Του Δημήτρη Χατζηευθυμίου
ΕΙΝΑΙ απολύτως λογικό και εκεί «παίζεται» πάντα το παιχνίδι των εντυπώσεων: αν δηλαδή θα έχουμε ή όχι διακοπές ρεύματος.
Προσέγγιση που θεωρεί δεδομένο ότι έχουμε ηλεκτρικό ρεύμα, το οποίο απειλείται με διακοπή. Γιατί –μη μας διαφεύγει- υπάρχουν πολλά ελληνικά σπίτια που δεν έχουν καν ηλεκτρικό και επομένως ουδόλως νοιάζονται αν θα τους κοπεί ή όχι.
Για όλους τους άλλους όμως το ζήτημα είναι ακριβώς αυτό.
Πρωτίστως για την κυβέρνηση που επιφυλάσσει εκ προοιμίου τον ρόλο του καλού για τον εαυτό της, καθώς μάχεται –υποτίθεται- για μεταρρυθμίσεις που υπηρετούν το κοινό συμφέρον κ.λ.π., κ.λ.π.
Στο ρόλο του κακού ασφαλώς οι συνδικαλιστές της ΔΕΗ. Όπως ο Φωτόπουλος, μια φιγούρα από τα παλιά, ταυτισμένος –δικαίως ή αδίκως- με ότι πιο αρνητικό και συντηρητικό, μπορεί να εκφράζει ο συνδικαλισμός εκείνος. Οι επικεφαλής των συνδικάτων εμφανίζονται περίπου με έναν μοχλό στο χέρι τον οποίο μπορούν να κατεβάζουν και να βυθίζουν τη χώρα στο σκοτάδι.
Και στο ρόλο του άσχημου, γιατί υπάρχει και τέτοιος, τα –περισσότερα- ΜΜΕ, που φυσικά εστιάζουν στο ψυγείο της ΕΒΓΑ της γειτονιάς και τι θα απογίνει ο καταστηματάρχης αν λιώσουν τα παγωτά, τα 20 εκ. τουρίστες της Όλγας που μαζί με τον ήλιο θέλουν και το φώς της Ελλάδας (μακάρι βέβαια να μιλούσαμε έτσι και για εκείνο το ανέσπερο της ιστορίας).
Όλα αυτά είναι λογικά και αναμενόμενα. Τα έχουμε συνηθίσει.
* * *
ΟΠΩΣ και το να πληρώνουμε ένα μάλλον ακριβό ηλεκτρικό ρεύμα.
Θα αναρωτηθεί όμως κάποιος: γιατί τεμαχίζεται και πωλείται η ΔΕΗ; Και τι θα σημαίνει αυτό για τον καταναλωτή;
Τις μέρες αυτές παρελαύνουν από τη μικρή οθόνη πρώην υπουργοί Οικονομίας και διοικητές της ΔΕΗ, οικονομολόγοι και πολιτικοί, που προσπαθούν να μας διαφωτίσουν. Μάταια όμως. Ούτε οι ίδιοι φαίνεται να γνωρίζουν τι θα συμβεί, αλλά κυρίως το γιατί.
Άκουγα για παράδειγμα τον Ν. Χριστοδουλάκη, τον άνθρωπο που μετοχοποίησε το 50% της επιχείρησης να λέει ότι πρόκειται για ένα καθαρό ξεπούλημα. Την ίδια ώρα ο νυν υπουργός Περιβάλλοντος κ. Ι. Μανιάτης διαφήμιζε τα οφέλη από την ιδιωτικοποίηση και πως δύο «ισχυροί παίκτες» θα λειτουργήσουν προς όφελος του καταναλωτή. Αν και συνηθίζεται πολιτικοί της ίδιας ιδεολογικής και κομματικής προέλευσης να έχουν τόσο διαφορετικές απόψεις (ειδικά αν προέρχονται από το ΠΑΣΟΚ), είναι προφανές ότι κάποιος δεν μας τα λέει καλά.
Ας κάνουμε όμως μερικές απλές σκέψεις:
Η νέα «μικρή» ΔΕΗ, θα προέλθει από την αφαίρεση ενός 30% από την υπάρχουσα επιχείρηση. Μπορούμε να παίξουμε με τις λέξεις, αλλά επιτρέψτε μου: δε θα έχουμε μια «μικρή» και μια «μεγάλη» ΔΕΗ, αλλά δύο «μικρότερες».
Οι κυβερνώντες ισχυρίζονται ότι το 30% που θα κληροδοτηθεί στη «μικρή» ΔΕΗ θα προέρχεται από όλες τις δραστηριότητες, ποιοτικές και ποσοτικές της επιχείρησης. Όχι δηλαδή ένα «καλό» ή ένα «κακό» 30%, αλλά ένα μίγμα «καλών» και «κακών» πελατών, μικρών και μεγάλων, δανείων και υποχρεώσεων, κερδών και ζημιών, κ.ο.κ.
Αλλά αν η ΔΕΗ είναι μια ζημιογόνα επιχείρηση γιατί να υπάρξει κάποιος που θα επενδύσει σε αυτή;
Εκτός κι αν δεν είναι, οπότε γιατί την πουλάμε;
Ή έχει άλλες προοπτικές στο ενεργειακό μέλλον και ρόλο της χώρας. Οπότε, ξανά, γιατί την πουλάμε;
* * *
ΜΕΝΕΙ λοιπόν να απαντηθεί το αν θα ωφεληθεί ο καταναλωτής, αν δηλαδή βρίσκει εφαρμογή η επιταγή της Ε.Ε., να μην υπάρχουν μονοπώλια χάριν του ανταγωνισμού.
Λοιπόν δείτε μια ιστοριούλα: παλιότερα σε ένα μικρό χωριό λειτουργούσε ένα μίνι μάρκετ. Κάποια μέρα στην απέναντι πλευρά της πλατείας άνοιξε και δεύτερο. Οι περισσότεροι απόρησαν πλην του φιλελεύθερου της παρέας ο οποίος συμβούλεψε ότι ο ανταγωνισμός θα έριχνε τις τιμές προς όφελός τους.
Πράγματι στην αρχή υπήρξε ένας υποτυπώδης έστω ανταγωνισμός, ένα είδος πιγκ-πογκ, μεταξύ των δύο ιδιοκτητών, οι οποίοι ακόμη και μέσα στη διάρκεια της ημέρας έριχναν τις τιμές, παρακολουθώντας ο ένας τον άλλο. Το παιχνίδι αυτό δεν κράτησε παρά λίγες μέρες. Μετά τα πράγματα ισορρόπησαν απολύτως. Το μονοπώλιο, απλά μετατράπηκε σε ολιγοπώλιο, ένα μικρό καρτέλ. Κι αυτή όμως η εξέλιξη δεν πήγε μακριά. ΟΙ δύο ιδιοκτήτες λίγο έλειψε να πεινάσουν μαζί. Ο λόγος ήταν απλός: το χωριό ήταν πολύ μικρό για να αντέξει δύο μαγαζάκια.
Το ίδιο συμβαίνει και με την Ελλάδα από άποψης καταναλωτών ενέργειας.
Όταν λοιπόν από ένα ερώτημα αφαιρέσεις όλες τις πιθανές απαντήσεις, αυτό που μένει είναι η αλήθεια. Όποιος αγοράσει τη «μικρή ΔΕΗ», θα το κάνει έχοντας διασφαλίσει ότι δε θα χάσει. Είτε αμέσως, άρα αναζητείστε τα προικιά, είτε στο μέλλον, όταν δηλαδή το ζήτημα δε θα αφορά μερικά εκατομμύρια ελληνικά νοικοκυριά, αλλά θα παίζονται πολύ περισσότερα, σε Βαλκάνια και νοτιοανατολική Ευρώπη.
Τέλος, τα χρήματα από την πώληση θα πάνε στο Ταμείο της «μεγάλης» ΔΕΗ για να καλύψουν χρέη και υποχρεώσεις της. Χωρίς δηλαδή να χρειαστεί χρηματοδοτική «ένεση» από τον κρατικό προϋπολογισμό (δηλαδή με αύξηση των τιμολογίων).
Περί αυτού πρόκειται λοιπόν.