δικηγορικό αρχείο μισού αιώνα έντονα μαχόμενης δικηγορίας. Η ληστεία του κοσμηματοπωλείου με την τραγική της κατάληξη (ένας θάνατος, δύο ισόβιες καταδίκες και μία 11χρονη) εκφράζει τη γύρω μας γκρίζα πραγματικότητα: Αγώνας ζωής που κατεδαφίζεται σε μια στιγμή. Υπάρξεις περιθωρίου και φτώχειας. Χαρακτήρες που βρωμούν. Υποτίμηση της επιστημονικής προσφοράς από υποκείμενα μηδενικού ήθους. Και πολλά άλλα. Καταγράφοντας εδώ αληθινές δικαστικές ιστορίες, προσπαθώ ν’ αναδείξω γενικότερες παθογένειες. Η προβολή τους βοηθά πιστεύω σε επανεκτιμήσεις απόψεων, για ό,τι μας περιβάλλει.
Ο συνήγορος του ενός νεαρού (από τους τρεις δράστες της ληστείας) που καταδικάστηκε στη μικρότερη ποινή των 11 χρόνων (οι άλλοι δύο πήραν ισόβια) συνάντησε μόλις τελείωσε η δίκη τον θείο του νεαρού που του είχε αναθέσει την υπόθεση. Καμώθηκε τον δυσαρεστημένο (!) από το σίγουρα καλό αποτέλεσμα, παρότι ο ανεψιός του είχε κατηγορηθεί για ληστεία με συνέπεια τη δολοφονία του θύματος. Αιτία της «δυσαρέσκειας» ήταν η αποφυγή πληρωμής της αμοιβής και των εξόδων του δικηγόρου του. Ο τελευταίος κατάλαβε το πρόσχημα και τον ...εξαπέστειλε. Εννοείται, πως για τον κόπο και την όποια συμβολή του στην καλή εξέλιξη δεν πήρε ένα ευρώ. Για το έγκλημα που συμμετείχε ο νεαρός, προβλέπονται ισόβια. Θεωρήθηκε όμως, πως σύρθηκε λόγω φτώχειας από τους άλλους δύο και πήρε πολλά ελαφρυντικά. Μετά το «φύγε από μπροστά μου» ο καλός θείος ευχαρίστως εξαφανίστηκε!
Όταν κλείνουν φάκελοι υποθέσεων, ανοίγουν άλλοι και έπειτα άλλοι - διαδοχικά ή παράλληλα-, και ο χορός των δραμάτων με τις ιλαροτραγωδίες συνεχίζεται στον χωροχρόνο. Δεν μένει καιρός σε κάποιον συλλειτουργό στην απονομή δικαιοσύνης για μνήμες από αλλοτινές ιστορίες. Έρχονται όμως φορές, που το παρελθόν ξαναζωντανεύει. Όταν αυτό συμβαίνει, συνήθως δεν είναι για καλό. Πέρασε χρόνος και κάτι από τη δίκη της ληστείας και το απόγευμα μιας μέρας επισκέπτεται τον δικηγόρο της ιστορίας μας μία καλοντυμένη κοπέλα. Του συστήνεται ως αδελφή νεαρού κατάδικου. Ακολουθεί ο εξής διάλογος, όσο καλά μπορεί να τον κρατήσει η μνήμη.
- «Σε τι οφείλω την τιμή; Με την ευκαιρία τι κάνει ο αδελφός σας. Πώς και δεν σας είδα στο Δικαστήριο. Δεν ξέρω για σας. Ανέλαβα τις τελευταίες μέρες την υπόθεση. Με τον αδελφό σας μίλησα ελάχιστα».
- «Ήρθα, επειδή εγκαταλείψατε τον αδελφό μου και στείλατε στο Εφετείο άλλον στη θέση σας. Είναι τώρα μέσα με ποινή 18 χρόνων».
-«Δεσποινίς μένω άφωνος. Δεν ξέρω, αν έγινε Εφετείο. Δεν το πληροφορήθηκα».
-«Ήρθα εκτάκτως από τον Καναδά. Δουλεύω εκεί εδώ και 10 χρόνια. Έστειλα χρήματα στον αδερφό του πατέρα μας για τα δύο Δικαστήρια, όταν έμαθα, πως έκανε έφεση ο Εισαγγελέας για την ποινή του αδελφού μου. Μετά την άσχημη εξέλιξη, ο θείος μου είπε, πως δεν πήγατε ο ίδιος στο Δικαστήριο και στείλατε άλλον στη θέση σας. Αν ήταν θέμα χρημάτων, γιατί δεν το είπατε;».
-«Δεσποινίς μου γιατί δεν ζητήσατε να συνεννοούμαστε απευθείας; Ο θείος σας δεν πλήρωσε κάτι για τον αδελφό σας. Τον υπερασπίστηκα δωρεάν, πλήρωσα και τα έξοδα. Για Εφετείο δεν ξέρω κάτι. Πότε έγινε; Μην πιστεύετε πάντως, πως αν ήμουν συνήγορος του αδελφού σας στο Εφετείο, θα πηγαίναμε όπως την πρώτη φορά. Είναι θέμα Δικαστών».
Προκαλούν απέχθεια συμπεριφορές, όπως του «θείου», που ενθυλάκωσε τις οικονομίες της ανεψιάς του (23.000 δολάρια Καναδά!) που ήταν νηπιαγωγός στην Οττάβα. Στον Καναδά την είχε πάρει η αδελφή της μητέρας της από μικρή, όταν σκοτώθηκαν οι γονείς των παιδιών σε δυστύχημα. Ο συνήγορος ζήτησε να παραμείνει η κοπέλα στη Λάρισα, όπου φιλοξενήθηκε από συνεργάτιδά του. Την επόμενη εξακριβώθηκε, ότι ο «θείος» δεν διόρισε υπερασπιστή στο Εφετείο. Διορίστηκε αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο ανάμεσα στους νομικούς της αίθουσας. Την επόμενη της δίκης ο αθεόφοβος τηλεφώνησε της ανεψιάς του λέγοντας, πως ο αρχικός συνήγορος έστειλε άλλον. Της κράτησε και αυτά τα χρήματα.
Μερικές υποθέσεις καταλήγουν μυθιστορήματα, καθώς ξεφυτρώνουν άλλες, που δεν τις περιμένεις. Στην εδώ περίπτωση υπήρχε ακόμα η αναίρεση. Είχε όμως κόστος. Έξαλλη η αδελφή του νεαρού κατάδικου όταν έμαθε την αλήθεια, πήγε κατ’ ευθείαν στον θείο της σε χωριό της Καρδίτσας. Αν πιστεύετε, πως δεν είχε τι να πει ο «θείος», απατάστε. Ήταν χέλι ο άνθρωπος. Όταν απειλήθηκε, πως θα μηνυθεί απάντησε, ότι η πρώτη δίκη πήγε πολύ καλά. Τα λεφτά έπιασαν τόπο». Ο δικηγόρος να έρθει μπροστά μου να μου πει, πως δεν πληρώθηκε»(!). Λέγοντάς του η κοπέλα, που είχε αφυπνιστεί πλέον, πως ο δικηγόρος την έστειλε σ’ αυτόν, την ειρωνεύτηκε. Όταν ρωτήθηκε για τα λεφτά του Εφετείου, της απάντησε κυνικά: «Γιατί φωνάζεις. Δεν πήγε δικηγόρος στο Εφετείο; Και στο κάτω της γραφής ο πατέρας σου όταν σκοτώθηκε, μου χρωστούσε εκείνα τα τρία γραμμάτια από 200 χιλιάδες δραχμές το ένα, που είχα εγγυηθεί και τα πλήρωσα». Ο αθεόφοβος ισχυρίστηκε, ότι κράτησε τελικά τις 23.000 καναδέζικα δολάρια για υποτιθέμενη (που δεν έγινε τελικά δεκτή) αξίωση εναντίον του από 10ετίας νεκρού αδελφού του, που ήταν δέκα φορές μικρότερη!
Όλοι ξέρουμε ή έχουμε διαβάσει, πως η πραγματικότητα ξεπερνάει κάποτε τη φαντασία. Δεν μπορούσα όμως να φανταστώ, πως (όχι μία, αλλά πολλές) τέτοιες πραγματικότητες θα συναντούσα παντού και όχι μόνο στη δουλειά μου. Στην υπόθεσή μας τώρα: Η δίκη στον Άρειο Πάγο πήγε καλά. Η υπόθεση γύρισε πίσω, για να κριθεί από Εφετείο άλλης σύνθεσης. Δεν υπήρχαν και δεν ζητήθηκαν χρήματα για την αναίρεση και τη δίκη στον Άρειο Πάγο. Συμφωνήθηκε, πως θα γινόταν προσπάθεια, να επιστραφούν δικαστικά τα 23.000 δολάρια από τον συγγενή της. Αν δεν γινόταν δυνατόν, έχει καλώς. Αν γινόταν δυνατή η είσπραξη, θα γινόταν εκκαθάριση στο τέλος. Η κοπέλα παραχώρησε στον συνήγορο του αδελφού της οτιδήποτε μπορούσε να εισπραχτεί. Και τι έγινε; Ό,τι δεν περνούσε από το μυαλό του «θείου».
«Μπλοκάρισμα» (συντηρητική κατάσχεση) σε δύο μήνες κάθε υπαρκτού η μελλοντικού λογαριασμού του σε έξι Τράπεζες, και προσημείωση του σπιτιού του. Μετά την κατάσχεση και την προσημείωση ακολούθησε αγωγή αποζημίωσης και μήνυση για υπεξαίρεση και απάτη. Ο κακόπιστος και... φραγγοφονεύς Νεοέλληνας όμως πληρώνει μόνο όταν του βάλεις τη θηλιά στον λαιμό. Το έχει στο dna του και σας το διαβεβαιώνω με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο. Στις αμέτρητες περιπτώσεις της 50ετούς δικηγορίας μου -και αυτής των συνεργατών μου- που δοσοποιήσαμε δίχως μάλιστα τοκοφορία (για να υπάρχει κίνητρο συνέπειας) τις οφειλές αντιδίκων μας, ουδέποτε οι οφειλέτες υπήρξαν συνεπείς. Μια μονάχα φορά στον μισόν αιώνα δουλειάς κάποιος κύριος (τον εκτιμώ γι’ αυτό και του το είπα) από τα Φάρσαλα, που είχε χαθεί υπόθεσή του, πλήρωσε εκούσια έστω και με καθυστερήσεις το χρέος, στο οποίο καταδικάστηκε. Στους σαράντα και πλέον μήνες εδώ της αστείας προσπάθειας του «θείου» ν’ αποφύγει την πληρωμή, όσων πήρε από τη συγγενή του και παρά την πρωτόδικη καταδίκη του σε τετραετή ποινή φυλάκισης, δεν έλεγε να συμμορφωθεί παρά τη σύσταση των δικηγόρων του, που τους ...άλλαξε. Τελικά, όταν η μία Τράπεζα του διακράτησε ένα σοβαρό ποσό επιδότησης, και πλησίαζε το Εφετείο, άρχισε τα ανατολίτικα παζάρια.
Σε ανάλογες περιστάσεις τι κάνεις; Σε ανάλογες περιστάσεις μιλάς στη γλώσσα που καταλαβαίνει ο απέναντί σου. Εκτός και αν πρόκειται για τη σωματική του ακεραιότητα. Λες λοιπόν: «Ολόκληρο το ποσό που επιδίκασε το Δικαστήριο, να καταβληθεί αμέσως με τους τόκους υπερημερίας, την ηθική βλάβη και τα δικαστικά έξοδα έξι δικών, στις οποίες έσυρες την ανεψιά σου, για ν’ αποφύγεις να επιστρέψεις τα κλεμμένα. Ποιο είναι; Όλα μαζί έγιναν 39.000 καναδέζικα δολάρια σε αποτίμηση ευρώ. Εννοείται μαζί με τους τόκους υπερημερίας, τα δικαστικά έξοδα, την ηθική βλάβη και τις δικαστικές δαπάνες. Αυτά πληρώνεις αύριο φίλε, επειδή μεθαύριο δικάζεσαι στο Εφετείο και δεν χρειάζεται να μπεις μέσα. Κατάλαβες;». Κατάλαβε και την επόμενη της τηλεφωνικής επικοινωνίας ο... καλός θείος έστειλε με τραπεζική επιταγή τον γιο του στον δικηγόρο των ανεψιών του για την εξόφληση. Ο νέος άντρας ήταν πυρ και μανία με τον «τσιφούτη», όπως τον αποκάλεσε, πατέρα του.
Ο συνήγορος τον αποχαιρέτησε ευγενικά με το που έφυγε και του είπε χαμογελώντας, να διαμηνύσει του πατέρα του, πως: «Ό,τι κατο@@@ει κανείς στη θάλασσα, το βρίσκει στο αλάτι».
Υ.Γ. Ο πρώην νεαρός κατάδικος βρίσκεται σήμερα στον Καναδά. Τελείωσε τη μέση εκπαίδευση και σπουδάζει μαθηματικός σε δημόσιο Πανεπιστήμιο κοντά στην Οττάβα. Εργάζεται ταυτόχρονα στην καθαριότητα του τοπικού Δήμου. Πριν προσληφθεί, πέρασε από τρεις συνεντεύξεις. Στην τρίτη πήρε έπαινο για την έμπρακτη μεταμέλειά του όλα τα χρόνια στον Καναδά και την πολύ καλή γνώση της γλώσσας.