αυτονόητη (και προβλεπόμενη από το ΣΔΛΑΠ) εξοικονόμηση περίπου 15%. Απαιτείται επιπλέον η διακοπή λειτουργίας σημαντικού αριθμού γεωτρήσεων που, εδώ και χρόνια, αντλούν ανεξέλεγκτα από μόνιμα υπόγεια αποθέματα και οι οποίες πρέπει ΑΜΕΣΑ να υποκατασταθούν από επιφανειακά νερά νέων ταμιευτήρων εντός της ΛΑΠ Πηνειού (Ενιπέας, Μουζάκι, Νεοχώρι, Ελασσόνα, Πύλη κ.λπ.).
Επίσης θα πρέπει να διακοπεί, χωρίς δεύτερη συζήτηση, η βάναυση καταστροφή των ποτάμιων οικοσυστημάτων και λιμνών, όπου και εκεί οι αντλήσεις υπερβαίνουν τα επιτρεπόμενα όρια (το ΣΔΛΑΠ υπολογίζει αυτές τις υπεραντλήσεις σε 200 εκατ. κ.μ. νερού περίπου κάθε χρόνο).
Είναι λοιπόν προφανές ότι κάποια στιγμή θα πρέπει οι αρμόδιοι εκπρόσωποι της Πολιτείας να μιλήσουν στους αγρότες με ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ, να τους εξηγήσουν ότι τα υδατικά διαθέσιμα της ΛΑΠ Πηνειού ΔΕΝ μπορούν να ανταποκριθούν σε τόσο υψηλές απαιτήσεις αρδεύσεων, καλύπτοντας εκτάσεις 2,5 εκατ. στρεμμάτων!
Κάποιοι φυσικά θα ισχυριστούν ότι το ισχύον ΣΔΛΑΠ (2017) προβλέπει εξισορρόπηση του υδατικού ισοζυγίου, χωρίς μείωση αρδεύσεων και χωρίς ανάγκη περαιτέρω ενίσχυσης από τη ΛΑΠ Αχελώου. Η απάντηση όμως είναι ότι αυτή η ιδανική «εξισορρόπηση» βασίζεται σε συγκεκριμένες παραδοχές, πολλές όμως δεν είναι καθόλου ρεαλιστικές και εφαρμόσιμες!
Ενδεικτικά, ως ΔΕΔΟΜΕΝΗ θεωρείται η μείωση των καταναλώσεων νερού για τις αρδεύσεις, κάτι που σημαίνει την καθιέρωση ελέγχων και περιορισμών, την ενεργοποίηση του διοικητικού μηχανισμού (που στην πραγματικότητα βρίσκεται σε αδυναμία), καθώς βεβαίως (κυρίως αυτό) και τη λειτουργία ΟΛΩΝ των νέων σύγχρονων έργων που απαιτούνται για τη μεταφορά και διανομή νερού (αρδευτικά δίκτυα), καθώς και την αντικατάσταση όλων των υφισταμένων υποδομών περασμένων δεκαετιών. Και φυσικά την προσαρμογή των αγροτών για χρήση μεθόδων άρδευσης με μεγάλη απόδοση και των νέων τεχνολογιών με κατάλληλες συμβουλές και εκπαίδευση.
Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι αυτή η «προβλεπόμενη» μείωση, θα χρειαστεί πολλά χρόνια από τώρα, ΔΕΝ πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Επίσης το ισχύον ΣΔΛΑΠ, σχετικά με την οικολογική αποκατάσταση των υπόγειων οικοσυστημάτων και «αποπληρωμή» των οφειλόμενων ποσοτήτων υδάτων που αντλήθηκαν από μόνιμα μη ανανεώσιμα αποθέματα (εκτίμηση: 3 δισ. κ.μ. νερού / δες προηγούμενα), κάνει τη «βολική» παραδοχή ότι αυτή θα ολοκληρωθεί στα επόμενα ...60 χρόνια (δηλαδή 50 εκατ. κ.μ./έτος από απροσδιόριστες πηγές), κάτι που κατά την άποψή μας είναι αδιανόητο, τουλάχιστον για όσους διαθέτουν στοιχειώδη οικολογική ευαισθησία.
Στα παραπάνω ας προστεθεί και το γεγονός ότι θα χρειαστεί μακρύ χρονικό διάστημα για την κατασκευή των νέων ταμιευτήρων που αναφέραμε.
Πρακτικά, λοιπόν, οι προβλέψεις του ισχύοντος ΣΔΛΑΠ για «εξισορρόπηση» του υδατικού ισοζυγίου αποτελούν ένα ανεφάρμοστο θεωρητικό κατασκεύασμα με, σχεδόν αποκλειστικά, πολιτικές στοχεύσεις. Και όσο και εάν προσπαθήσουν να κερδίσουν χρόνο η να βρουν κατάλληλο «περιτύλιγμα» για να το περάσουν στον κόσμο, σύντομα θα υποχρεωθούν να του πούνε την αλήθεια, ότι δηλαδή ή θα ενισχύσουν το υδατικό δυναμικό από τον Άνω Αχελώο ή θα υποχρεωθούν στην επιβολή δραστικού περιορισμού των ποσοτήτων που αντλούνται κάθε χρόνο.... με ταυτόχρονη μείωση των αρδευόμενων εκτάσεων και των εισοδημάτων που αυτό συνεπάγεται. Η αρνητική επίδραση στην οικονομία της Θεσσαλίας θα είναι τραγική.
Όσον αφορά στα ημιτελή έργα Αχελώου, μπροστά σε οποιαδήποτε υπεύθυνη κυβέρνηση υπάρχουν δυο μόνο εναλλακτικοί δρόμοι.
Ο πρώτος είναι η ολοκλήρωση των έργων, η δημιουργία της τεχνητής λίμνης, με αξιοποίηση των υδάτων για υδροηλεκτρική παραγωγή και με παράλληλη μεταφορά μέρους των υδάτων στη ΛΑΠ Πηνειού. Ο δεύτερος δρόμος, εφόσον η ενίσχυση θεωρηθεί «περιττή», είναι η καθαίρεση όλων των ημιτελών έργων και η απομάκρυνση χωματισμών, σκυροδεμάτων κ.λπ. με παράλληλη αποκατάσταση του τοπίου.
Τα ανεύθυνα πολιτικά παιχνίδια, με δηλώσεις υπέρ ή κατά της εκτροπής, χωρίς όμως τα έργα ούτε να ολοκληρώνονται, ούτε βεβαίως να κατεδαφίζονται, έχουν εδώ και καιρό υπερβεί τα όρια ανοχής των πολιτών.
(Για την Ε.Δ.Υ.ΘΕ.:
Μπαρμπούτης Τάσος, μέλος Δ.Σ. ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/Κ-Δ Θεσσαλίας
Ντογκούλης Δημ., γεωπόνος, πρόεδρος τοπικού ΓΕΩΤΕΕ)
Ανθρακοδεσμευτική Γεωργία: Γιατί (πρέπει να) είναι μονόδρομος
Γράφει ο Χρ. Τσαντήλας*
Σήμερα το 97-98% των επιστημόνων παγκόσμια συμφωνούν ότι το κλίμα αλλάζει εξαιτίας της ανθρώπινης δραστηριότητας, λόγω της οποίας από το έτος 1750 έως σήμερα αυξήθηκε η συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα, του κυριότερου αερίου του θερμοκηπίου (ΑτΘ) από 330 σε 410 περίπου μέρη στο εκατομμύριο και η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας κατά 0.6 oC, ενώ σύμφωνα με τη Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή μέχρι το 2100, εάν δεν ληφθούν μέτρα, η ατμοσφαιρική θερμοκρασία θα αυξηθεί έως 4.8 oC. Αν και η κλιματική αλλαγή άρχισε πολύ νωρίτερα με φυσικό τρόπο, σήμερα το γεγονός αυτό διαφέρει στο ότι το φαινόμενο είναι ταχύτερο, ενώ έχει επέλθει τεράστιος κατακερματισμός και καταστροφή των φυσικών οικοσυστημάτων λόγω της ανάπτυξης της γεωργίας και των οικιστικών επεμβάσεων. Φαίνεται, λοιπόν, ότι η λήψη άμεσα μέτρων προσαρμογής στα νέα κλιματικά δεδομένα και αναχαίτισης της κλιματικής αλλαγής πρέπει να είναι στις άμεσες προτεραιότητες για τον άνθρωπο, όπως αναφέρεται στη Συμφωνία των Παρισίων του 2015.
Ένας από τους σημαντικότερους τομείς παραγωγής ΑτΘ είναι ο αγροδιατροφικός τομέας, στον οποίο περιλαμβάνεται η παραγωγή τροφίμων, ινών και άλλων προϊόντων, η αλλαγή χρήσης γης, η επεξεργασία, η τυποποίηση και η μεταφορά των γεωργικών προϊόντων, που παράγει το 50% περίπου των παγκόσμιων εκπομπών ΑτΘ. Η πιο όμως καταστρεπτική περίπτωση είναι η απελευθέρωση άνθρακα που έγινε με την αποψίλωση των δασών και την καλλιέργεια της γης. Υπολογίζεται ότι από την εμφάνιση της Γεωργίας που έγινε πριν από 10.000 χρόνια περίπου, απελευθερώθηκαν στην ατμόσφαιρα περίπου 320 δισ. τόνοι άνθρακα, εκ των οποίων το 50% περίπου (155 δισ.), από το 1850 και μέχρι το 2010, γεγονός που δείχνει τη βιαιότητα της επίδρασης του ανθρώπου στο κλίμα. Παρ’ όλα αυτά όμως πρέπει να μην ξεχνάμε ότι στο επιφανειακό έδαφος συγκρατούνται 2.5 τρισ. τόνοι άνθρακα που μαζί με τα 560 δισ. που βρίσκονται στη βιομάζα, περιέχουν έξι φορές παραπάνω άνθρακα από ολόκληρη την ποσότητα που υπάρχει στην ατμόσφαιρα. Μελέτες έδειξαν ότι το 2012 ο ρυθμός απελευθέρωσης άνθρακα από την αλλαγή χρήσης της γης, ήταν 0.9-1.7 δισ. τόνοι άνθρακα ανά έτος. Το έδαφος λοιπόν πρέπει να το θεωρήσουμε ως ένα «σφουγγάρι άνθρακα», η μεταχείριση του οποίου μπορεί να επηρεάσει σημαντικά σε την περιεκτικότητα άνθρακα της ατμόσφαιρας.
Ο πιο σημαντικός παράγοντας απελευθέρωσης ΑτΘ από το έδαφος είναι το όργωμα και η καλλιέργεια που καταστρέφουν την οργανική ουσία. Έρευνες έδειξαν ότι σε κλίματα όπως το μεσογειακό, καλλιέργεια εδάφους επί 30-50 χρόνια επιφέρει μείωση της οργανικής ουσίας κατά 30-50%. Οι ποσότητες αυτές είναι δραματικά μεγαλύτερες στα διαβρωνόμενα εδάφη. Η διάβρωση των εδαφών που οφείλεται σε κακές γεωργικές πρακτικές, εκτιμάται ότι απελευθερώνει 1.1 δισ. τόνους άνθρακα τον χρόνο παγκόσμια. Σημαίνουν όμως όλα αυτά ότι είναι νομοτέλεια η αύξηση των εκπομπών άνθρακα λόγω της ανάγκης να καλλιεργούμε τα εδάφη για την παραγωγή των τροφών μας; Ευτυχώς η απάντηση είναι όχι. Με ποιους λοιπόν τρόπους μπορούμε να το αποφύγουμε αυτό; Σε μεγάλο βαθμό η απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνεται από την αλλαγή των γεωργικών πρακτικών και την υιοθέτηση των αρχών της ονομαζόμενης Γεωργίας Άνθρακα (Carbon Farming) ή με πιο χαλαρή απόδοση του όρου της «Ανθρακοδεσμευτικής Γεωργίας». Αυτό σημαίνει ότι το γεωργικό μοντέλο παραγωγής πρέπει να αναπροσαρμοσθεί στην κατεύθυνση αυτή, δηλαδή να θέσει ως έναν βασικό στόχο τον περιορισμό των εκπομπών και την αύξηση της δέσμευσης άνθρακα, αξιοποιώντας την ιδιότητα του εδάφους να λειτουργεί ως «σφουγγάρι άνθρακα, εάν το διαχειριζόμαστε σωστά. Στην κατεύθυνση της αλλαγής του μοντέλου της γεωργίας πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη η συσχέτιση των γεωργικών συστημάτων με τη δέσμευση άνθρακα. Οι ετήσιες καλλιέργειες έχουν πολύ μικρότερο δυναμικό δέσμευσης άνθρακα (μέχρι 7 περίπου τόνους ανά εκτάριο στα πολύ βελτιωμένα συστήματα της οργανικής γεωργίας με χρήση κοπριάς), σε σύγκριση με μεικτές καλλιέργειες (δενδρώδεις και ετήσιες) με βελτιωμένη αμειψισπορά (δεσμεύουν μέχρι 18 τόνους ανά εκτάριο περίπου) και οι δενδρώδεις ακόμα μεγαλύτερο (η ελιά δεσμεύει μέχρι πάνω από 25 τόνους ανά εκτάριο). Το μεγαλύτερο δυναμικό δέσμευσης άνθρακα έχουν μεικτά συστήματα καλλιέργειας, όπως η αγροδασοπονία (μέχρι 30 τόνους ανά εκτάριο).
Είναι όμως προσανατολισμένη η γεωργία στη χώρα μας προς την κατεύθυνση αυτή; Δυστυχώς όχι, όπως θα αναλυθεί σε επόμενο άρθρο με αφορμή την παγκόσμια ημέρα εδάφους, που ήταν στις 5 Δεκεμβρίου.
*Ο Χρ. Τσαντήλας είναι γεωπόνος, δρ Εδαφολογίας, ερευνητής, πρ. διευθυντής Ινστιτούτου Bιομηχανικών και Κτηνοτροφικών Φυτών του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ (e-mail: christotsadilas@gmail.com)
Εμμονές και πραγματικότητα…
Από τους Κώστα Γιαννακό – Φάνη Γέμτο – Κώστα Γκούμα*
Στη φιλόξενη ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ (3/12/2021) δημοσιεύτηκε επιστολή του συντονιστή της Ν.Ε. ΣΥΡΙΖΑ Λάρισας κ. Β. Ζωγράφου, με την απάντησή του σε σχετικό δημοσίευμά μας για την επίσκεψη του κ. Αλ. Τσίπρα στη Θεσσαλία και τις τοποθετήσεις του για το πρόβλημα διαχείρισης των υδάτων.
Οφείλουμε να πληροφορήσουμε τον συντάκτη της επιστολής ότι δεν αυτοαναγορευόμαστε οτιδήποτε. Κάθε πολίτης σε μια δημοκρατική χώρα έχει δικαίωμα να έχει απόψεις και να τις δημοσιοποιεί.
Την άποψή μας ότι στη Θεσσαλία υπάρχει τεράστιο πρόβλημα διαχείρισης των υδάτων που απειλεί το περιβάλλον και την οικονομική ζωή της περιοχής ίσως να τη θεωρεί εμμονική, εμείς όμως την ονομάζουμε πραγματική.
Μια άποψη που συμμερίζονται και οι μελετητές των Σχεδίων Διαχείρισης Υδάτων (ΣΔΥ), που τόσο επικαλείται, αλλά και η πλειοψηφία όσων δεν έχουν κομματικές παρωπίδες.
Το πρόβλημα είναι ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας δεν αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα του θέματος και αρνείται να το αντιμετωπίσει. Στα προηγούμενα πολλά χρόνια κάποιοι που «παραμύθιαζαν», κατά τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ, τους Θεσσαλούς (στα ονόματα των πρώην πρωθυπουργών που αναφέραμε θα προσθέταμε και τους Κ. Λαλιώτη και Γ. Σουφλιά) αποφάσισαν και προχώρησαν τα έργα μεταφοράς υδάτων από το όμορο υδατικό διαμέρισμα της Δυτικής Ελλάδος (από Θεσσαλικές περιοχές).
Η ενίσχυση του υδατικού δυναμικού της Θεσσαλίας με 250.000.000 κ.μ. νερού ήταν το «παραμύθιασμα»; Ή τα έργα που προχώρησαν σε μεγάλο ποσοστό;
Μια όμως και του αρέσει να αναφέρεται στα ΣΔΥ ας δούμε τι είναι αυτά. Η Πολιτεία με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων αναθέτει σε ομάδες επιστημόνων-μελετητών να αναλύσουν την υπάρχουσα κατάσταση των υδάτων και να προτείνουν λύσεις για τον περιορισμό των προβλημάτων (σε εφαρμογή της Οδηγίας 60/2000 της Ε.Ε.).
Ο εκάστοτε Υπουργός ή Κυβέρνηση αποφασίζει με πολιτικά κριτήρια ποιες προτάσεις των μελετητών θα επιλέξει να υλοποιήσει και πώς.
Δεν είναι δουλειά του Υπουργού να ορίζει τι σενάρια θα προτείνουν οι μελετητές. Το 2014 εγκρίθηκαν τα πρώτα ΣΔΥ λίγο πριν αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Θα μας πει ο συντάκτης της επιστολής τι έκανε η τότε Κυβέρνηση για την ωρίμανση των προβλεπόμενων έργων; Ή αυτό καλά είναι να το ξεχάσουμε;
Η αναθεώρηση των ΣΔΥ του 2017 έγινε και πάλι με χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων. Οι μελετητές όμως δεν αφέθηκαν να κάνουν τη δουλειά τους, αλλά τους δόθηκε εντολή εγγράφως από τον κ. Σ. Φάμελλο (μέσω του γ.γ. Υδάτων) να μην περιλάβουν στα σενάρια τη μεταφορά υδάτων από τον Αχελώο.
Πόσο σωστό είναι αυτό, το αφήνουμε στην κρίση των αναγνωστών και των Θεσσαλών. Φαίνεται όμως ότι ο κ. Ζωγράφος πιστεύει ότι αυτή είναι η διαδικασία και θεωρεί ότι ο Υπουργός της νέας Κυβέρνησης πρέπει να κάνει το ίδιο.
Οι μελετητές όμως είπαν και το 2017 την αλήθεια για το ισοζύγιο υδάτων. Γιατί αν δεχτούμε ότι πρέπει να συνεχίσουμε να ποτίζουμε τα ίδια στρέμματα, όπως προβάλλουν όλοι οι πολιτικοί μας (το πολιτικό κόστος να προτείνουν μείωση είναι δυσβάσταχτο) και να διατηρήσουμε την οικονομία μας σε καλό επίπεδο, τότε τα μεγέθη δεν βγαίνουν.
Οι μελετητές του 2017 πρότειναν απροσδιόριστες λιμνοδεξαμενές (τις παλιές μπάρες που κοροϊδεύαμε) και αποκατάσταση των υπόγειων υδροφορέων στα 60 χρόνια. Αν δεν έχει μπει θαλασσινό νερό έως τότε. Και φυσικά με την κλιματική αλλαγή τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα.
Σε αυτό συμφωνεί ο κ. Ζωγράφος; Ας το πει στους αγρότες και ας αναλάβει το πολιτικό κόστος. Οι μελετητές πρότειναν εξοικονόμηση νερού και στα δύο ΣΔΥ. Έγινε κάποια συστηματική προσπάθεια από το 1915;
Ενδιαφέρον έχει η άποψη του κ. Ζωγράφου (αλλά και των πολιτικών μας) ότι αρκεί να καταρτιστεί από την εκάστοτε Κυβέρνηση ένας κατάλογος με έργα και αυτό σημαίνει πρόγραμμα.
Πραγματικά τα ΣΔΥ τόσο του 2014 όσο και του 2017 αναφέρουν μια σειρά από φράγματα στη λεκάνη του Πηνειού.
Κατά τη γνώμη του δεν είναι δουλειά της Κεντρικής Κυβέρνησης (που διαθέτει και τους οικονομικούς πόρους) να ωριμάσει τα έργα και να τα κατασκευάσει;
Αλλά και η Περιφέρεια, που και αυτή στέλνει καταλόγους με έργα στην Κεντρική Κυβέρνηση και περιμένει να τα υλοποιήσει, έχει σε μεγάλο ποσοστό δίκιο (αφού μόνο η Κυβέρνηση έχει την αρμοδιότητα για τα μεγάλου προϋπολογισμού έργα), παρόλο που κατά τη γνώμη μας κάποια μελέτη θα μπορούσε να προχωρήσει και η ίδια.
Θα πρέπει επομένως να μας πει ο απολογητής της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (2015-2019) τι έκανε για το υδατικό (έστω και από πλευράς ωρίμανσης των μελετών);
Αναφέρει ο συντάκτης της επιστολής ότι στο έργο του ταμιευτήρα της Συκιάς και της σήραγγας μεταφοράς αντιτίθενται η Ε.Ε., το ΣτΕ και δεν υπάρχουν εθνικά χρήματα για να γίνουν τα έργα.
Είναι γνωστό σε όλους ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σε ερωτήματα του ΣτΕ απάντησε ότι η μεταφορά υδάτων είναι δικό μας θέμα. Στις δημοκρατίες το έργα που γίνονται αποφασίζονται από την εκλεγμένη Κυβέρνηση και όχι από τους δικαστές του ΣτΕ. Οι δικαστές μπορούν να σταματούν ένα έργο γιατί δεν λήφθηκε υπόψη η προστασία της Μονής του Αγίου Γεωργίου στο Μυρόφυλλο ή ότι δεν υπάρχει μελέτη για το πού και πώς θα παραχθεί η ΥΗ ενέργεια, ή να μην προβλέπεται από το χωροταξικό σχέδιο της Θεσσαλίας.
Το αν θα γίνει όμως ένα έργο ή όχι, είναι απόφαση της Βουλής και της Κυβέρνησης, η οποία έχει (διά των Υπουργείων) την ευθύνη της σύνταξης των απαιτούμενων μελετών και την τήρηση της νομοθεσίας.
Όσο για τα οικονομικά του έργου, μάλλον το επιχείρημα είναι αστείο. Ένας ταμιευτήρας έτοιμος από το 2001 (Μεσοχώρα αξίας 500.000.000 ευρώ), ένα φράγμα (κατά 65% ολοκληρωμένο) και μία σήραγγα επίσης κατά μεγαλύτερο μέρος κατασκευασμένη με συνολικό κόστος κοντά στο 1 δισ. ευρώ, χρειάζονται άλλα 150-200.000.000 ευρώ για να τελειώσουν.
Θα παράγουν κάθε χρόνο περισσότερα από 60.000.000 ευρώ καθαρής ενέργειας με εγχώρια υλικά (αντί να καίμε εισαγόμενο φυσικό αέριο). Αυτά είναι τα οικονομικά στοιχεία που δεν μπορούμε να καλύψουμε με Εθνικούς πόρους. Αλλά θα βρούμε υποθέτω τόσα χρήματα για να γκρεμίσουμε τα έργα και να αποκαταστήσουμε τη ροή του Αχελώου; Ενδιαφέρουσα άποψη.
Ας δούμε όμως και την επίσκεψη του κ. Τσίπρα. Κατά τη γνώμη μας έδειξε μια περιορισμένη έως ατελή γνώση του θέματος της διαχείρισης των υδάτων της Θεσσαλίας, καθώς περιόρισε το θέμα μόνο σε κάποια έργα ταμίευσης και δεν αναφέρθηκε στα κρίσιμα περιβαλλοντικά θέματα που είναι η διακοπή ροής του Πηνειού το καλοκαίρι (με καταστροφή του οικοσυστήματος) και στην άθλια κατάσταση των υπόγειων υδροφορέων. Αυτό προβάλλαμε και περιμέναμε μια απάντηση. Προβάλλαμε επίσης σε πολλά δημοσιεύματα την ασυνέπεια του σημερινού Πρωθυπουργού που ενώ προεκλογικά (αλλά και στα δύο πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης) υπόσχονταν συνέχιση των έργων και ήπια μεταφορά υδάτων από τον Αχελώο, τον τρίτο χρόνο ανακάλυψε συνταγματικά (!!) και τεχνικά (!!) προβλήματα. Μια θεαματική ανατροπή.
Σε ό,τι αφορά την αιχμή του κ. Ζωγράφου για ευθύνες στην ανεξέλεγκτη χρήση νερού με υπεραντλήσεις από «χιλιάδες παράνομες γεωτρήσεις», θα υπενθυμίσουμε ότι οι «νομιμοποιήσεις» γεωτρήσεων έγιναν από εκλεγμένους Νομάρχες και Ν.Σ., συχνά με αντίθετες εισηγήσεις και υποδείξεις υπηρεσιακών παραγόντων (Σημείωση: Αν ανατρέξουν, όσοι ενδιαφέρονται, στα δημοσιεύματα εκείνης της εποχής ίσως τότε θα ήταν πιο συγκρατημένοι στην κριτική προς τους …«συντηρητικούς ιθύνοντες»).
Όσοι ασχολούμαστε με το υδατικό, θα εξακολουθούμε να υποστηρίζουμε την επίλυση του υδατικού προβλήματος, τόσο με τη μείωση της ζήτησης (εξοικονόμηση νερού στη μεταφορά, διανομή και εφαρμογή στο χωράφι), όσο και με την αύξηση της προσφοράς (κατασκευή ταμιευτήρων περιφερειακά της Θεσσαλίας και μεταφορά ποσοτήτων νερού από τον Αχελώο). Κάθε έργο είναι ευπρόσδεκτο και συμβάλλει στη διατήρηση του πρωτογενούς τομέα, προσφέρει δυνατότητες μεγαλύτερης ανάπτυξης και εξασφάλισης του εισοδήματος των αγροτών, εξασφαλίζει τη διατροφή του πληθυσμού, αλλά παράλληλα μειώνει και τους κινδύνους ερημοποίησης της Θεσσαλίας.
Όσο και εάν ενοχλούμε ορισμένους, θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε και με τα επιχειρήματά μας προκειμένου να πείσουμε τους Θεσσαλούς για την ορθότητα των απόψεών μας και την αναγκαιότητα να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους.
*Γιαννακός Κώστας, γεωπόνος, πρόεδρος Γεωπονικού Συλλόγου Λάρισας,
*Γέμτος Φάνης, ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας,
*Γκούμας Κώστας, πρώην πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/ΚΕ.