«Η εξέλιξη, όχι μόνο με τα Σ-Μ Λάρισα, αλλά και γενικότερα στον κλάδο του Εμπορίου, αναδεικνύει την ανάγκη, το μεγάλο συγκεντρωμένο εμπόριο να γίνει κρατικό, στα πλαίσια βέβαια, γενικότερων ριζικών αλλαγών στην οργάνωση της οικονομίας, με την κοινωνικοποίηση των μεγάλων μέσων παραγωγής και διανομής των προϊόντων, με την εργατική τάξη να πάρει την τύχη της στα χέρια της».
Αυτά υποστηρίζει, με επιστολή του ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Ν. Λάρισας Τάσος Τσιαπλές, σχολιάζοντας τις αρνητικές εξελίξεις των Σούπερ Μάρκετ «Λάρισα». Κατηγορεί δε την κυβέρνηση για αδιαφορία και τις τακτικές της εργοδοσίας να εξαπατήσει τους εργαζόμενους.
Αναλυτικότερα η επιστολή του κ. Τσιαπλέ αναφέρει τα εξής: «Τα Σούπερ Μάρκετ ΛΑΡΙΣΑ, ξεκίνησαν ως συνεταιρισμός των μικρών παντοπωλών της Λάρισας, πριν 28 χρόνια, με 2 καταστήματα, στα οποία απασχολούνται μικρομέτοχοι και συγγενείς τους. Στην πορεία, όμως εξελίχθηκαν ως η μεγαλύτερη καπιταλιστική τοπική αλυσίδα Σούπερ Μάρκετ, με 42 καταστήματα, με μεγάλο τζίρο και κέρδη και σταδιακά έφθασαν τους 600 εργαζόμενους, που συνήθως έπιαναν δουλειά με «μέσο». Το 90% των εργαζομένων στα Σ-Μ Λάρισα, μέχρι τον Απρίλη του 2012, ήταν έξω από το Σωματείο Εμποροϋπαλλήλων Λάρισας. Για συμμετοχή σε αγώνες, ούτε λόγος βέβαια, εκτός λίγων εξαιρέσεων. Πίστευαν, ότι αυτοί έχουν μια δουλειά, που δεν θα την χάσουν, αν δεν απεργούν, αν δεν συμμετέχουν στο σωματείο. Επιπλέον υπήρχε και ο φόβος, αφού η εργοδοσία τους υπενθύμιζε ότι δεν πρέπει να έχουν σχέσεις με το Σωματείο και το Εργατικό Κέντρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ξέσπασαν τα προβλήματα και άρχισαν να γίνονται μαζικές συνελεύσεις, η εργοδοσία, έστελνε τα «τσιράκια» της, να καταγράφουν ποιοι συμμετείχαν.
Με το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης, μεγάλωσε και ο ανταγωνισμός μεταξύ των διαφόρων ομίλων Σούπερ Μάρκετ και σε συνδυασμό με «ανοίγματα» των μεγαλομετόχων, άρχισαν τα προβλήματα (μείωση τζίρου, να μην πληρώνονται οι εργαζόμενοι και προμηθευτές, να πληρώνονται εργαζόμενοι σε είδος). Τον Απρίλη του 2012, η εταιρεία επέβαλε την υπογραφή ατομικών συμβάσεων με μείωση 15% των μισθών, με τον εκβιασμό της απόλυσης. Αμέσως μετά, η εταιρεία άνοιξε άλλα 2 καταστήματα. Το Σωματείο Εμπορουπαλλήλων και το Εργατικό Κέντρο, κάλεσαν συνέλευση των εργαζομένων, στην οποία για πρώτη φορά ανταποκρίθηκε μεγάλος αριθμός και τους προτείναμε να μην υπογράψει κανείς, ενωμένοι να αντιμετωπίσουν την εργοδοσία. Τελικά το 95% υπέγραψε, κάτω από μεγάλες πιέσεις και τη λογική «ας χάσουμε 15%, αρκεί να έχουμε δουλειά». Σε λίγο άρχισαν οι απολύσεις, φτάνοντας αρκετές δεκάδες. Παράλληλα αυξάνονταν οι απλήρωτοι μήνες. Αρκετοί εργαζόμενοι με την παρότρυνση του Σωματείου, κινήθηκαν δικαστικά για ακύρωση της ατομικής σύμβασης και των απολύσεων που έγιναν για εκδικητικούς λόγους. Ορισμένοι απολυμένοι ήδη δικαιώθηκαν. Σαν να μην έφτανε αυτό, η εργοδοσία, ζήτησε από τους εργαζόμενους να αγοράσουν μετοχές. Αρκετοί, έχοντας αυταπάτες ότι θα έσωζαν την επιχείρηση, αγόρασαν μετοχές από 10.000 έως 50.000 ευρώ. Ορισμένοι έκλεισαν έτσι απλήρωτους μισθούς και άλλοι δανείσθηκαν, για να αγοράσουν μετοχές, ενώ αδυνατούσαν να καλύψουν πάγιες ανάγκες τους! Λίγους μήνες μετά η επιχείρηση απαίτησε νέα ατομική σύμβαση, με νέα μείωση 15% μισθών. Και πάλι η πλειοψηφία τους, υπέγραψε. Τα πράγματα όμως χειροτέρευαν, με αποτέλεσμα να φτάσουν τους 12 μήνες απλήρωτοι και μπροστά στον κίνδυνο να απολυθούν, αφού η εξαγορά της εταιρείας από τον Μαρινόπουλο, ναυάγησε και η πτώχευση είναι πιθανή.
Οι εξελίξεις αυτές είναι πολύ διδακτικές για τους εργαζόμενους στα Σ-Μ Λάρισα, αλλά και γενικότερα. Αποδείχτηκε ότι το Εργατικό Κέντρο και το Σωματείο Εμπορουπαλλήλων, είχαν δίκαιο όταν έλεγαν στους εργαζόμενους να μην δεχτούν τις ατομικές συμβάσεις με μειώσεις και να αντιμετωπίσουν αγωνιστικά τις πιέσεις της εργοδοσίας. Είχαν δίκιο όταν τους έλεγαν ότι δεν έχουν ευθύνη για την πορεία της εταιρείας, ίσα-ίσα τα προηγούμενα χρόνια με την δουλειά τους, έκαναν «μεγάλους και τρανούς» τους εργοδότες, βγάζοντας πολλά κέρδη. Όσες θυσίες κι αν κάνουν οι εργαζόμενοι, δεν θα γλιτώσουν τα χειρότερα. Οι εργοδότες, δεν έχουν κατά νου τους εργαζόμενους, αλλά τα δικά τους συμφέροντα. Η κυβέρνηση και όσοι μιλάνε για την ανάπτυξη που θα φέρουν οι επιχειρηματίες, δεν έβγαλαν μιλιά, ούτε έκαναν κάτι για να διασφαλίσουν τους εργαζόμενους. Στο καπιταλιστικό σύστημα που ζούμε κανένας εργαζόμενος δεν έχει σίγουρη τη δουλειά του, όσες υποχωρήσεις κι αν κάνει, γιατί ο σκοπός οργάνωσης της παραγωγής και της διακίνησης των εμπορευμάτων, είναι η εξασφάλιση των κερδών των μεγαλοεπιχειρηματιών και όχι οι ανάγκες των εργαζομένων. Στον κλάδο του Εμπορίου, που αναπτύχθηκε αρκετά η συγκέντρωση και συγκεντροποίηση των κεφαλαίων, μεγάλωσε ο ανταγωνισμός, σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, δεν αντέχουν όλες οι επιχειρήσεις. Άλλες κλείνουν, άλλες εξαγοράζονται, προκειμένου να διασφαλισθούν τα συμφέροντα των επιχειρηματιών. Σε πολλές επιχειρήσεις που εξαγοράστηκαν ή συγχωνεύθηκαν, ούτε όλες οι θέσεις εργασίας διασφαλίσθηκαν, ούτε οι αμοιβές των εργαζόμενων, που αναγκάστηκαν να υπογράφουν ατομικές συμβάσεις με άθλιους μισθούς, δουλεύοντας απλήρωτες υπερωρίες, με εντατικοποίηση της δουλειάς. Οι εργαζόμενοι, δεν πρέπει να έχουν αυταπάτες. Η λογική του μικρότερου κακού, οδηγεί συνήθως στο μεγαλύτερο. Χωρίς να είναι οργανωμένοι και συσπειρωμένοι στο σωματείο, χωρίς αγώνα για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους, δεν μπορούν να σώσουν τίποτα. Αν δεν είχαν δεχτεί τις ατομικές συμβάσεις και διεκδικούσαν έγκαιρα τα δεδουλευμένα τους, σήμερα δεν θα ήταν απλήρωτοι ή δεν θα ήταν τόσους πολλούς μήνες. Τώρα πρέπει να καταλάβουν οι εργαζόμενοι των Σ-Μ Λάρισα, γιατί οι εργοδότες και οι παρατρεχάμενοι τους, προσπαθούσαν να τους αποτρέψουν να έρθουν σε επαφή με το Εργατικό Κέντρο και το Σωματείο Εμποροϋπαλλήλων, λέγοντας τους, ότι αυτά είναι με το ΠΑΜΕ και θέλουν να κλείσουν τις επιχειρήσεις και άλλες γελοιότητες. Τους ενοχλούσε, γιατί το Εργατικό Κέντρο και το Σωματείο Εμποροϋπαλλήλων, δεν ήταν του χεριού των εργοδοτών και γιατί αυτά προσπαθούσαν να ενημερώσουν, να οργανώσουν και να κινητοποιήσουν τους εργαζόμενους, όχι για κάποιο ίδιο όφελος, αλλά γιατί πιστεύουν ότι μόνο με την οργάνωση και των ενωμένο αγώνα των εργατών, κόντρα στην εργοδοσία, την κυβέρνηση και την Ε.Ε, μπορούν να επιβάλουν το δίκιο τους.
Αυτοί είναι οι συνδικαλιστές και τα συνδικάτα που είναι με το ΠΑΜΕ. Είναι συνδικαλιστές που δεν τα δίπλωσαν απέναντι στην εργοδοσία και την κυβέρνηση, που μάχονται με όσες δυνάμεις και αδυναμίες έχουν, για την υπεράσπιση των ταξικών συμφερόντων των εργαζομένων. Παλεύουν για κάθε πρόβλημα, για να ανατραπεί όχι μόνο η βάρβαρη επίθεση κυβέρνησης, Ε.Ε και εργοδοσίας, αλλά και για να περάσει στα χέρια των εργαζομένων η εξουσία και τα μέσα παραγωγής, που σήμερα κατέχουν μια χούφτα καπιταλιστές. Γι’ αυτό οι εργαζόμενοι, πρέπει να εκλέγουν στις διοικήσεις των σωματείων, συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ και όχι τους εργοδοτικούς και κυβερνητικούς συνδικαλιστές, όπως αυτούς στην ηγεσία της ΓΣΕΕ, της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων, που στηρίζονται και από τους εργοδότες, οι οποίοι υπέγραψαν μείωση των μισθών στην Κλαδική Σύμβαση του Εμπορίου, συναίνεσαν στην απελευθέρωση του ωραρίου και κάνουν κομπρεμί με εργοδότες, δυσφημώντας έτσι το συνδικαλιστικό κίνημα. Ασφαλώς, η κατάσταση όπως διαμορφώθηκε, είναι δύσκολη για τους εργαζόμενους. Ο αγώνας για την πληρωμή των δεδουλευμένων και την εξασφάλιση όλων των θέσεων εργασίας με όλα τα δικαιώματα που έχουν οι εργαζόμενοι σε περίπτωση πώλησης της εταιρείας, πρέπει να συνεχισθεί. Όμως χρειάζεται όλοι να βγάλουν τα σωστά συμπεράσματα, απ’ αυτή την εξέλιξη. Αυτή η εξέλιξη, όχι μόνο με τα Σ-Μ Λάρισα, αλλά και γενικότερα στον κλάδο του Εμπορίου, αναδεικνύει την ανάγκη, το μεγάλο συγκεντρωμένο εμπόριο να γίνει κρατικό, στα πλαίσια βέβαια, γενικότερων ριζικών αλλαγών στην οργάνωση της οικονομίας, με την κοινωνικοποίηση των μεγάλων μέσων παραγωγής και διανομής των προϊόντων, με την εργατική τάξη να πάρει την τύχη της στα χέρια της. Διαφορετικά η εξέλιξη των πραγμάτων θα είναι η ακόμα μεγαλύτερη μονοπώληση του κλάδου από λίγους επιχειρηματίες, που θα αποφέρει περισσότερα κέρδη γι’ αυτούς, ενώ για τους εργαζόμενους θα φέρνει περισσότερες απολύσεις, δουλειά 7 ημέρες τη βδομάδα, με άθλιους μισθούς και εργασιακές σχέσεις. Αυτή την εξέλιξη δεν πρέπει να την δεχτούν οι εργαζόμενοι. Υπάρχουν οι υλικές προϋποθέσεις να ζήσουμε καλύτερα, αλλά χρειάζεται αγώνας ταξικός, οργανωμένος αποφασιστικός, μέχρι να το κατακτήσουμε, αλλάζοντας ριζικά τους συσχετισμούς σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο».