* Του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου,
δασκάλου στο 32ο Δ. Σχ. Λάρισας, συγγραφέα
Η ΠΡΩΤΗ ΣΚΛΑΒΙΑ: «Ο φέρων το παρόν έχει την άδειαν να φέρη επί έν έτος την κεφαλήν επί των ώμων του»!! Τα λόγια τούτα αναγράφονταν στην απόδειξη του ατιμωτικού Κεφαλικού φόρου επί Τουρκοκρατίας. Στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς, οι Οθωμανοί είχαν επινοήσει τον φόρο, γνωστό σε όλους ως Χαράτσι που ο Σουλτάνος επέβαλε στους Χριστιανούς Έλληνες υπηκόους. Μάλιστα όσα περισσότερα παιδιά είχε η οικογένεια τόσο αυξανόταν το Χαράτσι. [Θυμίζει τίποτε αυτό;] Ήταν η αποζημίωση για την παραχώρηση του δικαιώματος να ζει κάποιος και να λατρεύει τον Άγιο Τριαδικό Θεό. Οφειλή που έπρεπε να εξαγοράζουν οι πρόγονοί μας κάθε έτος μέχρι το τελευταίο της ζωής τους. Λόγος επινόησης η οικονομική εξόντωση των Ελλήνων ώστε να παραμείνουν υπόδουλοι μέχρι τον πλήρη αφανισμό τους. Κάτι ανάλογο επιβάλλουν σήμερα οι Τζιχαντιστές στο Ιράκ και στη Συρία στους ελάχιστους εναπομείναντες πιστούς του Χριστού που δεν εξισλαμίζονται!
Η ΑΛΛΗ ΣΚΛΑΒΙΑ: Σήμερα, πάλι, το χαράτσι επανήλθε από σκληρότερο κατακτητή, τον Ραγιαδονενέκο Πολιτικό, που προσπαθεί έκων ή άκων, δεν έχει σημασία, να φέρει εις πέρας ότι δεν κατόρθωσαν οι εχθροί των Ελλήνων στο παρελθόν. Τότε η υποδούλωση επετεύχθη με την άλωση της Βασιλεύουσας, σήμερα η υποδούλωση έγινε με οργανωμένο σχέδιο πολλών δεκαετιών τώρα, για την ακρίβεια μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο! Τότε θεμελιώθηκαν οι αρρωστημένες πελατειακές σχέσεις πολιτευτών και ψηφοφόρων οι οποίες γιγαντώθηκαν στα χρόνια της «Αλλαγής». Έτσι, κάναμε ρουσφέτι και «τσατσιλίκι» και λοβιτούρα και μίζα και «παράκαμψη σειράς», εθνικά μας αθλήματα. Και οι ηγέτες μας, ημών κοιμωμένων ή καλύτερα αποχαυνωμένων στις απολαύσεις της επίπλαστης ευμάρειας, ξερίζωσαν οτιδήποτε αγαθό από την Ελληνική κοινωνία, δημιουργώντας νέα ήθη και έθιμα ατιμίας. Όρισαν σαν σκοπό ζωής την πρόσληψη του οκνού τέκνου μας στο δημόσιο και μας προέτρεψαν να αμφισβητήσουμε πίστη και πατριωτικά ιδανικά και να ασπαστούμε τον άκρατο υλισμό και το νεοπλουτισμό ανέξοδα [καλύτερα με δάνεια που θα πληρώνουν και τα δισέγγονά μας], μ΄αντάλλαγμα την ψήφο μας. Άλλωστε «Έλλην» πρωθυπουργός δεν δήλωσε ξεκάθαρα πως: «Πρέπει να ξεριζώσουμε ό,τι συντηρητικό και οπισθοδρομικό από την κοινωνία μας, όπως, εμμονές σε εθνικισμούς και θρησκευτικές προκαταλήψεις!»; Τώρα, όμως, όλα τα απλόχερα χαρισμένα τα παίρνουν πίσω, νομίμως ανέντιμα, αλλά και με την δικιά μας ανοχή. Μια ανοχή αντάξια του μαλθακού μας χαρακτήρα που διαμορφώθηκε τα τελευταία χρόνια. Αρπάζουν τα σπίτια μας, αλλά ξεχνάμε ότι εμείς τους δώσαμε το κλειδί. Έτσι, μας τιμωρούν με τις δικές μας σφαίρες, αυτές που απλόχερα τους δίναμε σε κάθε εκλογές. Τα όπλα τους γεμάτα σημαδεύουν την οικογένεια μας, απαγορεύοντας, ουσιαστικά με ποινή έσχατης πτωχείας και ένδειας, όποιον αποτολμά να κάνει περισσότερα από ένα παιδία(!) και πάλι δεν αντιδράμε. Τα παιδιά μας πώς θα αντιδράσουν όταν πλήρως συνειδητοποιήσουν την εκχώρηση των δικαιωμάτων τους για δουλειά, ασφάλεια και ελπίδα σε ξένους τοκογλύφους; Και εκείνοι ... εκείνοι, προσυπογράφουν τον αφανισμό των Ελλήνων και πουλούν στα σύγχρονα σκλαβοπάζαρα τις ψυχές των παιδιών μας. Ψυχές χρεωμένες, καταδικασμένες και υπόδουλες πριν ακόμα γεννηθούν! Και πάλι δεν αντιδράμε. Κι εκείνοι ξεπουλούν αιγιαλούς, δάση, δημόσια γη, την Πατρίδα μας ολάκερη, την Γη των προγόνων μας, τα Ιερά μας χώματα ποτισμένα με τόνους αίμα ηρώων και μαρτύρων στους παγκόσμιους τοκογλύφους. Κι όμως εμείς σιωπούμε....
Τότε, όμως, στην πρώτη σκλαβιά, μια χούφτα υπερήφανων Ελλήνων, μετά από αμέτρητους αγώνες, θυσίες και υπερπροσπάθειες ξεσήκωσε τον κοιμισμένο ραγιά και κατόρθωσε το ακατόρθωτο. Να αποτινάξει την σκλαβιά που λύγιζε τις πλάτες τους και να απελευθερώσει την Πατρίδα. Την Πατρίδα που ο Πλάτωνας αναφέρει ως Ιερότερο και Τιμιότερο όλων.
Σήμερα, όσοι πιστεύουμε σε Πατρίδα, Γένος και Χριστό, έχουμε ιερό καθήκον να υπερασπιστούμε την Πατρίδα με όλη την δύναμη της Ελληνικής Ψυχής μας. Κι αυτό ισχύει για τους απόγονους του Λεωνίδα και του Κολοκοτρώνη και όχι του Εφιάλτη. Του Τουρκοφάγου κι όχι του Νενέκου, του Καποδίστρια κι όχι του πολιτικάντη. Ας μην ξεχνάμε πως: «Χρωστάμε σ' όσους ήρθαν, πέρασαν, θα 'ρθούν, θα περάσουν. Κριτές, θα μας δικάσουν, οι αγέννητοι και οι νεκροί». [Κ. Παλαμάς].