Δηλώνεται έτσι ότι ο Υιός του Θεού γεννήθηκε ως άνθρωπος όχι σε βασιλικό παλάτι, ούτε σε σπίτι, αλλά σε στάβλο, σε σπηλιά που χρησίμευε ως κατάλυμα ζώων! Υπενθυμίζει δηλαδή τις πολύ ταπεινές συνθήκες κάτω από τις οποίες γεννήθηκε ο Κύριος, ως αρχή των συνεχόμενων ταπεινώσεων που καταδέχθηκε να υπομείνει στην επίγεια ζωή Του μέχρι την Άκρα Ταπείνωση του σταυρικού Πάθους Του!
Δεν είναι όμως μόνον αυτό. Η παρουσία των δύο συγκεκριμένων ζώων κοντά στον νηπιάσαντα Θεό υπογραμμίζει κυρίως την εκπλήρωση δύο προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης, των προφητών Αμβακούμ και Ησαΐα. Ο προφήτης Αμβακούμ με το προφητικό του βλέμμα διακρίνει την ενανθρώπηση του Υιού του Θεού, που θα ακολουθούσε μετά από αιώνες και αναφέρει «Εν μέσω δύο ζώων γνωσθήση» (Αμβ. γ΄ 2) δηλαδή θα γίνεις γνωστός ανάμεσα σε δύο ζώα. Ο Θεός «εφανερώθη εν σαρκί» (Α΄Τιμ. γ΄16), έγινε γνωστός από την αρχή μεταξύ δύο ζώων. Συνεπώς η βυζαντινή αγιογραφία μας τονίζει ότι αυτό το βρέφος είναι ο Μεσσίας που προφήτευσε ο προφήτης Αμβακούμ.
Πιο ξεκάθαρη είναι η προφητεία του προφήτη Ησαΐα: «Έγνω βους τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του κυρίου αυτού, Ισραήλ δε με ουκ έγνω και ο λαός με ου συνήκε» (Ησ. α΄3). Εδώ ο Θεός μιλάει με παράπονο για την αχαριστία των Ισραηλιτών και λέει: Το βόδι γνωρίζει το αφεντικό του που το φροντίζει, και το γαϊδουράκι ξέρει τη φάτνη του Κυρίου του. Αντίθετα, ο περιούσιος λαός μου, ο Ισραήλ, που τόσο τον έχω ευεργετήσει, δεν με αναγνωρίζει ειλικρινά Κύριό του, δεν με πιστεύει.
Η Εκκλησία ερμήνευσε το χωρίο στο γεγονός της Γεννήσεως. Τα ζώα της φάτνης αναγνώρισαν τον Κύριο του ουρανού και της γης και Τον προσκύνησαν. Οι Ιουδαίοι όμως δεν Τον αναγνώρισαν. Οι πόρτες των Βηθλεεμιτών έμειναν κλειστές για τον ερχόμενο Μεσσία και την Παρθένο και οι καρδιές τους παγωμένες. Ελάχιστες αγνές καρδιές βρέθηκαν άξιες να Τον προσκυνήσουν, οι ποιμένες!
Το παράπονο του Θεού στη συγκεκριμένη προφητεία τονίζεται και από το είδος των ζώων που συγκρίνονται με τους ανθρώπους-Ισραηλίτες. Είναι δύο ζώα γνωστά για τη χαμηλή τους νοημοσύνη και το πείσμα τους. Αυτά κατάλαβαν την παρουσία του Θεού στη γη. Ο άνθρωπος όμως δεν την κατάλαβε, γεγονός που αποδεικνύει το κατάντημα του ανθρώπου: «άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε, παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθηαυτοίς» (Ψαλμ. μη΄13). Ο άνθρωπος ενώ πλάσθηκε «κατ’ εικόνα» δεν το εκτίμησε αυτό. Αλλά με τις αμαρτίες του έκανε τον εαυτό του όμοιο με τα άλογα ζώα.
Επιπλέον τα δύο ζώα συμβολίζουν και τον άνθρωπο που αποκτηνώθηκε από την αμαρτία, τον οποίο ελεεί ο Θεός και του δίνεται ως «ο άρτος ο ζων ο εκ του ουρανού καταβάς» (Ιω.στ΄51), η πνευματική τροφή που θα του δώσει την αληθινή ζωή, που θα τον κάνει Θεό κατά χάρη.
Ο Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στη χριστουγεννιάτικη ομιλία του διακρίνει στα δύο ζώα τους δύο «λαούς»: το βόδι, νομικώς καθαρό ζώο(Λευϊτ.ια΄11), συμβολίζει τους Ιουδαίους, οι οποίοι «αναμασάνε» (όπως το βόδι) τον Νόμο του Θεού. Ο όνος, νομικώς ακάθαρτο, συμβολίζει τους ειδωλολάτρες, τα έθνη (PG 36, 332Α).
Τα δύο διαφορετικά ζώα περιστοιχίζουν τον Σωτήρα, που έρχεται να δημιουργήσει τη μία οικογένεια της Εκκλησίας, μέσα στην οποία «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην…», αλλά «πάντες» είναι «εις εν Χριστώ». Όλοι οι πιστοί έχουν γίνει ένας νέος άνθρωπος με την ένωσή τους με τον Χριστό (Γαλ. γ΄28). Δεν υπάρχουν πλέον διαφορές εθνικότητας, κοινωνικής τάξεως και φύλου. Τώρα υπάρχει ο εν Χριστώ άνθρωπος, «ο καινός άνθρωπος» (Εφ. β΄15), ο αναγεννημένος άνθρωπος, ο αγιασμένος άνθρωπος που οι διαθέσεις, τα λόγια και οι πράξεις του έχουν τη σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος.
Δύο ζώα κοντά στη φάτνη του νεογέννητου Χριστού! Πόσα μηνύματα στέλνουν στον καθένα μας: το μυστήριο της αποδοκιμασίας του Μεσσία, ο φοβερός ξεπεσμός του αποστατημένου ανθρώπου, η ευχή για ένα καινούργιο ξεκίνημα της ανθρωπότητας, η ελπίδα τέλος για μια καινούργια αρχή και στη δική μας προσωπική ζωή!
Από τη Χρυσούλα Χρ. Μότσιου-Τσανά, Δρ Θεολογίας Α.Π.Θ.