Οι μπασκετικές γενιές μεγάλωναν επί χρόνια στα πόδια του μεγάλου Νίκου Γκάλη. Του ανθρώπου που πραγματικά, όπως μου έλεγε ένας προπονητής μου κάποτε στη Λάρισα, έφερε το μπάσκετ στην Ελλάδα. Μετά από τόσα χρόνια θα συμφωνήσω μεν αλλά θα προσθέσω ότι το φαινόμενο «Γκάλη» δεν ήταν αμιγώς αθλητικό, ήταν κοινωνικό. Είχε μπει σε κάθε σπίτι με μία μπασκέτα στον τοίχο, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε σχολείο και όλα τα παιδιά είχαν αποκτήσει ξαφνικά ένα όμορφο κίνητρο. Κίνητρο υγείας και προόδου που μόνο ο αθλητισμός προσφέρει. Ο Γκάλης ήταν ο Θεός στα μάτια μας, όχι μόνο γι' αυτά που κατάφερε μέσα στο παρκέ, αλλά κυρίως γι' αυτά που εμφύσησε στον τρόπο σκέψης μας, στο υποσυνείδητό μας και τον τρόπο συμπεριφοράς μας. Στην καθημερινότητα και στη δουλειά μας. Ήταν ο παιδικός ήρωας πολλών. Αυτός που συνόδευε τα όνειρα παιδιών. Αυτός που μας έκανε να θέλουμε να φοράμε τα ίδια αθλητικά παπούτσια.
Μετά από τρεις δεκαετίες, μπορούμε να πούμε γεμάτοι υπερηφάνεια ότι ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είναι ένα άλλο φαινόμενο, που μας γεμίζει αισιοδοξία για το μέλλον. Ένα φαινόμενο αθλητικό, κοινωνικό και κυρίως ένα υπόδειγμα ανθρωπίνων συμπεριφορών. Ναι είναι ο καλύτερος. Και έτσι πρέπει να γίνεται για να υπάρχει πρόοδος, προοπτική και έμπνευση για να νέα παιδιά που μεγαλώνουν και θέλουν να ακολουθήσουν τον αθλητισμό, είτε σε ερασιτεχνικό είτε σε επαγγελματικό επίπεδο.
Βλέποντας τον Γιάννη να ανεβαίνει στην κορυφή του μπασκετικού κόσμου, ήρθαν στο μυαλό μου πολλές ανάμεικτες σκέψεις. Χαρά, υπερηφάνεια, αλλά και λύπη. Γυρίζω καμιά 20αριά χρόνια πίσω. Ένα παιδί μεταναστών μεγαλώνει νόμιμα στην Ελλάδα, την αγαπάει πιο πολύ από άλλους που φλυαρούν «πατριωτικά», καυχιέται για την Ελλάδα, δουλεύει στους δρόμους πουλώντας μπουκάλια, φοιτά σε ελληνικά σχολεία, «φουσκώνει» από υπερηφάνεια όταν σηκώνει τη σημαία στο σχολείο ως σημαιοφόρος, υπηρετεί τη στρατιωτική του θητεία με τιμή, ενώ κάποιοι άλλοι δεν πέρασαν ούτε απ’ έξω και έχει ένα όνειρο. Να φορέσει το εθνόσημο ως αθλητής και να τιμήσει την Ελλάδα στα πέρατα του κόσμου.
«Δεν θέλω ρε...» του απαντούσε ο «ευγενής» πολίτης όταν του πρόσφερε κάτι από την πραμάτεια του στον δρόμο. «Τι θέλει αυτό το πιθήκι στην Ελλάδα, να επιστρέψει στα δέντρα και στη ζούγκλα..» σχολίαζαν κάποιοι ειδικοί πατριώτες στα Σεπόλια, όταν τον έβλεπαν. Έλα μωρέ σιγά, σου λέει ο άλλος στο καφενείο πάνω από το τάβλι: «Τον έκαναν θεό γιατί βαράει όλη μέρα μία μπάλα. Ένα πετσί...». Σιγά μωρέ σου λέει η άλλη την ώρα που αγωνιά αν θα βγει σωστή η βαφή στο κομμωτήριο: «Δεν είναι μορφωμένος και επιστήμονας, απλά βάζει καλάθια...». «Μα είναι δυνατόν να βάζεις αυτόν τον «μαύρο» στην ίδια εικόνα με τον Περικλή για τα 200 χρόνια από την επανάσταση...;». Σου λέει ο άλλος μέγας γνώστης και Ελληνάρας του facebook.
Με λίγα λόγια, γνώμη όλοι και για όλα. Ποιοι όλοι; Εμείς οι Ελληνάρες. Με τις «πολλές» γνωριμίες. Με το «ξέρεις ποιος είμαι εγώ...». Με τους μπαρμπάδες στην Κορώνη. Με τους βουλευτές και τους μεγάλους και τρανούς που είναι «φίλοι» μας. Με τα ρουσφέτια μας. Με την ισοπέδωση και την ξερολίαση, ακόμη κι αν βρίσκεται κάπου μεταξύ μετριότητας και ένδειας. Οι οσφυοκάμπτες, οι μόνιμα αγανακτισμένοι και διχασμένοι. Οι πάντα «αδικημένοι» που δεν φταίμε ποτέ γιατί μονίμως φταίνε οι άλλοι. Χιλιάδες χρόνια ιστορίας ρε παιδί μου και ποτέ όλοι μαζί. Μα ποτέ;
Ρώτα όσους μορφωμένους ανθρώπους πήραν των ομματιών τους, για τους λόγους που έφυγαν. Ξέρεις τι θα σου πουν; «Έφυγα γιατί αυτή η χώρα δεν ξέρει να τιμά τον μόχθο και τον άξιο, δεν ξέρει τι θα πει ενότητα και κυρίως δεν ξέρει να τιμά εκείνους που δεν είναι ανίψια κάποιου «σπουδαίου», για να μπουν σε μία θέση.
Πάμε στο σήμερα και ο Γιάννης είναι ήδη στην κορυφή. Και πλέον σχεδόν όλοι παραμιλάμε και λέμε καλά λόγια. Γιατί σχεδόν όλοι όμως και όχι όλοι..; Αλήθεια, ακόμη ενοχλεί κάποιους η παρουσία του ΕΛΛΗΝΑ παικταρά; Αλήθεια, υπάρχουν ακόμη πολίτες που δεν πιστεύουν ότι ΕΛΛΗΝΑ με τα γράμματα κεφαλαία, σε κάνει το μέγεθος της αγάπης σου για τον τόπο που ανδρώθηκες και ξέρεις να τιμάς, και όχι οι δεσμοί συγγένειας ή η ανάλυση του αίματός σου; Αλήθεια, σκεφτόμαστε έτσι για τον αθλητή που αποτελεί τον πλέον άξιο πρεσβευτή του κατά τα άλλα «φτωχού» και «μίζερου» Ελληνικού αθλητισμού, εντός και εκτός συνόρων; Αλήθεια, σκεφτόμαστε έτσι για τον άνθρωπο, που όπου σταθεί μιλά για την Ελλάδα με αστείρευτη αγάπη και σεβασμό;
Πρέπει κάποια στιγμή, ως πολίτες, ως κοινωνοί, ως άνθρωποι να αναπροσαρμόσουμε ιδεώδη, απόψεις και κυρίως «πιστεύω». Πρέπει κάποια στιγμή, μακριά από ανούσιους ηρωισμούς και νταηλίκια, να καταλάβουμε ότι η χώρα που «γέννησε» τον Περικλή, τον Μ. Αλέξανδρο, τον Κολοκοτρώνη, τον γιατρό Παπανικολάου, τον Νίκο Γκάλη και τον σπουδαίο Γιάννη Αντετοκούνμπο, είχε βγάλει νωρίτερα τον Εφιάλτη, τον Νενέκο, τον Πήλιο Γούση και τον Τσολάκογλου. Οι αποστάσεις μικρές αλλά οι διαφορές μεγάλες...
* Ο Βάσος Π. Καραμπίλιας είναι δικηγόρος Αθηνών, μέλος του Μητρώου στελεχών της Ν.Δ., επιστημονικός συνεργάτης στη Βουλή των Ελλήνων