συμπεριφορά και άρνηση του Αγαμέμνονα να του αποδώσει την αγαπημένη κόρη του Χρυσηίδα, απευθύνεται παραπονούμενος προς τον Απόλλωνα υπενθυμίζοντας τις προς αυτόν προσφορές και υπηρεσίες του και ζητώντας τη βοήθειά του. Ο θεός κατεβαίνει οργισμένος από τον Όλυμπο και με τα δηλητηριώδη βέλη του (τους «ιούς») σκορπίζει λοιμώδη νόσο και θάνατο στο στρατόπεδο των Αχαιών, σε ζώα και ανθρώπους. Ο Αχιλλέας μετά εννέα ημερών από την επικράτηση του σφοδρού θανατικού, συγκαλεί εκτάκτως τους Αχαιούς και απευθυνόμενος στον Αγαμέμνονα επισημαίνει την κρισιμότητα των στιγμών, δεδομένου ότι όχι μόνο ο πόλεμος εξοντώνει τους Αχαιούς αλλά τώρα πλέον και ο φοβερός λοιμός, εκφράζει δε και σκέψεις για επιστροφή στην πατρίδα. Επιπλέον, σχετικώς με τον λοιμό είναι βέβαιος ότι οφείλεται στον θυμωμένο Απόλλωνα και υποδεικνύει να διερευνηθεί η αιτία για να εξιλεωθεί ο Φοίβος.
Μελετώντας στο Ομηρικό κείμενο ιδιαιτέρως τη φράση «Απόλλων ...ιόν έηκε» (Α48) εκτιμούμε ότι μάλλον διακρίνεται η ετυμολογία της λ. ιός από το ρ. ίημι. Διότι το «έηκε» είναι Αόρ. του ίημι, του οποίου Υποτακτ. ι-ώ, ι-ής κ.λπ., ενώ η μτχ. ι-είς, ι-είσα, ι-έν. Άρα, με θέμα το ι και κατάλ. -ός> ιός. Βέβαια η λ. «ιόν» στον στ. Α48 είναι προφανώς σύστοιχο αντικείμενο. Να υπενθυμίσουμε ότι το νεοελληνικό αφήνω εκ του αφίημι (από+ίημι). Στην αρχαιελλ. Γραμματεία πάντως η λ. ιός απαντά και με άλλες σημασίες, όπως: Δηλητήριο φιδιού, «δρακόντων ιός» (Ευριπίδου, Ιων. 1015), «εχθράς εχίδνης ιός» (Σοφοκλ., Τραχίνιαι 771) αλλά και σκουριά, «ιός χαλκώ και σιδήρω»1 κ.λπ.
β) Το όνομα «γρίπη» ως ασθένεια δεν απαντά στον Ιπποκρατικό Corpus και τους λόγιους Έλληνες γιατρούς της Αρχαιότητας και της Βυζαντινής και μεταβυζαντινής περιόδου. Είναι σαφέστατα δημώδης λέξη και οι λόγιοι απέφευγαν να συμπεριλάβουν δημώδεις λέξεις (και μάλιστα δεισιδαιμονικής προέλευσης) στην ιατρική ορολογία. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υφίστατο δημώδης λαλιά παράλληλα προς τον λόγο των πεπαιδευμένων. Συνεπώς υπάρχει εύλογος προβληματισμός σχετικώς με τον χρόνο εμφάνισης της απλοελληνικής (της σήμερον λεγομένης Κοινής Νεοελληνικής). Και παρατηρείται ότι βαθμιαία ανιχνεύονται δημώδεις λέξεις σε παλαιότερες της Μεσοβυζαντινής περιόδου εποχές, π.χ. ακόμη και στην ΚΔ (Πράξ. 28,15) απαντά η κατ’ εξοχήν δημώδης λέξη «ταβέρνα»-έστω ως τοπωνύμιο «Τρεις Ταβέρναι». Όπως λοιπόν η «ευλογιά» είναι μια δημώδης ονομασία της λοιμικής νόσου επινοηθείσα από τον λαό «κατ’ ευφημισμόν», όπως μαρτυρείται σε κείμενο του 7ου αιώνα «τα μηνύοντα θάνατον παραπλήσια λοιμικής, τα λεγόμενα μαύρα, οι πολλοί δε καλούσιν αυτά ευλογίαν» 2, ούτω πως και η γρίπη φαίνεται ότι είναι δημώδης ονομασία λοιμικής νόσου.
Η λέξη γρίπη κατά το πρόσφατο Ετυμολογικό Λεξικό Μπαμπινιώτη προέρχεται από τη γαλλική grippe3, ενώ κατά τον Ανδριώτη η γαλλική grippe από τη ρωσική chrip4. Το γεγονός όμως ότι η γρίπη στη λατινογενή Γαλλική καταγράφηκε από κάποιον Γάλλο λόγιο με δύο pp (grippe) πιθανώς να υπονοεί ότι είναι ομόρριζη με το λατινικό-ρωμαϊκό όνομα Agrippa. Στην Ελληνική γραμματεία βέβαια υπήρχαν κύρια ονόματα από ζώα,πτηνά όπως Λέων, Αέτιος, Ιέραξ κ.λπ, αλλά και το όνομα Γρυπός («Σέλευκός τε και Αντίοχος, ότι Γρυπός επίκλησις... Μετά δε Σέλευκον ο Γρυπός εγένετο βασιλεύς5). Το όνομα Agrippa λοιπόν προφανώς προέρχεται από το Γρύψ, γρυπός, γρύπα, ο οποίος γρύπας ήταν στη φαντασία των αρχαίων ένα φοβερό τερατώδες ον στα μέρη της Αιθιοπίας (σημερινής Σαουδικής Αραβίας) και της Ινδίας. Η δε παρουσία των δύο pp στη Λατινική οφείλεται στην αντίληψη προσωδιακής συνέπειας, που είχαν και οι Λατίνοι λόγιοι, δηλ.η απαίτηση να διατηρηθεί η μακρότης της συλλαβής γρυ- και στη Λατινική gri-.
Κατά τον Λουκιανό θεωρείται «γρυψ υπόπτερον θηρίον», ενώ άλλοι φαντάζονταν ότι υπερίσχυε των άλλων θηρίων και «(της τίγρεως) αρπάζει τα τέκνα». Παράλληλα για το άλλο μυθολογικό τέρας, τη Σφίγγα, πίστευαν ότι είχε «είδος έμπροσθεν μεν λέοντος... γρυπός δε πτέρυγας... και τον μη ισχύοντα λύσαι (τα αινίγματα) κατήσθιε...». Επομένως πιθανολογούμε ότι και η ασθένεια γρίπ(π)η, που η Γαλλική grippe< από το ρ. gripper (=αρπάζω (ξαφνικά), προέρχεται από το όνομα (του φοβερού μυθολογικού θηρίου) γρυψ, γρυπός, γρύπα και στην ασθένεια δόθηκε από το λαό αυτό το όνομα «ομοιότητος ένεκα». Αλλά και το γραπώνω της απλοελληνικής, που επίσης σημαίνει «αρπάζω ξαφνικά», μάλλον εκ του αμάρτυρου τύπου *γρυπ-ώνω (με τη σημασία συμπεριφέρομαι ως γρύπ-ας).1. Συμεωνίδη Χαράλ. κ.ά. Λεξικό Α. Ελλ. Γλώσσας, ΙΤΥΕ Διόφαντος (2013), σ.144, πρβλ. R. Beekes, Etymol. Dictionary of Gr., Boston 2010, 595, P.Chantraine, Dict.Etymol. delaL. Gr., t.II, Paris 1970, 466, που ανιχνεύουν ρίζες της λ. ιός στη Σανσκριτική κ. Ινδοευρωπαϊκή.
2. Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της ΝΕ Γλώσσας Αθήνα 2002, σ. 691
3. Γ. Μπαμπινιώτη, Ετυμολ. Λεξικό της ΝΕλλ., Αθήνα 2010, σ.323
4. Ν. Π. Ανδριώτη, Ετυμολ. Λεξικό της Κοινής ΝΕλλ., Θεσσαλονίκη 1988, σ. 72
5. Lucianus soph., Syriaca 361, 363