Η ίδια η επιλογή της ονομασίας αυτού που διακρίνει τον άνθρωπο πέρα από την υλική υπόστασή του, δείχνει την αρχή και τον στόχο που ουσιαστικά αναζητά να πετύχει ο φιλόσοφος διανοητής. Απλούστερος εν πρώτοις φαίνεται ο ορισμός του πνεύματος, αν σταθούμε μάλλον ετυμολογικά στη λέξη.
Σημαίνει σαφώς τη δυνατότητα να μετέρχεται της δημιουργίας και της διασύνδεσης νοητικών σχημάτων μέσω της διατρητικής ικανότητας του νου, προκειμένου να πλατύνει αυτός τη σύνδεση εννοιών, σε όλο και μεγαλύτερες ολότητες μ’ έναν γνωσιολογικό τρόπο απόδειξης. Σε μια παράσταση εικόνας φαντάζομαι το διανοητό δεμένο στο δέντρο της υλικής του ύπαρξης. Όσο βαθαίνει το πέλαγος της πληροφόρησης που προσλαμβάνει και της συνθετικής γνώσης του, τόσο αποκτά μεγαλύτερη ελαστικότητα το σχοινί που κρατά τον ερευνητή στα βασικά χαρακτηριστικά του ζην. Μεθυσμένος ο άνθρωπος προχωρά όλο και βαθύτερα στη ζούγκλα της γνώσης!
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι η όλη πνευματική διεργασία έχει αρχή, μέση και τέλος τον παράγοντα άνθρωπο και ουδεμία θεία παρέμβαση διακρίνουμε στη διαισθητική του ενόραση. Όλα αυτά υποστηρίζονται βέβαια από τη θετική φιλοσοφία, της οποίας τα επιχειρήματα έχουν ανάγκη αισθητικών ερεθισμάτων και εμπειρικών αποδείξεων. Εντελώς άλλη έννοια αποδίδεται στη λέξη πνεύμα από τη σκοπιά των φιλοσοφούντων ιδεαλιστών και του χριστιανισμού.
Φορτώνεται ο άνθρωπος την υποχρέωση να προσπαθεί να απαλλαχθεί από τη περισσή φροντίδα της υλικής του ύπαρξης και να αποδοθεί σ’ όλη τη διάρκεια του βίου του στο πλησίασμα του δημιουργού του, και εδώ η σύνολη κτίση έχει δευτερεύουσα θέση μετά τον Θεό.
Πότε – πότε η απλούστευση στην απεικόνιση του Θεού τον παρουσιάζει να θεάται όλη τη δημιουργία του μ’ έναν τρόπο σαν να κρατά ορισμένη απόσταση από τα έργα του ως ξεχωριστή οντότητα και να περιτρέχει το βλέμμα του, όπως ακριβώς σημαίνει το όνομά του. Καταληκτικά το πνεύμα είναι δωρεά θεϊκή, την οποία αναπτύσσει ο καθένας στον όποιο βαθμό.
Σαν επιχειρήσουμε να ανατρέξουμε στην έννοια της λέξης ψυχή θα διαπιστώσουμε ότι ο ορισμός είναι θολός, αν όχι αδύνατος.
Κοινός τόπος βέβαια είναι ότι η ψυχή παύει να συνυπάρχει μόλις τελειώσουν οι ζωτικές λειτουργίες του υλικού μέρους στο οποίο λογίζεται ότι κατοικεί. Μάλιστα από αρχαιοτάτων χρόνων παριστάνεται να φτερουγίζει φεύγοντας.
Άλλες φορές είναι φορέας αγαθότητας και ηθικής, γι’ αυτό στον μεν Σωκράτη χρεώνεται σ’ ένα ταξίδι καθαρμού στους ουρανούς και ανάλογα με τον βαθμό επιτυχίας του επιστρέφει ξανά στους ανθρώπους σ’ ένα διαρκή αγώνα να μην επηρεαστεί η αγνότητά της από το αδύναμο να αντισταθεί στην αμαρτία σώμα. Στους δε χριστιανικούς χρόνους έχουμε και τους ειδικούς στην κάθαρσή της τους ιερείς!
Αντιλαμβανόμαστε από τα άνω λεχθέντα τη στενή σύνδεση της έννοιας της ψυχής κυρίως με την αντίστοιχη της ηθικής, η οποία όμως ηθική είναι μια πολύ περίεργη επιστήμη, η οποία σε πολύ μεγάλο βαθμό έχει μορφή πρακτική και στηρίζεται στις απαιτητικές νόρμες υπακοής που υπάρχουν στην κοινωνία και εγκαταλείπεται αμέσως η θέση της καθαρής γνώσης και η επιστημονική της ακεραιότητα!
Καταλήγουμε θαρρώ στο συμπέρασμα ότι η λέξη πνεύμα έχει πιο ανθρώπινα χαρακτηριστικά και προσιδιάζει περισσότερο στο υλικό μας υποκείμενο άτομο. Το όλο φιλοσοφικό και φιλολογικό ενδιαφέρον του συνόλου κόσμου για τις δύο αυτές λέξεις, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι στο τέλος του βίου μας αλλού λιγότερο κι αλλού περισσότερο μετατρέπεται σ’ έναν βραχνά αγωνίας. Γνωρίζοντας ότι στον καθένα μας πέφτει η αυλαία του τέλους της ζωής μας προσπαθούμε απεγνωσμένα να οδηγηθούμε σ’ ένα αφήγημα συνέχειάς μας σε μια άλλη ζωή!
Εδώ λοιπόν σε αντίθεση με τους κλασσικούς χρόνους ήλθε ο Χριστός και ο χριστιανισμός μετά να μιλήσει γι’ άλλη ζωή ατελεύτητη, μια υπόσχεση όπλο ακαταμάχητο στον πιστό του, προκειμένου να τον συνεγείρει μαζί της και επιπλέον να απαλύνει την αγωνία του θανάτου του. Καθώς ο άνθρωπος δρα κυριαρχικά και αυταρχικά στο σπίτι του τη Γη, δεν μπορεί να δεχθεί ότι ίδια και όμοια είναι και η δική του εντελέχεια με την αντίστοιχη των άλλων έμβιων όντων.
Γι’ αυτό πάντα εν ζωή θα γαντζώνεται από απατηλές ελπίδες συνέχειας του εαυτού του ως ψυχή πλέον, ενώ γνωρίζει άριστα ότι όλα τα είδη που έζησαν πριν πολλά εκατομμύρια χρόνια εξαφανίστηκαν και εξαφανίζονται από το στερέωμα της μάνας Γης, προκειμένου να ξεπροβάλλουν άλλοι οργανισμοί εν ευθέτω χρόνο.
Τελευταία όλο και περισσότερο πληροφορούμαστε ότι ανακαλύπτονται πλανήτες, οι οποίοι περιστρέφονται γύρω από τον δικό τους ήλιο και οι έμμεσες μετρήσεις δείχνουν ότι οι συνθήκες οι ατμοσφαιρικές τους προσομοιάζουν με τις αντίστοιχες του δικού μας πλανήτη.
Αν δε επικαλεστούμε το μαθηματικό αξίωμα, ότι δηλαδή στο άπειρο διάστημα είναι αδύνατο να μην υπάρχει η αντίστοιχη αδερφή της Γης, τότε κλονίζεται συθέμελα η περίπου αποκλειστική σχέση του δημιουργού με τον δικό μας κόσμο.
Κλείνοντας θέλω να σας παρουσιάσω μια στιχομυθία μεταξύ του μέγιστου Δία της κλασικής περιόδου και του αδερφού του Άδη κατά τη διάρκεια της μάχης των δώδεκα θεών εναντίον του τιτάνα πατέρα τους Κρόνου στην ενδεικτική διαπάλη του νέου με το κατεστημένο παλιό. Στην ερώτηση του Άδη αν θα χαθούν στη μάχη αυτή, ο υπέρτατος Ζευς τού απάντησε ότι οι θεοί δεν πεθαίνουν από μόνοι τους αλλά ΞΕΧΝΙΟΥΝΤΑΙ από τους ανθρώπους και έτσι μόνον χάνονται!
Από τον Παύλο Γιατσάκη