Αφού χαιρετηθήκαμε και είπαμε τα γνωστά και καθημερινά, «τι κάνετε, πώς είστε, είστε όλοι καλά, παιδιά εγγόνια;» Καθίσαμε απέναντι. Εκείνος δεν φορούσε μάσκα. Κάποια στιγμή, έβγαλε απ’ την τσέπη του μια... χιλιοτσαλακωμένη μάσκα και τη φόρεσε.
Όχι κανονικά να καλύπτει το στόμα και τη μύτη, αλλά κάτω στο σαγόνι. Τώρα τι νόημα έχει η μάσκα στο σαγόνι δεν το καταλαβαίνω. Συναντώ πολλούς και έξω στα μαγαζιά και στον δρόμο έτσι.
Ξεκινήσαμε πάλι την κουβέντα. «Δεν την μπορώ αυτήν τη μάσκα, με πνίγει, δεν μ’ αφήνει να αναπνεύσω» μου είπε και συνέχισε «Να εσείς που τη φοράτε κανονικά δεν σας καταλαβαίνω τι λέτε, δυσκολεύει ακόμα και την ομιλία. Αλήθεια πιστεύετε σε όλα αυτά τα... παραμύθια που ακούμε; Δεν υπάρχει κορονοϊός κυρία μου, τίποτα δεν υπάρχει. Θέλουν να μας φοβίσουν και να μας κάνουν του... χεριού τους, πιόνια δηλαδή, να μην έχουμε ούτε λόγο ούτε γνώμη.
Έχετε εσείς κανέναν συγγενή, φίλο, γνωστό, που να έχει κορονοϊό; Εγώ δεν έχω, ούτε στη γειτονιά μου έχω ακούσει τίποτα.
Όλα αυτά είναι στημένα απ’ τους ηγέτες των χωρών για λόγους που μόνο αυτοί γνωρίζουν.
Κι αυτοί οι δημοσιογράφοι μάς έχουν τρελάνει κάθε μέρα. Τόσα τα κρούσματα, τόσοι οι θάνατοι, τόσοι οι διασωληνωμένοι». Ο κύριος είχε πάρει φόρα και δεν έλεγε να σταματήσει. Πέντε-έξι επιβάτες που ήταν ακόμα μέσα, γύρισαν και τον κοίταξαν. Άλλοι χαμογέλασαν και άλλοι κουνούσαν το κεφάλι. Τώρα αυτό το κούνημα του κεφαλιού ήταν αρνητικό, ήταν θετικό, δεν το κατάλαβα.
Κάποια στιγμή σταμάτησε, για να πάρει μια ανάσα προφανώς κι έτσι μπόρεσα κι εγώ να μιλήσω.
«Γιατί δεν πιστεύετε τίποτα κύριέ μου», του είπα. «Δεν βλέπετε στην τηλεόραση τι γίνεται σε άλλες χώρες; Εμείς είμαστε κάπως καλά ακόμα, Δόξα τω Θεώ.
Δεν βλέπετε τα αμέτρητα φέρετρα, δεν ακούτε τα χιλιάδες κρούσματα, τους θανάτους, που ανακοινώνονται καθημερινά;
Τι άλλο πρέπει να δούμε για να πειστούμε και να συμμορφωθούμε με τα μέτρα που εξαγγέλλουν η κυβέρνηση και οι επιστήμονες!» Με διέκοψε άρον-άρον.
«Κυρία μου αυτά τα φέρετρα, τι νομίζετε πως είναι; Άδειες κάσες είναι, για να μας δημιουργήσουν πανικό και εκφοβισμό. Άνοιξε κανένα απ’ αυτά να δούμε... τι έχει μέσα...».
Κόντευα να φτάσω στη στάση που θα κατέβαινα, σηκώθηκα απ’ τη θέση μου και τον χαιρέτησα λέγοντας:
«Σας χαιρετώ, αυτά όλα όμως που λέτε και που πιστεύετε, καλύτερα να τα κρατήσετε για τον εαυτό σας, για να μην επηρεάζετε και άλλους ανθρώπους, που μπορεί να μη το θέλετε, αλλά τους κάνετε κακό».
Κι όπως καταλαβαίνετε συνάνθρωποι, πολλοί είναι αυτοί που πρεσβεύουν τα παραπάνω. Και όχι μόνο τα λένε αλλά τα ανεβάζουν και στο Facebook.
Θα είδατε στην τηλεόραση τι έγινε με μια ομάδα γονέων που δεν θέλουν να φορέσουν τα παιδιά τους μάσκες στο σχολείο.
Τώρα επενέβη ο εισαγγελέας, να ξεκαθαρίσει όλο αυτό το σούσουρο. Να δούμε τι θα γίνει.
Με το άνοιγμα των σχολείων θα επικρατήσει ένα αλαλούμ, έτσι όπως πάμε, απ’ αυτά που βλέπουμε και ακούμε. Και τα θύματα είναι αυτά τα αθώα πλάσματα, τα παιδιά, αν προέρχονται από οικογένειες που δεν πιστεύουν σε τίποτα. Αν και στα σχολεία δεν θα περάσει η γνώμη των γονέων.
Ο Θεός να βάλει το χέρι του και μυαλό σ’ αυτούς τους γονείς που δεν πιστεύουν στον κορονοϊό, όπως ο παραπάνω κύριος, και κάνουν κακό και στους άλλους.
Τον κύριο τον άφησα μέσα στο λεωφορείο ελαφρώς εκνευρισμένο, γιατί ίσως δεν παραδέχτηκα τα «πιστεύω» του και του είπα αυτά που του είπα, κατεβαίνοντας απ’ το αστικό.
Συχνά συναντούμε ανθρώπους μ’ αυτές τις ιδέες, αλλά και τι μπορείς να κάνεις σ’ αυτές τις περιπτώσεις.
Ή πρέπει να... πιαστείς στα χέρια, ή να σιωπήσεις στην καλύτερη περίπτωση. Γιατί υπάρχουν χαρακτήρες που δεν παραδέχονται τίποτα απ’ την αντίθετη πλευρά. Είναι όλοι αυτοί οι... ξερόλες που λέει και ο σοφός λαός.
Από την Καλλίτσα Γκουράβα-Δικτά