Όπως, τα ανελέητα καταστροφικά κύματα του καύσωνα που παρατηρήσαμε πρόσφατα στον Καναδά και στην Αμερική, στη Μεσόγειο και στα Βαλκάνια, στην Αφρική και στην Ασία. Τα χιλιάδες πύρινα μέτωπα στην Ιταλία, στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στην Ισπανία, στην Αλγερία, στην πρώην Γιουγκοσλαβία κ.ά. Τις φονικές πλημμύρες στη Γερμανία, στο Βέλγιο στην Κίνα, άλλα και στην Ελλάδα, κ.λπ. Το μαζικό λιώσιμο των πάγων στη Γροιλανδία. Τις σφοδρές χιονοθύελλες στη Βραζιλία. Όλες τις φυσικές αυτές καταστροφές που σαρώνουν τον πλανήτη, τις αποδίδουν σ’ έναν κοινό παρονομαστή. Την κλιματική αλλαγή. Πόσα χρόνια πριν γνώριζε η ανθρωπότητα; Και τι έκανε για να την αποφύγει; Πόσες δεκαετίες πήγαν τελικά χαμένες για το περιβάλλον;
Τα σημάδια φαίνονταν και τα διατυμπάνιζαν οι δικοί μας και οι ξένοι επιστήμονες. Όμως τα αγνόησαν, τα υποτίμησαν οι κρατούντες.
Ήταν Αύγουστος του 1974, πριν 47 χρόνια, όταν η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών της Αμερικής (CIA) συνέταξε μια απόρρητη μελέτη για λογαριασμό της αμερικανικής κυβέρνησης αναφορικά με την κλιματική αλλαγή. Το πόρισμα ήταν δραματικό, καθώς προειδοποιούσε για την εμφάνιση μιας νέας εποχής ακραίων καιρικών συνθηκών, οι οποίες θα οδηγούσαν σε μαζικά κύματα μεταναστών, πυροδοτώντας ακολούθως πλήθος αναταραχών ανά τον κόσμο. Η νέα εποχή δεν θα ήταν κατ’ ανάγκη θερμότερη, μιας και οι επιστήμονες μιλούσαν τόσο για υπερθέρμανση όσο και για ψύξη του πλανήτη.
Η άμεση ανησυχία της CIA ήταν ο πολιτικός αντίκτυπος. Ήταν γνωστό άλλωστε ότι η λεγόμενη «μικρή εποχή των παγετώνων», μεταξύ 1350 και 1850, είχε επιφέρει ξηρασίες, λιμούς, πολέμους και αυτό θα μπορούσε να συμβεί και πάλι με βάση τα κλιματολογικά μοντέλα που είχε στα χέρια της η μυστική υπηρεσία.
Η έκθεση της CIA, προϊδέαζε για τις επιπτώσεις των κλιματικών συνθηκών που είχαν κιόλας κάνει την εμφάνισή τους: «Η κλιματική αλλαγή ξεκίνησε το 1960. Κανείς, συμπεριλαμβανομένων και των ειδικών στο κλίμα, δεν το συνειδητοποίησε. Οι εκτεταμένες καταστροφές των καλλιεργειών στη Σοβιετική Ένωση και στην Ινδία στις αρχές της δεκαετίας του 1960 αποδόθηκαν στις κακές καιρικές συνθήκες».
Για τη CIA, o πλανήτης είχε αρχίσει να κρούει τον κώδωνα, όμως «ο κόσμος τον αγνοεί, καθώς ο παγκόσμιος πληθυσμός συνέχιζε να αυξάνεται και τα κράτη να πραγματοποιούν μαζικές επενδύσεις στην ενέργεια, στην τεχνολογία και στη φαρμακευτική».
Τα πρώτα δείγματα της καιρικής «εξαλλοσύνης» ήταν εκεί και έδειχναν τα δόντια τους. Κάτοικοι σε μια σειρά υποσαχάριων χωρών της Δυτικής Αφρικής άρχισαν να μετατρέπονται «στα πρώτα θύματα της κλιματικής αλλαγής», όπως στη Μαυριτανία, στη Σενεγάλη, στο Μάλι, στην Μπουρκίνα Φάσο, στον Νίγηρα, στο Τσαντ. Οι πλούσιες χώρες δεν τους έδωσαν την παραμικρή σημασία και τα δεινά του κλίματος υπερκεράστηκαν από υπαρξιακά προβλήματα που έπρεπε οι φτωχές αυτές χώρες να αντιμετωπίσουν.
Με τον καιρό οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής συνέχιζαν να εξαπλώνονται κι αλλού. Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, σε Βιρμανία, Πακιστάν, Βόρεια Κορέα, Κόστα Ρίκα, Ονδούρα, Ιαπωνία, Μανίλα, Ισημερινό, ΕΣΣΔ, ΗΠΑ, Ινδία, ένα μοτίβο ξηρασιών – αποτυχημένων καλλιεργειών και πλημμυρών άρχισε να επαναλαμβάνεται.
Η CIA είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το μήνυμα της σοβαρότητας της κατάστασης δεν έφτανε στους πολίτες και στο ότι η κλιματική αλλαγή δεν προσέλκυε τη δέουσα προσοχή. Δεν υπήρχε καν η αίσθηση του επείγοντος. Η κοινή γνώμη στις ΗΠΑ έβλεπε το πρόβλημα της καύσης ορυκτών καυσίμων υπό το πρίσμα της εγχώριας πετρελαϊκής κρίσης. Οι λιμοί σε τρίτες χώρες αντιμετωπίζονταν σαν γεγονότα που συνέβαιναν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Αμερική. Στα χρόνια που ακολούθησαν υπήρξαν κι άλλες μελέτες που προειδοποιούσαν για ζημιογόνες αλλαγές στην ατμόσφαιρα και λίγο πριν χαράξει η δεκαετία του ’80 στην Αμερική έκανε την εμφάνισή του ο όρος «φαινόμενο του θερμοκηπίου». Η επιστημονική κοινότητα άρχισε να κινητοποιείται πιο εντατικά. Μέχρι που τον Νοέμβριο του 1980 εξελέγη ο Ρόναλντ Ρίγκαν, ο οποίος διόρισε στο Υπουργείο των Εσωτερικών τον Τζέιμς Βατ, πρώην επικεφαλής μεγάλης δικηγορικής εταιρείας, γνωστό για τους αγώνες του υπέρ της γεώτρησης και εξόρυξης και για τις απόψεις του περί του πράσινου κινήματος που χαρακτήριζε μια αίρεση που θέλει να καταλύσει το πολίτευμα. Η Εθνική Ένωση Άνθρακα έκανε πάρτι με τον διορισμό του.
Στο μεταξύ, οι περιβαλλοντολόγοι, οι ΜΚΟ και κάθε είδους ακτιβιστές έστρεφαν το ενδιαφέρον τους σε άλλα ζητήματα για το περιβάλλον, όπως η διάσωση των τροπικών δασών και της φάλαινας. Μέχρι τα πρώτα σοβαρά σημάδια να εμφανιστούν, στο λυκαυγές του 21ου αιώνα, είχαν χαθεί 30 και πλέον πολύτιμα χρόνια. Χρόνια άκαρπου σκεπτικισμού, άρνησης, αδιαλλαξίας από τους μεγάλους ρυπαντές, ανεπάρκεια των ηγεσιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Λυπηρό και αποκαρδιωτικό. Διότι η ανθρωπότητα γνώριζε, αλλά έμεινε άπραγη. Και σήμερα ζει τα επίχειρα αυτής της σκανδαλώδους απραξίας.
Στο κλίμα του γενικότερου στρουθοκαμηλισμού των δεκαετιών του 1960 και του 1970 υπήρξαν και εξαιρέσεις που έβλεπαν τον κίνδυνο. Το 1965 το θέμα έθιξε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Λίντον Τζόνσον σε ομιλία του. Ενώ λίγους μήνες πριν από την έκθεση της CIA, ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Χένρυ Κίσινγκερ από το βήμα του ΟΗΕ εξέφρασε την ανησυχία του για την απειλή που αντιμετώπιζαν τα φτωχότερα έθνη και «το ενδεχόμενο κλιματικών αλλαγών στη ζώνη των μουσώνων και ίσως σε ολόκληρο τον κόσμο».
Από την επιστημονική κοινότητα, νέοι κυρίως κλιματολόγοι άρχισαν τη δεκαετία του 1970 να αρθρογραφούν σε εφημερίδες και να μιλούν στην τηλεόραση. Επρόκειτο κυρίως για νέους επιστήμονες που ήθελαν να αφυπνίσουν συνειδήσεις. Ένας από αυτούς και ο Στέφεν Σνάιντερ, απόφοιτος του Columbia, που με το βιβλίο του «The Genesis Strategy» («Η στρατηγική της Γένεσης», 1976) τάραξε τα νερά, προσδίδοντας με εκλαϊκευμένο τρόπο τη σοβαρότητα που άρμοζε στην κλιματική αλλαγή. Κατάφερε να τραβήξει τα φώτα. Οι «New York Times» και η «Washington Post» του έπλεξαν το εγκώμιο, ενώ ο Σνάιντερ εμφανίστηκε στο δημοφιλές «Tonight Show» στην τηλεόραση. Η προβολή του, ωστόσο, ενόχλησε τους παλαιότερους συναδέλφους του, που επιδόθηκαν σε μια επιχείρηση αποδόμησης των όσων υποστήριζε, λέγοντας ότι νέοι συνάδελφοι δεν μιλούσαν με όρους ψυχρής λογικής –όπως δηλαδή ορίζει η επιστήμη– αλλά με το συναίσθημα.
Το πλανητικό μας σπίτι αργοπεθαίνει..., όπως μας πληροφορεί η παγκόσμια κοινότητα επιστημόνων κλιματολογικών συνθηκών - εκτός κι αν αλλάξει η ανθρωπότητα ρότα.
Από τον Δημήτρη Τσικούρα,
λογοτέχνη