Η θεωρία του Χάους μελετά τη συμπεριφορά ορισμένων μη γραμμικών δυναμικών συστημάτων, που είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στις αρχικές συνθήκες. Μικρές διαφορές στις αρχικές συνθήκες αποδίδουν πολύ διαφορετικά αποτελέσματα για τα δυναμικά συστήματα, καθιστώντας τη μακροπρόθεσμη πρόβλεψη αδύνατη σε γενικές γραμμές. Αυτό συμβαίνει παρ' όλο που αυτά τα συστήματα είναι αιτιοκρατικά, πράγμα που σημαίνει ότι η μελλοντική συμπεριφορά τους καθορίζεται πλήρως από τις αρχικές συνθήκες τους, χωρίς να εμπλέκονται τυχαίες παράμετροι. Με άλλα λόγια, η ντετερμινιστική φύση αυτών των συστημάτων δεν τα κάνει προβλέψιμα. Αυτή η συμπεριφορά είναι γνωστή ως ντετερμινιστικό χάος.
Χαοτική συμπεριφορά μπορεί να παρατηρηθεί σε πολλά φυσικά συστήματα, όπως ο καιρός, η κοινωνία, το ηλιακό σύστημα, τα οικονομικά συστήματα και η δημογραφική εξέλιξη. Στα οικονομικά η ύπαρξη χαοτικής δυναμικής έχει εντοπιστεί σε κάποιες χρονοσειρές συναλλαγματικών ισοτιμιών, σε πραγματικές συναλλαγματικές ισοτιμίες και στις αγορές ενέργειας. Επεξήγηση μιας τέτοιας συμπεριφοράς μπορεί να επιδιωχθεί μέσω της ανάλυσης ενός χαοτικού μαθηματικού μοντέλου, ή μέσω τεχνικών όπως διαγράμματα επανάληψης και τομές Πουανκαρέ.
Οι επιχειρήσεις καλούνται να επιβιώσουν από χαώδεις κρίσεις που έχουν τον χαρακτήρα «μαύρου κύκνου» λόγω της απροβλεπτότητας της εμφάνισής τους. Οφείλουν να προσαρμοστούν αστραπιαία στις νέες συνθήκες οι οποίες δημιουργούνται και πιθανώς να εδραιωθούν για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα με τις λιγότερες δυνατόν συνέπειες στη λειτουργία τους. Επίσης, οφείλουν να αξιοποιήσουν τους ανθρώπινους, τεχνολογικούς, πληροφοριακούς και χρηματοοικονομικούς πόρους που διαθέτουν αποδοτικά και αποτελεσματικά.
Ένας «Οδικός χάρτης» επιβίωσης ή αν θέλετε ένα πλάνο απορρόφησης των κραδασμών από μια κατάσταση χάους κάθε επιχείρηση πρέπει να καταρτίζει και να τη θέτει σε εφαρμογή όταν οι περιστάσεις το απαιτούν.
Έτσι λοιπόν, η διοίκηση μιας επιχείρησης όταν αντιμετωπίσει χαοτικές καταστάσεις στο μακροπεριβάλλον που δραστηριοποιείται, μπορεί να προχωρήσει σε περιορισμό του αριθμού των προμηθευτών επιλέγοντας τους ποιοτικότερους αυτών αλλά και αυτούς οι οποίοι παραχωρούν μεγαλύτερη πίστωση, σε εστιασμένες περικοπές περιττών δαπανών, στη χρήση σύγχρονων τεχνολογικών εργαλείων και αντικατάσταση των παρωχημένων, στη μείωση του ποσοστού μερίσματος προς του μετόχους, στη στοχευμένη πώληση στοιχείων του ενεργητικού, στη ρευστοποίηση των περιττών αποθεμάτων ώστε να απεγκλωβιστεί το χρήμα που σκονίζεται στις αποθήκες, στη διατήρηση του ικανού διανοητικού κεφαλαίου, στην απόσυρση των προϊόντων που παρουσιάζουν χαμηλό περιθώριο κέρδους, στην ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών, στην πρόσθεση αξίας στο προϊόν αντί μείωσης της τιμής, στην απλοποίηση και αυστηροποίηση των συμβάσεων με προμηθευτές αποφεύγοντας την πολυπλοκότητα, στη μείωση και τον έλεγχο του πιστωτικού κινδύνου, στην επίσπευση είσπραξης των απαιτήσεων ενισχύοντας τη ρευστότητα της επιχείρησης διατηρώντας θετικές ταμειακές ροές, στη διαπραγμάτευση με τους προμηθευτές ώστε να επιτευχθούν ευνοϊκότεροι όροι στις συμβάσεις, στην αξιοποίηση χρηματοδοτικών εργαλείων μέσω του τραπεζικού συστήματος, στην αναδιάρθρωση των δανειακών υποχρεώσεων προς τις τράπεζες, στην εφαρμογή πολιτικής εξωτερίκευσης εργασιών (outsourcing), στην τυποποίηση ενεργειών μάρκετινγκ, στην ενδυνάμωση του brand name και την αναγνωρισιμότητας, στην καταπολέμηση ενδοεπιχειρησιακών φαινομένων υποστελέχωσης και υπερστελέχωσης, στη «μετάγγιση» οικονομικών πόρων σε τμήματα νευραλγική σημασίας, στη θέσπιση συστήματος προαγωγών και ανταμοιβών με κριτήριο την παραγωγικότητα και όχι την προϋπηρεσία, στη συνεχή εκπαίδευση του προσωπικού, στην πελατοκεντρική πολιτική με γνώμονα την ικανοποίηση του πελάτη, στην ανατροφοδότηση από και προς τα στελέχη πρώτης γραμμής, στην αποεπένδυση από αγορές με εχθρικό επιχειρηματικό περιβάλλον και την διακοπή συνεργασίας με αφερέγγυους πελάτες και προμηθευτές.
Οι κρίσεις είναι πλέον ξαφνικές, ορμητικές και επαναλαμβανόμενες διαταράσσοντας την ηρεμία του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος. Συνήθως, οι μεγαλύτεροι οργανισμοί έχουν βρεθεί να είναι πιο ευάλωτοι σε κρίσεις. Οι κρίσεις θα γίνονται όλο και πιο δύσκολο να περιοριστούν και θα είναι πιο σύνθετες στην επίλυση και την αντιμετώπισή τους. Με συνεχή έλεγχο από τα ενδιαφερόμενα μέρη, τις ρυθμιστικές αρχές και τα μέσα ενημέρωσης, θα υπάρξει ακόμα λιγότερος χώρος για σφάλματα, καθιστώντας έτσι τους οργανισμούς και τους ηγέτες υπεύθυνους για να κάνουν το σωστό από την αρχή.
Οι ελληνικές επιχειρήσεις και ιδίως οι μικρές και μικρομεσαίες καλούνται να επιβιώσουν από μια νέα κρίση. Οι περισσότερες οικογενειακές επιχειρήσεις έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με πολέμους, ύφεση, οικονομικές κρίσεις ή και εξελίξεις της τεχνολογίας που απειλούσαν την ίδια τους την ύπαρξη. Έτσι υποχρεώθηκαν να υιοθετήσουν μια πιο μακροπρόθεσμη θεώρηση, να οικοδομήσουν μακροχρόνιες σχέσεις και να ισχυροποιήσουν τα βασικά οικονομικά τους μεγέθη.
Η ευελιξία και η προσαρμοστικότητα είναι έμφυτα στοιχεία των οικογενειακών επιχειρήσεων. Οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων είναι πιο απλές και οι βαθμίδες διοίκησης λιγότερες. Κατά συνέπεια, είναι πιο εύκολο για μια οικογενειακή επιχείρηση να ανατρέψει μια προηγούμενη εσφαλμένη απόφαση, παρά το γεγονός, ότι σε ορισμένες περιπτώσεις κάποιες δύσκολες αποφάσεις.
Η παγκοσμιοποιημένη οικονομία εισέρχεται σε μια φάση παρατεταμένης αβεβαιότητας και επανακαθορισμού πολιτικών απέναντι σε ιδεολογικές «δυσανεξίες» του πρόσφατου παρελθόντος. Ίσως οι κυβερνήσεις πλέον συμπεριφερθούν ως έθνη-κράτη και όχι σαν μέλη νομισματικών ενώσεων και οργανισμών. Αλλά όπως λέει και ο συγγραφέας Scott Card “Είναι μέσα στην αναστάτωση του χάους που ανακαλύπτουμε τι είμαστε, αν είμαστε κάτι.”
Από τον Στυλιανό - Ειρηναίο Μακρή, οικονομολόγο-σύμβουλο Επιχειρήσεων, ΜΒΑ-ΜSc στη Λογιστική και Χρηματοοικονομικά