σακατεμένων από τη ζωή γερόντων, θα καλύπτει τους δυνάμενους να εργασθούν. Όχι πως τα γηρατειά είναι κάτι κακό, άχρηστο και αποβλητέο. Ίσα, ίσα υπάρχουν γέροντες, που δεν έκοψαν το νήμα της δράσης. Πολλοί ασχολούνται δημιουργικά. Αρνούνται να ενταχθούν στην αδράνεια. Έχουν αστείρευτη πείρα, χρήσιμη στην απειρία των νέων. Αλλά και σοφία κατασταλαγμένη από πολλή γνώση και γεύση της ζωής. Κεφάλαιο χρήσιμο είναι οι γέροντες, για μια ευνοούμενη κοινωνία. Δυστυχώς όμως πολλοί ηγέτες μας, τους χαρακτήριζαν, σαν «Στυμμένες λεμονόκουπες». Και άλλοι σκωπτικά ως «Περήφανα γηρατειά», που έβγαιναν από τη φυσική τους αδράνεια της ηλικίας των, και δυναμικά ζητούσαν το δίκιο τους. Τους θυμόμαστε. Ήταν τα γηρατειά, που το ίδιο το κράτος τους αντιμετώπιζε με γκλοπς και δακρυγόνα. Τους καθήλωσαν στην αδράνεια. Στην ίδια κατάσταση που ήταν εγκλωβισμένος και ο λαός μας.
Η αδράνεια όμως όσο και αν φυτρώνει στον φόβο, στην έλλειψη δράσης και στη βαρεμάρα, είναι μια κατάσταση ψυχικής καταρράκωσης. Κάνει τη δουλειά και τη δημιουργία άγος και άγχος. Χωρίς χαρά κι ελπίδα ο εργαζόμενος 50άρης σήμερα, ονειρεύεται τη συνταξιοδότησή του. Να φύγει από, το μαρτύριο της κακοπληρωμένης εργασίας, που τίποτα δεν του χαρίζει. Ούτε όνειρα, ούτε ελπίδα. Γρήγορα να πάρει τη σύνταξή του και βαρεμένος από την απραξία να ενταχθεί εκεί που δεν υπάρχει φως. Μ’ αυτή την απαισιόδοξη και συναισθηματική φόρτιση, γιατί είναι βαρύ το φορτίο της απραξίας, και οι αποφάσεις του είναι λανθασμένες.
Όταν τα πρώτα σημάδια της κρίσης φάνηκαν στον ελληνικό ορίζοντα, η κοινωνία μας δεν είχε αντισώματα ν’ αντιδράσει. Δεν είχε δυνάμεις να σταθεί στα ποδιά της. Τόση αδράνεια, που δεν μπορέσαμε να διακρίνουμε τι κρύβεται πίσω από την μπαρούφα του Γιωργάκη: «Λεφτά υπάρχουν». Και κατ’ ευθείαν από την πλασματική οικονομική ευωχία και καλοπέραση να περάσουμε στην πίκρα της κρίσης. Και κανείς δεν κουνήθηκε. Πλήρης αδράνεια. Ένας λαός μαραμένος. Δίχως το σφρίγος του ‘40 ούτε το έπος του ΄21. Τρόμος και ζόφος πολύς. Μας έλειψαν τα γκεσέμια. Να ξεσηκώσουν το αίσθημα του λαού. Να τον διαφεντέψουν στις δύσκολες ώρες. Άλλος μας έλεγε «λεφτά υπάρχουν», ενώ παράλληλα ετοίμαζε τις αλυσίδες μας για το ΔΝΤ. Άλλος μας έλεγε μην ανησυχείτε, η κρίση δεν θα πάει πάνω από δύο χρόνια. Και δώστου καβγάδες μεταξύ τους. Και για την ταμπακιέρα κιχ.
Ο λαός χαλαζοβαρεμένος -και τι να έκανε άλλωστε- βρήκε απάγκιο στον ΣΥΡΙΖΑ και παρέδωσε στα χέρια του την τύχη και τη ζωή του. Αλλ’ η αδράνεια με ψέματα και κολοτούμπες δεν ξυπνά. Όσο πήγαινε και ρίζωνε. Αυτή την αδράνεια δεν άντεξαν τα παιδιά μας και πήραν των ομματιών τους κι έφυγαν στα ξένα. Αυτή η αδράνεια δεν ήταν, που χάθηκαν 102 άτομα. Κάηκαν στις πυρκαγιές στο Μάτι. Ποιος αντέδρασε για ν’ αποφευχθούν τα δεινά; Μήπως η κλασική αδράνεια δεν ήταν εκείνη, που έκανε να χαθούν σπίτια, περιουσίες και ζωές στη Μάνδρα; Μήπως η αδράνεια και ωχαδελφισμός δεν διέλυσε τη Δημόσια Διοίκηση; Χιλιάδες κρατικοδίαιτοι, χρόνια τώρα άχρηστοι, περισσευούμενοι, τα «άχθη αρούρης» (βάρος της Γης) ομοτράπεζοι του Δημοσίου Πρυτανείου, δεν άφησαν τίποτα όρθιο. Τίνος αυτί ίδρωσε για όλα αυτά; Η αδράνεια του συστήματος δεν ανέδειξε τον Τσοχατζόπουλο, τον Παπαντωνίου...
Πώς λοιπόν το αδρανές, θα γίνει διέγερση και δράση; Πού είναι σήμερα οι Μεγάλες μορφές, στο θέατρο, στην ποίηση, στο Τραγούδι, στην Επιστήμη; στη φιλοσοφία; Είδε κανείς έναν Ελύτη. Έναν Χατζηδάκη, έναν Μινωτή, έναν Παλαμά, έναν Λύτρα… Όχι βέβαια! Τέτοιοι άνθρωποι είναι εύοσμα άνθη της ελληνικής κοινωνίας, που πνίγονται στην αδράνεια.