Το πρόβλημα του μελλοντικού προσανατολισμού της Ευρώπης, άρρηκτα συνδεδεμένο με την επιλογή των βασικών αξιακών στοιχείων που θα πρέπει να την ορίζουν, τίθεται διαρκώς εδώ και δεκαετίες. Ωστόσο, σήμερα έχει λάβει ακόμη πιο επείγουσα διάσταση η διατύπωση συγκεκριμένων απαντήσεων. Παρά το γεγονός ότι η ευρωπαϊκή ήπειρος και ιδιαιτέρως ο χώρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθεί να αποτελεί μια όαση δημοκρατίας, ελευθερίας της σκέψης και της έκφρασης, ειρηνικής συμβίωσης και συνεργασίας πολλών και διαφορετικών εθνών, με υψηλό, κατά μέσο όρο, επίπεδο διαβίωσης, ταυτοχρόνως έχουν συσσωρευθεί αρκετά προβλήματα που υπονομεύουν την ενότητά της και την εμπιστοσύνη των πολιτών προς αυτό το πρωτοποριακό για την παγκόσμια ιστορία πείραμα. Η οικονομική κρίση, λόγω και της μετατόπισης της παγκόσμιας παραγωγικής δραστηριότητας στα ανατολικά, η αύξηση των ανισοτήτων μεταξύ βορρά και νότου, αλλά και μεταξύ των πολιτών κάθε κράτους, η προβληματική διαχείριση των τεράστιων μεταναστευτικών ρευμάτων, αλλά και η σύσταση της σύγχρονης ευρωπαϊκής ταυτότητας κάνουν επιτακτική μια συλλογική «ενδοσκόπηση» και έναν ανανεωμένο ευρωπαϊκό «αυτοπροσδιορισμό».
Υπ’ αυτό το πρίσμα, η ΕΕ υπό την κοινή προεδρία των θεσμικών της οργάνων, δηλαδή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έχει συστήσει μια πλατφόρμα για την ανταλλαγή απόψεων των πολιτών των κρατών μελών της και για την προβολή δράσεων που αφορούν τη γενικότερη προβληματική περί του Μέλλοντος της Ευρώπης.
Ανταποκρινόμενη άμεσα σε αυτήν την πρόσκληση η Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας (ΔΣΟ) αφιέρωσε τις εργασίες της Γενικής της Συνέλευσης, που διεξήχθη στη Γεωργιούπολη Αποκορώνου Χανίων από τις 22 έως τις 25 Ιουλίου, με τη συμμετοχή δεκάδων Ορθοδόξων βουλευτών από 17 χώρες και εκπρόσωπων πολλών διεθνών Οργανισμών στο ζήτημα “Το μέλλον της Ευρώπης, το μέλλον του κόσμου μετά την πανδημία”. Πρόκειται για την απαρχή ενός ανοιχτού διαλόγου, στον οποίο θα επιδιώξουμε να αναδείξουμε τη φωνή του κοινοβουλευτικού χώρου.
Όπως, διαπιστώθηκε και στη διάρκεια των εργασιών της Γενικής μας Συνέλευσης, από το σύνολο των συνέδρων, ένα από τα σημαντικότερα ελλείμματα της σύγχρονης Ευρώπης είναι η, σε κρίσιμο βαθμό, απώλεια των βασικών της πολιτισμικών και αξιακών πυλώνων, επί των οποίων οικοδομήθηκε ο ευρωπαϊκός πολιτισμός. Ένας από τους βασικούς αυτούς πυλώνες είναι η χριστιανική της παράδοση. Κάθε εξίσωση για το ευρωπαϊκό μέλλον που δεν λαμβάνει υπόψη της αυτόν τον καθοριστικό για τη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής ταυτότητας παράγοντα, όπως άλλωστε και την αρχαία ελληνική γραμματεία, η οποία επίσης δέχεται εσχάτως ποικίλες επιθέσεις, καταλήγει σε αναγκαστικό αδιέξοδο. Χωρίς τα βασικά συστατικά του ο ευρωπαϊκός πολιτισμός θα πάψει να είναι ευρωπαϊκός και μάλλον θα πάψει να είναι και διακριτός πολιτισμός. Η απόπειρα να κοπούν οι ρίζες του ευρωπαϊσμού θα έχει ως τελικό αποτέλεσμα να μαραθούν οι ανθοί του ευρωπαϊκού δέντρου, και το ίδιο να ξεραθεί.
Το ζήτημα της χριστιανικής ταυτότητας της Ευρώπης είχε τεθεί και κατά το παρελθόν, όταν καταρτιζόταν το Σύνταγμα της Ευρώπης το 2005, όμως ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη της Δυτικής Ευρώπης ήγειραν ενστάσεις και η αναφορά στις ευρωπαϊκές χριστιανικές ρίζες παραπέμφθηκε στις καλένδες, καθώς θεωρήθηκε ότι θα αποτελούσε εμπόδιο στη διεύρυνση της ΕΕ με την ένταξη σε αυτή χωρών με μουσουλμανικούς πληθυσμούς, όπως η Τουρκία ή την ενσωμάτωση μουσουλμάνων μεταναστών. Η Δ.Σ.Ο. θεωρεί ότι η ευκαιρία που χάθηκε τότε, μας δίνεται εκ νέου για να χαρτογραφήσουμε και πάλι τις χριστιανικές συντεταγμένες της Ευρώπης. Μια διαδικασία που μπορεί να μας οδηγήσει σε μια «ευρύτερη» και «βαθύτερη» Ευρώπη. Άλλωστε, σήμερα όλο και περισσότεροι κατανοούν την αδυναμία πλήρους ένταξης στην ΕΕ χωρών όπως ο εξ ανατολών μας γείτονας, αλλά και τα προβλήματα που δημιουργούνται από την αδυναμία ενσωμάτωσης προσφύγων και μεταναστών που δεν ενστερνίζονται τις ευρωπαϊκές αξίες.