Ιδεολογικό-πολιτικές μάχες εντός Κοινοβουλίου, από ηθικούς αυτουργούς που μάλλον σκόπιμα θέλουν να «γεννήσουν» τους φυσικούς. Φυσικούς αυτουργούς για μάχες πραγματικές με στημένα οδοφράγματα στο Σύνταγμα, όπου ορισμένοι διαδηλώνουν υπέρ ενός καταδικασθέντα τρομοκράτη από τη μία, και σκηνές απύθμενης βίας και μίσους στη Νέα Σμύρνη από την άλλη. Ταυτόχρονα όμως και τα όρια αστυνομικής επέμβασης αλλά και η υπερβάλλουσα χρήση οποιασδήποτε μορφής βίας, επιβάλλεται να επανεξεταστούν και όταν δεν είναι αυτά που πρέπει, να καταδικαστούν.
Θέλει πολύ βαθιά σκέψη για να μπορέσει να αντιληφθεί κάποιος τον πραγματικό λόγο που προκάλεσε αυτήν την κατάσταση και τον στόχο μέσα από τη μόνιμη αναπαραγωγή μίας πολιτικής βεντέτας. Από τη μία έχουμε μία Πολιτεία που στο μέτρο που της αναλογεί, οφείλει να περιφρουρεί το Κράτος Δικαίου και από την άλλη μία νοοτροπία που μας γυρίζει σε εποχές διχασμού και μίσους, που κανείς δεν θέλει να θυμάται. Σε μία ευνομούμενη χώρα η δικαιοσύνη ούτε εκβιάζεται, ούτε διαπραγματεύεται με εγκληματίες, αλλά οφείλει να εφαρμόζει τον νόμο και μέσω αυτού να προστατεύει το κράτος δικαίου. Η δημοκρατία και η δικαιοσύνη δεν έχουν ανάγκη από όψιμους υπερασπιστές, αλλά από σεβασμό, εμπιστοσύνη και έμπρακτη τήρηση νόμων και τάξης.
Στη χώρα που το Σύνταγμα ερμηνεύεται όπως συμφέρει την κάθε πλευρά και η αρχή της διάκρισης των εξουσιών έχει παραβιαστεί επανειλημμένως, νομίζω ότι επιβάλλεται πλέον η ίδια η κοινωνία να αποδείξει τις πραγματικές της επιθυμίες. Θυμάμαι ακόμη τον αυστηρό καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου, ένα ανοιξιάτικο απόγευμα στην αίθουσα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, να λέει απευθυνόμενος σε πρωτοετείς φοιτητές νομικής: «Κάθε συνταγματικό δικαίωμα για να εφαρμοστεί και να προστατευθεί ορθώς στην πράξη, επιβάλλεται παράλληλα να αποτελεί τον πυρήνα που εξασφαλίζει και γεννά συνταγματικές υποχρεώσεις...».
Πόσο άνετα μπορεί να αισθάνεται ένας πολίτης, όταν βλέπει εκπροσώπους του ελληνικού κοινοβουλίου να βάζουν πλάτη για θέματα για τα οποία η κοινωνία μας έχει ήδη δώσει τις απαντήσεις, ούσα πιο ώριμη από ποτέ. Και ειδικά όταν αυτοί οι Βουλευτές προέρχονται από ένα κόμμα, το οποίο κατάφερε χτίζοντας μία συγκεκριμένη ρητορική του «Όχι σε όλα», να αναλάβει τα ηνία της διακυβέρνησης της χώρας.
Το πανό-ύμνος σε έναν τρομοκράτη που ομολόγησε και κυρίως καταδικάστηκε για τα εγκλήματά του, αποτελεί την πιο θλιβερή απόδειξη μίας κοινωνίας που απέτυχε, μίας πολιτείας που επί χρόνια έθρεψε "τέρατα", ενός πολιτικού συστήματος έκθετου στα μάτια των πολλών. Η θλίψη που αισθάνομαι ως πολίτης αυτής της χώρας, που ζει ελεύθερα εδώ, που εργάζεται εδώ, που φορολογείται εδώ, που ζει η οικογένειά του εδώ, και που ''αύριο'' θα ζήσουν και τα παιδιά του εδώ, είναι ανείπωτη αλλά και ''υπερβάλλουσα''... Ανείπωτη γιατί βλέπω σε μία δημοκρατική και όμορφη χώρα του προηγμένου δυτικού κόσμου, να ζωντανεύουν αντάρτικα πόλεων που διψούν για αίμα εν έτη 2021, και υπερβάλλουσα σαν τη χρήση οποιασδήποτε μορφής βίας. Βία αστυνομικών κατά πολίτη, όποιος κι αν είναι αυτός, βία πολιτών κατά αστυνομικών, με ρητορικές μίσους που σε γυρνάνε πολλά χρόνια πίσω.
Ξεκαθαρίζω ότι και οι δύο εικόνες προσβάλλουν την αισθητική μου περί δημοκρατίας. Και οι δύο εικόνες είναι αυτό που δεν θέλω να βλέπω. Ούτε τον πολίτη να ξυλοφορτώνεται από 4 αστυνομικούς, ούτε τους πολλούς να αφήνουν ημιθανή έναν αστυνομικό. Σε μια ''κανονική'' χώρα, ένας δικαστικός λειτουργός με θάρρος, νομική επάρκεια και δικανική οξυδέρκεια, θα είχε ασκήσει ποινικές διώξεις για ηθική αυτουργία κατά συγκεκριμένων πολιτικών προσώπων, εδώ και 10 μέρες. Ηθική αυτουργία για καταστροφές που κάποιοι προκάλεσαν διαδηλώνοντας υπέρ ενός καταδικασθέντα τρομοκράτη, ηθική αυτουργία για απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση στη Νέα Σμύρνη. Δεν θέλω να αναφερθώ καθόλου σε αυτά τα παιδιά. Είτε είναι ημι-πιτσιρικάδες, είτε γόνοι πλουσίων και πολιτικών οικογενειών. Απλά κάποιοι έτσι τα μεγάλωσαν. Απλά κάποιοι σημερινοί 60άρηδες ευθύνονται για ό,τι δίδαξαν σε αυτά. Να περιμένουν ακόμη να μπουν οι αντάρτες στην πόλη, στον αιώνα της προόδου. Να μιλάνε ακόμη για τον Μελιγαλά, το Βίτσι και το Γράμμο, στην εποχή της ταχύτητας.
Η χώρα έχει τεράστιες προκλήσεις και ανυπέρβλητα εμπόδια μπροστά της, λόγω της πανδημίας και των οικονομικών και κοινωνικών συνεπειών που αυτή θα αφήσει. Το υγιές κομμάτι της κοινωνίας μας, γυρίζει το κεφάλι σε κάθε μορφή βίας και επιζητά την πρόοδο. Μία νέα γενιά με τρομερά προσόντα θέλει να μεγαλουργήσει. Οφείλουμε να την ακούσουμε. Εκείνοι που προσδοκούν ανάσταση ''αγανακτισμένων'' νεκρών, εκείνοι που επιδιώκουν το μπάχαλο με την ίδια ρητορική μίσους του 2008, του 2010 και του 2014, είναι υπόλογοι, υπεύθυνοι και εν τέλει συνένοχοι. Δεν μπορείς να ζεις το 2021 με αναφορές σε καταστάσεις που συνέβησαν πριν από 60 και 70 χρόνια. Το τι έγινε το 1950 αφορά τους ιστορικούς. Το πώς θα χαράξουμε τον δρόμο της προόδου για το 2050, αφορά όλους εμάς.
Από τον Βάσο Π. Καραμπίλια*
*Ο Βάσος Π. Καραμπίλιας, είναι δικηγόρος Αθηνών, μέλος του Μητρώου στελεχών της Ν.Δ., επιστημονικός συνεργάτης στη Βουλή των Ελλήνων