Θέση για το θέμα πήραν και δικές μας πολιτικές δυνάμεις μεταξύ των οποίων η κυβέρνηση και η αξιωματική αντιπολίτευση, με τη δεύτερη να κατηγορεί την πρώτη, ότι ο Πρωθυπουργός δεν έθεσε το θέμα στη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Γαλλίας, τον κ. Μακρόν, και με την πρώτη να τη διαψεύδει με στοιχεία, ότι το έθεσε μετ’ επιτάσεως. Παρατηρείται, δηλ., και σ’ αυτή την περίπτωση, ό, τι συμβαίνει, συνήθως, στη χώρα μας, να καταγγέλλονται, δηλ., τα κόμματα μεταξύ τους για λόγους σκοπιμότητας και εντυπώσεων, ακόμη και όταν συμφωνούν σε κάτι.
Όλα αυτά συμβαίνουν, βέβαια, την ώρα, που στη χώρα μας, κάθε καλοκαιρινή περίοδο, οι πυρκαγιές προκύπτουν η μία μετά την άλλη καταστρέφοντας τα λιγοστά δάση, που μας έχουν απομείνει, και στέλνοντας στον άλλο κόσμο όχι και λίγους συνανθρώπους μας, όπως συνέβη, πέρυσι τέτοια εποχή, στο Μάτι Αττικής και, πρόσφατα, στην Εύβοια.
Καλό, λοιπόν, είναι το ενδιαφέρον των πολιτικών μας και ημών για τον Αμαζόνιο και η αντιπαράθεση για χάρη του, αν και πίσω απ’ αυτό κρύβεται, πιστεύω, πολιτική υποκρισία λόγω του ακροδεξιού Μπολσονάρο, που, σημειωτέον, δε δέχεται, λέει, τη βοήθεια, αλλά θα ήταν, ακόμα, καλύτερο, αν οι πολιτικοί μας ταγοί και όσοι έχουν πραγματικές ευαισθησίες για το περιβάλλον, αναλάμβαναν, με συνέπεια, συστηματική και σε βάθος χρόνου πρωτοβουλία και εκστρατεία, προκειμένου ν’ αποκτήσουμε όλοι οι Έλληνες, αν είναι δυνατόν, πιο ενισχυμένη οικολογική συνείδηση και περιβαλλοντολογική ευαισθησία. Και αυτό, γιατί, ως λαός, όχι μόνο συνεχίζουμε να υστερούμε σ’ αυτόν τον τομέα, αλλά και είμαστε επιρρεπείς στην παραβατική συμπεριφορά, η οποία στοιχίζει ακριβά στον τόπο μας.
Το περιβάλλον, άλλωστε, δεν κινδυνεύει μόνο απ’ τις τυχαίες φωτιές, τους εμπρησμούς και τις ανεξέλεγκτες χωματερές, αλλά και απ’ τα παντός είδους απόβλητα και σκουπίδια, που μολύνουν τα ποτάμια, τις λίμνες και τις θάλασσές μας. Κινδυνεύει, επίσης, απ’ τους καταπατητές δημόσιας γης και απ’ τους οικοπεδοφάγους, που δρουν, επί χρόνια, ανεξέλεγκτοι κερδοσκοπώντας σε βάρος του κοινωνικού συνόλου. Κινδυνεύει, τέλος, απ’ το τσεκούρι και το αλυσοπρίονο ντόπιων και ξένων συμπολιτών, που, επικαλούμενοι οικονομική δυσπραγία, κόβουν, ασύδοτα, ξύλα, παρανόμως, είτε για προσωπική χρήση, είτε, ακόμα χειρότερα, και για εμπορία αποψιλώνοντας ολόκληρες περιοχές, ενώ οι αρμόδιοι κάνουν, συνήθως, τα στραβά μάτια, για να μη γίνουν κακοί, οπότε το κακό συνεχίζεται, ανεμπόδιστα.
Πέραν τούτου, δεν είναι λίγοι αυτοί, που, ελαφρά τη καρδία, ακόμη και όταν υπάρχουν καλαθάκια, κάδοι και συγκεκριμένοι χώροι για απορρίμματα, έχουν την κακιά συνήθεια να πετούν, όπου τύχει, ό, τι περισσεύει, ακόμη και αποτσίγαρα αναμμένα, με αποτέλεσμα οι παραλίες μας, οι ρεματιές, τα επισκέψιμα ποτάμια, οι αυλές των σχολείων, οι δρόμοι, τα χορταριασμένα οικόπεδα, οι πλατείες και τα πάρκα μας να μοιάζουν, συνήθως, με σκουπιδότοπους και να αποτελούν, εν δυνάμει, εστίες φωτιάς. Γι’ αυτό, πρέπει, το συντομότερο δυνατόν, να παύσουν, επιτέλους, ν’ αποτελούν είδηση τα αυτονόητα, ότι, δηλ., κάποιες ομάδες ευαίσθητων, οικολογικά, μαθητών ή πολιτών, εν γένει, παίρνουν την πρωτοβουλία να καθαρίσουν ή να βάψουν το σχολείο τους απαλλάσσοντάς το απ’ του κόσμου τις ασχήμιες, να καθαρίσουν την κοίτη ενός ποταμού, ένα πάρκο ή μια παραλία, ή να δενδροφυτεύσουν μια καμένη περιοχή. Και για να συμβεί αυτό, θα πρέπει η οργανωμένη Πολιτεία με τα όργανά της να αυξήσει, συστηματικά, τις προσπάθειές της, προκειμένου μικροί και μεγάλοι να συνειδητοποιήσουμε, ακόμη περισσότερο, ότι το περιβάλλον είναι η αυλή του σπιτιού μας και απ’ την καθαριότητά του, τη διατήρηση και την αύξηση του πρασίνου του εξαρτάται η υγεία μας και η ποιότητα της ζωής μας. Τα ημίμετρα, το υποκριτικό ενδιαφέρον για το θεαθήναι, η ασυνέπεια και όλα τ’ άλλα δε λύνουν, αλλά επιτείνουν το πρόβλημα.
Μακάρι, σύντομα, να συμβεί κάτι τέτοιο, αλλά, αν κρίνει κανείς απ’ τη στάση μας στο πρόβλημα του Αμαζονίου και όχι μόνο, οι ελπίδες είναι λιγοστές. Ας το ελπίζουμε, ωστόσο, γιατί η ελπίδα πεθαίνει, πάντα, τελευταία.
Από τον Κώστα Γιαννούλα