Προφανώς ο κάτοικος της ηπειρωτικής χώρας αδυνατεί να αντιληφθεί στην πραγματική της διάσταση την αγωνία του νησιώτη «στην πρώτη γραμμή υποδοχής» των προσφύγων, η καθημερινότητα του οποίου έχει διασαλευτεί τα τελευταία χρόνια με την αυξανόμενη ένταση των προσφυγικών ροών ανάλογα με τις «ορέξεις» του απέναντι Τούρκου «εφέντη».
Ο τελευταίος απρόβλεπτα και ανεξέλεγκτα δεν διστάζει «να ξερνά» κατά περιόδους και κατά βούληση μεγάλο πλήθος ανθρώπινων ψυχών στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, τη δική μας, με προφανή σκοπό να λειτουργήσουν αυτές ως σύγχρονος πολιορκητικός κριός.
Πάντως, ανεξάρτητα από το εάν συμφωνεί κανείς με το μέτρο της επίταξης ιδιωτικής γης για τη δημιουργία κλειστών προαναχωρησιακών κέντρων στα νησιά του βορείου Αιγαίου και την «επαναστατική και ρηξικέλευθη» αντίδραση του τοπικού περιφερειακού συμβουλίου, στην ίδια την απόφαση εμπεριέχονται δύο εύγλωττες συνδηλώσεις.
Προφανώς η κυβέρνηση δεν θέλει και δεν αντέχει άλλες Μόριες, δηλαδή πρωτόγονα, άθλια παραπήγματα που γεννούν την παραβατικότητα και το έγκλημα. Από την άλλη πλευρά, η Πράξη Νομοθετικού περιεχομένου –μας θύμισε αρκετά το πρώτο διάστημα της διακυβέρνησής του κ. Τσίπρα, όπου ανάλογες πράξεις «έπεφταν βροχή» λες και δεν υπήρχε Κοινοβούλιο– για την επίταξη ιδιωτικής περιουσίας ασφαλώς «ξενίζει» τον πολίτη και τον εμβάλλει σε εύλογο προβληματισμό.
Πόσο πολύ άραγε διαφέρει η ΠΝΠ περί επίταξης ακίνητης περιουσίας, που έφερε πρόσφατα η κυβέρνηση, από τον νόμο Περί επιτάξεως ακινήτων δι’ εγκατάστασιν προσφύγων της 1ης Νοεμβρίου 1922, με τον οποίο επιτάχτηκαν 8.000 ακίνητα για να στεγαστούν οι «λαθραίοι» κατά Κουρουμπλή πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής και της ελληνοτουρκικής σύμβασης ανταλλαγής;
Προφανώς, ακόμη, εύχομαι και στο μέλλον, δεν υπάρχει καμία σύγκριση δημογραφικών μεγεθών σε συνάρτηση με τον πληθυσμό γηγενών κατοίκων τότε και τώρα. Ωστόσο, η πρωτοβουλία της κυβέρνησης να προχωρήσει σε επιτάξεις υποδηλώνει ότι στα νησιά η κατάσταση, ιδίως κατά το τελευταίο διάστημα, είναι ασφυκτική, έκρυθμη, ώστε να επιστρατευτεί ένα μέσο που δεν συνάδει εξολοκλήρου με τη δημοκρατική νομιμότητα και παραπέμπει σε άλλες μορφές διακυβέρνησης.
Σε κάθε περίπτωση, η διαχείριση του προσφυγικού ζητήματος τείνει να μετατραπεί σε «πληγή» στο σώμα της παρούσας κυβέρνησης. Βέβαια, το ζήτημα είναι ακανθώδες και δύσκολα να το βαστάξει οποιαδήποτε πολιτική ηγεσία στην Ελλάδα. Από τη στιγμή όμως που η πληγή πυορροεί, όπως συμβαίνει στα νησιά μας που έχουν μεταλλαχθεί σε μεγάλες χοάνες ανθρώπινου πόνου και δυστυχίας, καλό είναι να μη τη σκεπάζουμε, αλλά να προσπαθούμε να μην κακοφορμίσει κι άλλο...
Από τον Βασίλη Πλατή, φιλόλογο-δρα Ιστορίας Α.Π.Θ.