Εδώ συνυπάρχουν ο κομματισμός με το υβρεολόγιο. Οι πολιτικές αντιθέσεις και το αίσθημα κατωτερότητας με την ακραία συκοφαντία. Η εντός ή εκτός εισαγωγικών αγανάκτηση με εγκληματικές συμπεριφορές. Οι διακηρύξεις ηθικού προτάγματος με την ατομική ανηθικότητα. Η αναρρίχηση στην πολιτική ανθρώπων με μηδενική επάρκεια, αλλά παρότι ανίκανοι ή ανήμποροι αναδεικνύονται από την ελληνική Κοινωνία και τις πολιτικές ηγεσίες σαν απολύτως ικανοί να διαδραματίσουν ρόλους που προϋποθέτουν και απαιτούν σοβαρό γνωστικό έρεισμα. Η Κοινωνία τούς υπερψηφίζει λόγω πελατειασμού. Η ηγεσία τούς προωθεί, για να τους έχει πειθήνια όργανα, καθώς οι αξιοπρεπείς ανθίστανται. Αν δείτε τη συγκρότηση των εσωκομματικών Οργάνων στα κυβερνώντα κόμματα, θα διαπιστώσετε ότι όλα τα μέλη τους έχουν από μία ή περισσότερες δημόσιες και καλά αμειβόμενες θέσεις. Και διερωτάται κάποιος. Μα καλά, όλοι (και όλες) αυτοί είναι ανεπάγγελτοι; Οχι ακριβώς. Μεγάλο μέρος τους είναι δημόσιοι υπάλληλοι, υπάλληλοι ΟΤΑ και ΔΕΚΟ, που κρατούν έτσι κι αλλιώς τις θέσεις τους, και θα πάρουν και τη σύνταξή τους, διπλή, σαν τύχει να εκλεγούν Βουλευτές. Αρκετοί είναι αποτυχημένοι επαγγελματίες και βρίσκουν καταφύγιο στα κόμματα και τις καλοπληρωμένες θέσεις που αυτά τους εξασφαλίζουν όταν έρθουν στην εξουσία. Οι υπόλοιποι είναι κομματικοί αφισοκολλητές. Και βέβαια οι γόνοι. Εγραψα και άλλοτε παραφράζοντας φράση του Αντρέ Μωρουά, ότι στα Κόμματα συνυπάρχουν ήρωες, τέρατα και... χαζοί. Αλλοίμονο στους πρώτους.
Υπάρχει ο μύθος πως ο «αυριανισμός» γεννήθηκε επί ΠΑΣΟΚ. Ο «αυριανισμός» αποτελεί νεοελληνική παθογένεια, που αναδεικνύεται σε ομαλές δημοκρατικές περιόδους, όταν δεν υπάρχει αναστολή των συνταγματικών επιταγών ελευθερίας συναθροίσεων, λόγων, γραπτών, Τύπου, συνδικαλισμού και κοινοβουλευτικού δημοκρατικού βίου. Απελευθερώνεις τον Ελληνα; Παράγει και δημιουργεί. Την ίδια ώρα όμως γίνεται και εκ του ασφαλούς αντάρτης της κοινωνικής και πολιτικής ομαλότητας. Τζάμπα μάγκας δηλαδή. Θυμάμαι -νεαρός τότε- μια σκηνή παραμονές Πάσχα του 1967, όταν είχε επιβληθεί από τη Χούντα σημαιοστολισμός παντού. Καθώς περπατούσα σε κεντρικούς δρόμους είδα λαχανιασμένους Λαρισαίους να τρέχουν με κοντάρια και σημαίες σαν κυνηγημένοι λαγοί. Κωμικό θέαμα και λυπηρό μαζί, καθώς οι ίδιοι Ελληναράδες μια ανάλογη σύσταση σε περίοδο ομαλότητας στην καλύτερη περίπτωση θα την αγνοούσαν. Στη χειρότερη θα τη χλεύαζαν. Είναι, βλέπετε που «του Έλληνος ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει».
Στα μετεπαναστατικά χρόνια το πολιτικό υβρεολόγιο ήταν καθημερινή συνήθεια. Οι λέξεις προδότης, τσογλάνι, τζουτζές, διαβολικός και άλλα κοσμητικά ήταν του συρμού, ακόμα και μέσα στο Κοινοβούλιο. Τον Δηληγιάννη οι ίδιοι οι ψηφοφόροι του, όταν δεν τους διόριζε (ήταν «μανούλα» στο βόλεμα) τον καθύβριζαν με χυδαίους χαρακτηρισμούς. Ο Τρικούπης υπέστη τα πάνδεινα. Αλλά μακράν όλων θύμα συκοφαντιών, ύβρεων και δεκάδων αποπειρών δολοφονίας (μία από την... Αστυνομία της Αθήνας) υπήρξε ο Βενιζέλος. Το σημείωμα της επόμενης Τρίτης θα έχει αφετηρία το «ανάθεμα» του Βενιζέλου τον Δεκ.1916 από τους μητροπολίτες των παλαιών Χωρών (κάτω από τη Θεσσαλία εκτός Κρήτης) με πρωταγωνιστές τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Θεόκλητο Α’, τον εμπνευστή του αναθέματος μητροπολίτη Λαρίσης Αρσένιο και τον έξαλλο μητροπολίτη Φωκίδος Αμβρόσιο.
Ο πολιτικός διχασμός μεταξύ βενιζελικών και φιλοβασιλικών μετά το 1914 κορυφώθηκε το 1916, όταν ο Βενιζέλος ίδρυσε το χωριστό Κράτος της Θεσσαλονίκης, προκειμένου η Ελλάδα να καταστεί σύμμαχος της Αντάντ. Προς την κατεύθυνση αυτή ήταν αντίθετος ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος επιθυμώντας ουδετερότητα της Ελλάδας κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ανάμεσα στην αποκαλούμενη εγκάρδια συμμαχία (entande cordiàle) και τη Γερμανία με Αυστροουγγαρία. Τα πάθη οξύνθηκαν στο έπακρο, καθώς και η Εκκλησία δεν έμεινε αμέτοχη. Ο αρχιεπίσκοπος Θεόκλητος Α’ με εισήγηση του μητροπολίτη Λάρισας Αρσένιου προχώρησε σε αναθεματισμό του Βενιζέλου και καταράστηκε το κεφάλι ενός ταύρου (δεν βρήκε τον Βενιζέλο) σε συλλαλητήριο στην Αθήνα. Στην κεφαλή του συλλαλητηρίου τοποθέτησε ένα ρακένδυτο αχυρένιο ομοίωμα του Βενιζέλου με φωτογραφία του στην κορυφή και επιγραφή «ανάθεμα εις τον προδότην». Στο πεδίο του Αρεως βροντοφώναξε στα πλήθη: «Ελευθερίω Βενιζέλω επιβουλευθέντι Βασιλέα και Πατρίδα και καταδιώξαντι και φυλακίσαντι αρχιερείς ΑΝΑΘΕΜΑ ΕΣΤΩ». Σε κάθε πόλη της παλιάς Ελλάδας σχηματίστηκαν μεγάλοι σωροί από τεράστιες πέτρες, όπου προσέρχονταν οι πιστοί και έριχναν από μία φωνάζοντας «ανάθεμα». Τα λουστράκια της Αθήνας σέρνοντας ογκόλιθους φώναζαν: «Στη φτήνεια. Μιά δεκάρα οι άσπρες πέτρες. Μιά πεντάρα οι μαύρες πέτρες. Για τον δολοφόνο». Ο Αμβρόσιος Φωκίδας ευχήθηκε στους πιστούς, «να πλήξουν τον Βενιζέλο τα ξανθήματα του Ιώβ, το κήτος του Ιωνά, η λέπρα του Ιεχωβά, ο μαγαρισμός των νεκρών, τα τριμούλια των ψυχορραγούντων, οι κεραυνοί της κολάσεως και οι κατάρες και τα αναθέματα των ανθρώπων». Κυριαρχούσε παντού το σύνθημα: «Ο φονεύων βενιζελικόν δεν φονεύει άνθρωπον!».
Στη μεταπολιτευτική Ελλάδα ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης απέφυγαν τις χυδαιότητες στέλνοντας μήνυμα στην Κοινωνία ότι η εξουσία έχει ποιότητα και χρειάζονται δίαυλοι επικοινωνίας. Ο Κων. Μητσοτάκης διέσπασε το momentum ευγένειας με την παραπομπή του Παπανδρέου το ’89 στο ειδικό Δικαστήριο, που πλειοψηφικά τον απάλλαξε. Ο τελευταίος στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων αρνούμενος παραπομπή Μητσοτάκη το ’93, παρά την πίεση της κοινοβουλευτικής του ομάδας. Η εφημερίδα «Αυριανή» των αδελφών Κουρή από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ και ο «Ελεύθερος Τύπος» από εκείνη της Ν.Δ. στη διάρκεια της 10ετίας του ’80 υπήρξαν τα κίτρινα έντυπα, που δεν είχαν φραγμούς ανάσχεσης στην κατασυκοφάντηση και το υβρεολόγιο εναντίον των «αντιπάλων» κομμάτων. Τα εισαγωγικά στην πιο πάνω λέξη έχουν τοποθετηθεί, για να τονιστεί, πως τα έντυπα αυτά και τα αναλόγου επιπέδου -ανέκαθεν και τώρα- απευθύνονται στη χύδην μάζα των απαίδευτων και φανατισμένων πολιτών παράγοντας εχθροπάθεια, φθόνο και μίσος. Ο,τι πουλά στο πόπολο. Εδώ αξίζει να αναφερθεί ότι από τα μέσα της 10ετίας του ΄70 μέχρι τα μέσα αυτής του ΄90 υπήρξε ένα διακομματικό αλισβερίσι αμνήστευσης (ύστερα από κάθε εκλογική αναμέτρηση) όλων των δημοσιογράφων εκδοτών και πολιτών που είχαν σε βάρος τους εκατοντάδες συνολικά καταδικαστικές αποφάσεις για αδικήματα του Τύπου και που δεν είχαν γίνει αμετάκλητες. Δηλαδή παραγραφή σε ποσοστό πάνω από 90%. Δεν γνωρίζω, αν το κακό συνεχίζεται, επειδή πρόκειται για «μουλωχτές» φωτογραφικές διατάξεις σε μεταμεσονύχτιες τροπολογίες, που δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας.
Στη συνέχεια της επόμενης Τρίτης θα γνωρίσουμε τις πρόσφατες παθογένειες στη κοινωνία και το πολιτικό εποικοδόμημα του τόπου.