Ας ξεκινήσω με μια παραδοχή: Οι δικτάτορες έχουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Έχουν το ελεύθερο να αποφασίζουν χωρίς να λογοδοτούν. Έτσι και ο Ερντογάν με τη συμβολή της χειραγωγημένης του Δικαιοσύνης μετέτρεψε μέσα σε μια νύχτα την Αγιά Σοφιά σε τέμενος.
Ο Μαρκούζε έγραφε στην «διαλεκτική της απελευθέρωσης ότι ο ηλίθιος πολλές φορές νομίζει ότι δεν είναι μόνο ανίκητος αλλά είναι και ευτυχισμένος». Νομίζει ότι κάνοντας αυτό το διάβημα περί νεο-οθωμανισμού έχει προκαλέσει από τη μια πλευρά ικανοποίηση σε γνωστούς σκληροπυρηνικούς και ακραίους ισλαμικούς κύκλους, καθώς και σε ευρύτερες λαϊκές μάζες, αλλά από την άλλη η συγκεκριμένη ενέργεια αποτελεί ηχηρό χαστούκι στο κοσμικό κράτος, στον διαθρησκευτικό και διαπολιτισμικό διάλογο ως τα τελευταία γνωρίσματα του Κεμαλισμού στη γειτονική μας χώρα. Για να δούμε όμως τώρα πού κρύβεται η ηλιθιότητα και ότι «εγώ είμαι ο ανίκητος»;
Ο νομπελίστας Ορχάν Παμούκ δήλωσε ότι με αυτήν την κίνηση πλέον η Τουρκία διεμήνυσε σε όλο τον κόσμο ότι δεν είναι πλέον μια κοσμική χώρα.
Η μετατροπή του μουσείου σε τέμενος είπε ο Ερντογάν χαρακτηρίζει τον ηγέτη μιας χώρας. Αλλά ποιας χώρας; Στη δημοκρατία η κακή ή η καλή διοίκηση των πολιτικών πρέπει να χρεώνεται στους ψηφοφόρους εάν αυτοί επικροτούν και ανταμείβουν αυτούς τους πολιτικούς.
Σε χώρες όπου είναι κυρίαρχοι οι δικτάτορες το ερώτημα είναι γιατί και πώς αυτοί δεν ανατρέπονται.
Όσο για τις αντιδράσεις, εκτός από τον αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο, που στην ανακοίνωση της Εκκλησίας στα Τίρανα δήλωσε ότι με την απόφαση αυτή του Ερντογάν «Η Τουρκία επιστρέφει στις πλέον σκοτεινές πτυχές της Ιστορίας», ιδιαίτερα χαλαρή ήταν η ανακοίνωση της Ρωσικής προεδρίας (που την χαρακτήρισε ως εσωτερικό ζήτημα), ενώ ο ίδιος ο Ερντογάν σε διάφορα πολιτικά ζητήματα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, π.χ. Κριμαία - Ανατολική Ουκρανία, πήρε αντιρωσικές θέσεις. Ακόμη και η αντίδραση του Πατριαρχείου της Μόσχας ήταν σχετικά ήπιων τόνων. Άρα τι να πούμε; Χαίρομαι ειλικρινά γιατί ζω σε μια χώρα που έβγαζε και βγάζει πολλούς ηλίθιους σκεπτόμενους σε εισαγωγικά, όπως τον Λειβαδίτη και τον Λουντέμη, τον Ρίτσο και τον Σαμαράκη, την Σωτηρίου και τον Τσίρκα. Όλος λοιπόν ο πνευματικός μας κόσμος. Τα λόγια λοιπόν σε αυτήν την χώρα έχουν δύναμη, τα γραπτά έχουν αξία, οι στίχοι έχουν νόημα. Όσα χρόνια και να περάσουν τα μυαλά μας δεν ξεπλύθηκαν σε πλυντήρια κονόμας ούτε η φωτιά της ελληνικής διανόησης θα καταντήσει ποτέ πίσσα σε λαλιές και πένες όλων αυτών των ηλίθιων εκφραστών. Και ειλικρινά είμαι περήφανος γι’ αυτό, γιατί όντως είμαστε σε ευλογημένη χώρα.
Και αυτό δεν αλλάζει σε όσες ηλιθιότητες και να προβεί ο νεο-οθωμανιστής μας σουλτάνος.
* Ο Σωκράτης Μποντζώρλος είναι μέλος του Συνδυασμού Πρωτοβουλία Αξιών («ΠΡ.ΑΞΙ.») του Δήμου Λαρισαίων.