Πληροφορίες για το πρόσωπο του νέου αγίου της Εκκλησίας μας έχουμε καταγράψει στο βιβλίο μας «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967-1974. Ιστορική και νομοκανονική προσέγγιση» (εκδ. Επίκεντρο, 2017, σσ. 121-122), δεδομένου ότι η εκλογή του στον επισκοπικό θρόνο της Εδέσσης συνέπεσε τα δύσκολα (και για τη διοικούσα Εκκλησία) χρόνια της επτάχρονης δικτατορίας (1967-1974): Γράφαμε λοιπόν, το 2017, για τον μακαριστό Καλλίνικο:
«(...) Εδέσσης Καλλίνικος (Πούλος): Εκλογή 20.06.1967 εις διαδοχήν του ”αυτοδικαίως” απομακρυνθέντος τον Ιανουάριο του 1967, λόγω ορίου ηλικίας, μητροπολίτου Εδέσσης Διονυσίου (Παπανικολοπούλου). Από τα φοιτητικά του χρόνια στην Αθήνα συνδέθηκε με την αδελφότητα θεολόγων «Ζωή» για «να βοηθήσει και να βοηθηθεί στον πνευματικό του καταρτισμό», όπως γράφει το πνευματικό του παιδί, νυν μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος (Βλάχος) στο σχετικό, αφιερωματικό για τον Γέροντά του, βιβλίο «Κόσμημα», με τη διευκρίνιση ότι ο Καλλίνικος Πούλος καίτοι «εκτιμούσε το ιεραποστολικό έργο των οργανώσεων», εν τούτοις δεν υπήρξε μέλος τους καθώς «ήταν κριτικός απέναντι στα “συστήματα”».
Υπηρέτησε, ως λαϊκός, την περίοδο του εμφυλίου πολέμου στις Ειδικές Δυνάμεις του Στρατού με την ιδιότητα του καταδρομέα και συμμετείχε στις μάχες εναντίον των κομμουνιστών ανταρτών στην πρώτη γραμμή του πυρός, στον Γράμμο. Ήταν αδελφός του μητροπολίτου Διδυμοτείχου και Ορεστιάδος Κωνσταντίνου (Πούλου), μέλους της (προεδρευομένης υπό του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου [Κοτσώνη]) «Αριστίδην» Συνόδου εκ της οποίας ο ίδιος εξελέγη Μητροπολίτης Εδέσσης.
Χειροτονήθηκε στις 25.06.1967 στον καθεδρικό ναό Αθηνών προεξάρχοντος του συνοδικού μητροπολίτου Τρίκκης Διονυσίου (Χαραλάμπους) τούτου συμπαραστατουμένου υπό των Μητροπολιτών Διδυμοτείχου Κωνσταντίνου (Πούλου, αδελφού του χειροτονουμένου), Αιτωλίας και Ακαρνανίας Θεοκλήτου (Αρβαντινή), Κυθήρων Μελετίου (Γαλανοπούλου) και Κασσανδρείας Συνεσίου (Βισβίνη). Αναγνωρίσθηκε και τοποθετήθηκε ως Εδέσσης με την υπ’αριθμ. 1463/2213/27.06.1967 εγκύκλιο της “Αριστίνδην” Συνόδου.
Παρά την εξ επόψεως κανονικότητος προβληματική - όπως όλων των “ιερωνυμικών” λεγομένων αρχιερέων - εκλογή του (την γενομένη υπό της αντικανονικής “Αριστίνδην” Συνόδου), κατέλιπε μνήμη αγαθού ποιμενάρχου όχι μόνο στον εκκλησιαστικό, αλλά και τον ακαδημαϊκό χώρο συγκαταλεγόμενος, εις εκείνους τους «αρχιερείς οι οποίοι, παρότι εξελέγησαν στη διάρκεια της δικτατορίας από την “Αριστίνδην” Σύνοδο του Ιερωνύμου και είχαν σχέση με τις χριστιανικές αδελφότητες, εν τούτοις, και από ιεραποστολικό ζήλο και φρόνημα διακατέχονταν και τον λαό του Θεού, κατά κανόνα, ανιδιοτελώς και χριστιανοπρεπώς διακόνησαν και υπηρέτησαν», όπως έχει υποστηρίξει σχετικώς ο λόγιος Μητροπολίτης Αρκαλοχωρίου, καθηγητής Εκκλησιαστικής Ιστορίας του ΑΠΘ κ. Ανδρέας Νανάκης («Καθημερινή», 11.06.2017).
Ως «φωτεινή» μορφή κληρικού θεωρεί τον αναδειχθέντα κατά την «ιερωνυμική» περίοδο, ως Εδέσσης, Καλλίνικο, αποκαλώντας τον «άγιο ιεράρχη», ο καθηγητής Εκκλησιαστικού Δικαίου της Νομικής Αθηνών κ. Ιωαν. Κονιδάρης σε άρθρο του στο «Βήμα» (28.03.2010), ενώ ως «οσία» μορφή τον έχει χαρακτηρίσει ο οικουμενικός πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος (Αρχοντώνης, βλ. «Ορθόδοξος Τύπος», 03.07.2015), χαρακτηρισμός ιδιαιτέρας και ειδικής βαρύτητος δεδομένου του ότι ο μακαριστός Εδέσσης κυρός Καλλίνικος, ως “νεοχωρίτης” Επίσκοπος, υπήγετο στην πνευματική δικαιοδοσία του Πατριαρχείου και εμνημόνευε τον Κωνσταντινουπόλεως).
Μετά την παραίτηση (15-12-1973) του Αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου (Κοτσώνη) και την εκλογή (12-01-1974) στην Αρχιεπισκοπή του (από Ιωαννίνων) Σεραφείμ (Τίκα) η «Πρεσβυτέρα» Ιεραρχία στην ΙΖ’ συνεδρίασή της, της 28ης Μαρτίου 1974, «λαβούσα υπ’ όψιν την ανάγκην ειρηνεύσεως της Εκκλησίας και διατελουμένη εν πνεύματι άκρας εκκλησιαστικής οικονομίας και επιεικείας» απεδέχθη την εισήγηση του Προέδρου αυτής, Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σεραφείμ (Τίκα) και απεφάσισε, όπως θεωρήσει, κατ’ οικονομίαν, ως κανονική την εκλογή για 20 επαρχιούχους ιεράρχες (εκ του συνόλου των 29 των επί της «ιερωνυμικής» περιόδου εκλεγέντων), μεταξύ των οποίων και ο Εδέσσης Καλλίνικος, ο οποίος συνέχισε έτσι κανονικά την ποιμαντορία του, ως μέλος της (προεδρευομένης υπό Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ) Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Εκοιμήθη ως Εδέσσης στις 7 Αυγούστου του 1984». (Αντιθέτως, ο αδελφός του, ο Διδυμοτείχου Κωνσταντίνος [Πούλος] παρότι είχε καθ’ όλα κανονική εκλογή [1957 - επί αρχιεπισκοπείας Θεοκλήτου Παναγιωτοπούλου], τον Ιούλιο του 1974 κηρύχθηκε – μαζί με άλλους 11 - έκπτωτος του θρόνου του «διότι συμπαρατασσόμενος με τους αντιδρώντες “ιερωνυμικούς” προέβη σε ενέργειες που απέβλεπαν στη διασάλευση της ενότητας της Εκκλησίας»).
* Τα “θαυμαστά” γεγονότα που έζησε πλησίον του Γέροντός του νυν αγίου Καλλινίκου Εδέσσης περιγράφει ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος: « (...) ειρήνευε τους ανθρώπους που τον πλησίαζαν και είδα θαυματουργικές επεμβάσεις. Καθόμουν δίπλα του στο κρεβάτι του νοσοκομείου, διαβάζοντας κυρίως την «Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών» και με τρόπο ανέκφραστο θεραπεύθηκα από μια σωματική ασθένεια που με ταλαιπωρούσε εκείνον τον καιρό. Αλλά και κατά την εξόδιο ακολουθία του θεράπευσε από μια πολυχρόνια ασθένεια μια πνευματική του θυγατέρα, από την Αιτωλοακαρνανία, η οποία δεν μπορούσε να θεραπευθή από πολλούς ιατρούς τους οποίους είχε επισκεφθή (...) Οι θαυματουργικές του επεμβάσεις είναι πολλές. Ακόμη όσο ζούσε ελευθέρωσε με τις προσευχές του ανθρώπους από τα δαιμόνια που τους είχαν καταλάβει (...) Μετά την κοίμησή του εμφανίζεται στον ύπνο πολλών ανθρώπων και τους βοηθά αποτελεσματικά, όπως και πολλοί ομολόγησαν ότι ωφελήθηκαν ποικιλοτρόπως από τον Καλλίνικο, όταν τον επικαλέσθηκαν ή όταν επισκέφθηκαν τον τάφο του (...).
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον τελευταίο καιρό, με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου και ειδικά του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου πλούτισε το αγιολόγιο Της με συγχρόνους αγίους, με αστέρια φωτεινά που λάμπουν στο στερέωμα της Ορθοδοξίας (Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης, Παΐσιος ο Αγιορείτης, Ιάκωβος Τσαλίκης ο εν Ευβοία, Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης, Αμφιλόχιος Μακρής ο εν Πάτμω, Σωφρόνιος Σαχάρωφ του Έσσεξ, Εφραίμ Κατουνακιώτης, κ.α.) στα οποία φωτεινά αστέρια όλως προσφάτως συγκατελέχθη και ο μακαριστός Μητροπολίτης Καλλίνικος Εδέσσης (τουπίκλην Πούλος). Να έχουμε την ευχή τους και τις πρεσβείες τους.
ΒIΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
* Βλάχου, Ιεροθέου, Μητροπολίτου Ναυπάκτου, «Το κόσμημα της Εκκλησίας, Βίος και πολιτεία του ταπεινού και πράου Επισκόπου κοσμήσαντος την Εκκλησίαν του Χριστού, αειμνήστου Μητροπολίτου Εδέσσης Καλλινίκου», εκδ. Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου Πελαγίας, Θήβα, 1998.
* Ανδρεοπούλου, Χαραλάμπους, «Η Εκκλησία κατά τη δικτατορία 1967-1974. Ιστορική και νομοκανονική προσέγγιση», εκδ. Επίκεντρο, 2017, Θεσσαλονίκη, σ. 121-122, 309.
Aπό τον Χάρη Ανδρεόπουλο,
Θεολόγο καθηγητή Β/θμιας, Δρ. Εκκλησιαστικής Ιστορίας ΑΠΘ