σε βάρος των αναγκών του λαού.
Και μόνο το γεγονός ότι η κυβέρνηση ξανάκλεισε τα σχολεία, δείχνει πόσο δίκαια και αναγκαία ήταν τα αιτήματα που πρόβαλλαν με τους αγώνες τους μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί, για μέτρα ουσιαστικής προστασίας της υγείας, ώστε να είναι τα σχολεία ανοιχτά και ασφαλή.
Η κυβέρνηση, όμως, όχι μόνο δεν ικανοποίησε τα αιτήματά τους και προσπάθησε να καταστείλει τους αγώνες τους, αλλά φόρτωσε στην «καμπούρα» της ατομικής και οικογενειακής ευθύνης ακόμη και την τηλεκπαίδευση των παιδιών, αφού πρώτα έκλεισε τα σχολεία με δική της ευθύνη.
Έτσι, το Υπουργείο Παιδείας όρισε την τηλεκπαίδευση ως «υποχρεωτική», χωρίς όμως να εξασφαλίσει την πρόσβαση όλων των μαθητών σε αυτήν. Οι 90.000 φορητές συσκευές που διαφημίζει το Υπουργείο Παιδείας ότι μοίρασε στα σχολεία μετά από δωρεές, δεν φτάνουν ούτε για «ζήτω», για να καλύψουν όλους τους μαθητές που δεν έχουν τα μέσα.
Αντίστοιχα είναι τα προβλήματα και για πολλά ακόμα παιδιά, που μπορεί να έχουν τα μέσα, αλλά βλέπουν μπροστά τους λευκές οθόνες, ακούνε φωνές από το υπερπέραν, συνδέονται και αποσυνδέονται πολλές φορές στη διάρκεια μίας διδακτικής ώρας.
Η κυβέρνηση αναζητάει άλλοθι και δικαιολογίες, επικαλούμενη την «έκτακτη κατάσταση». Και εδώ όμως είχε όλο τον χρόνο να προετοιμαστεί, ώστε κανένα παιδί να μη μείνει χωρίς τα αναγκαία μέσα για την τηλεκπαίδευση, να αναβαθμίσει τα μέσα και τις υποδομές, να διασφαλίσει ίσες και σύγχρονες προϋποθέσεις πρόσβασης για όλους.
Τέτοια αιτήματα υπήρχαν στο πλαίσιο πάλης γονιών, μαθητών και εκπαιδευτικών. Όπως υπήρχε και η αρνητική πείρα από την πρώτη φάση της πανδημίας, όπου και πάλι το σύστημα «κράσαρε» και τα μαθήματα στην πλειοψηφία τους δεν έγιναν καθόλου.
Προτεραιότητα, όμως, της κυβέρνησης, και τότε και τώρα, δεν ήταν να διασφαλίσει τα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών, ούτε βέβαια να ελαφρύνει τη λαϊκή οικογένεια από τα βάρη και τις δυσκολίες της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.
Το ακριβώς αντίθετο. Κριτήριο ήταν και παραμένουν οι «αντοχές της οικονομίας», η προστασία των συμφερόντων και των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων, η χρηματοδότηση με το σταγονόμετρο των τεράστιων αναγκών στην Υγεία, στην Παιδεία, στη στήριξη των λαϊκών οικογενειών για να μη λείψουν χρήματα από τις φοροαπαλλαγές και τα άλλα προνόμια στο κεφάλαιο.
Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, που κουνάει τώρα το δάχτυλο και μιλάει για «τριτοκοσμικές καταστάσεις», καλύτερα να σιωπά, γιατί η σημερινή εικόνα των σχολείων δεν προέκυψε χθες. Έχει τη σφραγίδα και της δικής του αντιλαϊκής πολιτικής.
Ανισότιμη πρόσβαση, ανισότιμη εκπαίδευση, μεγάλα μορφωτικά κενά που αντί να καλύπτονται διευρύνονται... Αυτό είναι το αποτέλεσμα της κυβερνητικής διαχείρισης της πανδημίας και στον χώρο της Εκπαίδευσης.
Απέναντι σε όλα αυτά, κανείς δεν πρέπει να μένει αδιάφορος και απαθής. Τώρα είναι που πρέπει να δυναμώσουν ακόμα περισσότερο ο αγώνας και η διεκδίκηση για να δοθεί πραγματική στήριξη σε μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς στην τηλεκπαίδευση, όσο αυτή διαρκέσει. Αλλά, κυρίως, για να ανοίξουν τα σχολεία με όλα τα απαραίτητα μέτρα, για να γίνει σωστή δουλειά, για να γίνει μάθημα.
Από τη Μαρία Κωστούλα,μέλος της Τομεακής Επιτροπής Λάρισας, εκπαιδευτικός