* Του Βασίλη Πλατή, φιλολόγου-δρ. ιστορικού Α.Π.Θ.
Το τελευταίο δεκαπενθήμερο ιδιαίτερα μετά την πρωθυπουργική επίσκεψη στο λόφο του Καστά στην Αμφίπολη, όταν οι εν εξελίξει ανασκαφικές εργασίες στην περιοχή ήρθαν στο προσκήνιο μεγάλο τμήμα του ελληνικού λαού και της κοινής γνώμης άρχισε να αγωνιά για την αποκάλυψη της ταυτότητάς του ή των «ενοίκων» του μεγαλοπρεπούς ταφικού μνημείου. Οι διαφορετικές εκδοχές για την ταυτότητα του νεκρού ή των νεκρών που έχουν διατυπωθεί έως τώρα από τους αρχαιολόγους εάν δηλαδή πρόκειται για τον στρατηγό του Μ. Αλεξάνδρου Νέαρχο ή για μέλος ή μέλη της μακεδονικής οικογένειας ή ακόμη και για τον ίδιο τον Μακεδόνα στρατηλάτη, με ελάχιστες όμως πιθανότητες παραμένουν απλώς εικασίες, δεδομένου ότι οι εργασίες δεν έχουν ολοκληρωθεί και ο τάφος κρύβει σφραγισμένο το μυστικό του.
Ωστόσο, πέρα από την αναμφισβήτητη παραδοχή ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα πολιτισμικό μνημείο παγκόσμιας αρχαιολογικής αξίας που έρχεται να συμπληρώσει ένα κενό της ιστορικής γνώσης, η ίδια η αποκάλυψη του μνημείου λαμβάνει επιπλέον πολιτικές και «εθνικές» διαστάσεις. Είναι αλήθεια ότι τα «μνημεία» του αρχαιοελληνικού παρελθόντος κείμενα αρχαίων συγγραφέων, ευρήματα της αρχαιολογικής σκαπάνης, επιβιώσεις του λαϊκού πολιτισμού οδήγησαν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα τον εθνικό ιστοριογράφο Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο να διατυπώσει τη θεωρία της συνέχειας της ελληνικής ιστορίας, από την αρχαιότητα έως τη νεότερη εποχή με ενδιάμεσο συνεκτικό κρίκο την περίοδο του Βυζαντίου. Αφετηρία για την κατασκευή του παραπάνω ιδεολογικού σχήματος ήταν η αγωνία του Παπαρρηγόπουλου ως φορέα της εθνικής ιδεολογίας της εποχής να επεκταθεί το ελληνικό κράτος εδαφικά ώστε αφενός μεν να συμπεριλάβει ελληνικούς πληθυσμούς που κατοικούσαν εκτός των συνόρων του, αφετέρου δε να αναχαιτίσει το σλαβικό κίνδυνο.
Σήμερα που τέτοιου είδους ζητήματα δεν φαίνεται να απασχολούν την Ελλάδα, μια που τα σύνορά της έχουν αποκρυσταλλωθεί ήδη από το 1923 με την υπογραφή της ελληνοτουρκικής συμφωνίας στη Λοζάνη, η πολιτική ηγεσία της χώρας επιδιώκοντας επιτακτικά την καθημερινή σχεδόν δημοσιότητα της πορείας των ανασκαφών στην Αμφίπολη πλην της δεδομένης σημασίας των ευρημάτων επιχειρεί να εξυπηρετήσει παράλληλα δικές της πολιτικές σκοπιμότητες. Με δεδομένο ότι η διεθνής επιστημονική κοινότητα έχει κατά το παρελθόν αναφανδόν αποφανθεί περί της ελληνικής καταγωγής των αρχαίων Μακεδόνων παρά τις παρατεταμένες και άναρθρες κραυγές των «αμετανόητων» γειτόνων μας, οι αποκαλύψεις της αρχαιολογικής σκαπάνης στο λόφο Καστά οδηγούν τους πολιτικούς σε συνειρμούς του τύπου ότι ο Μέγας Αλέξανδρος και οι επίγονοί του, που μετέδωσαν την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό στα πέρατα της οικουμένης, καθοδηγούν και τους σύγχρονους Έλληνες στην υπέρβαση της σφοδρότατης οικονομικής κρίσης, στη δίνη της οποίας συνεχίζουν να στροβιλίζονται. Οι Έλληνες μπορούν…
Άλλωστε, ένας σύγχρονος Αμερικανός ανθρωπολόγος υποστήριξε ότι αν πάρουμε το παρόν έξω από το παρελθόν, θα μας έχει μείνει ένα στεγνό άχρηστο περίβλημα. Εμείς οι Έλληνες φαίνεται ότι συμμεριζόμαστε την άποψη αυτή απόλυτα. Γι’ αυτό και ο Γάλλος αρχαιολόγος Gaston Deschamps, που περιηγήθηκε στην Ελλάδα του 1888, παρατήρησε με νόημα για τους Έλληνες της εποχής του ότι η αγάπη για την αρχαιολογία είναι μια ιδιαίτερη πλευρά του πατριωτισμού τους• ο ταπεινότερος σκαφτιάς της Επιδαύρου ή της Ελευσίνας ξέρει τώρα ότι, χτυπώντας τη γη με τη σκαπάνη, επιτελεί εθνικό έργο.