Βρετανίας, ψυχίατρο κατά σπουδές και καθηγητή μου στο Πανεπιστήμιο του Tufts της Βοστώνης, Νασσίρ Γκέμι πως: «Έάν είναι αλήθεια ότι η τεστοστερόνη αυξάνει την πιθανότητα συμπεριφορών ανάληψης υψηλότερου ρίσκου, τότε θα μπορούσαμε να αναλογιστούμε την υπόθεση πως οι πολιτικές σχέσεις και οι οικονομικές αγορές θα σταθεροποιούνταν περισσότερο, εάν υπήρχαν περισσότεροι πολιτικοί και οικονομικοί ηγέτες γένους θηλυκού. Ιδιαίτερα δε στον κόσμο των χρηματιστηριακών συναλλαγών και της διαπραγμάτευσης αξιών, ίσως οι γυναίκες να αναδεικνύονταν λιγότερο «ορμονολογικώς αντιδρώσες», σε ό,τι αφορά στις αποφάσεις ανάληψης οικονομικού κινδύνου. Οι ίδιες σκέψεις θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και στη σύνθεση των Υπουργικών Συμβουλίων και στην αναλογία γυναικών / ανδρών στις θέσεις πολιτικής ηγεσίας. Αποτελεί πραγματικότητα πως οι αναλογίες φύλου στα Υπουργικά Συμβούλια είναι δραματικά υπέρ των ανδρών. Στις βρετανικές και αμερικανικές κυβερνήσεις, για παράδειγμα, αποτελεί συνήθη παρατήρηση η ύπαρξη μιας αναλογίας υπουργικών θέσεων της τάξεως του 12 προς 1 υπέρ των ανδρών. Εάν αυτή η αναλογία επρόκειτο να αλλάξει σε χονδρικώς ισότιμη, αριθμητικά, συμμετοχή ανδρών και γυναικών, είναι πιθανό να μειωνόταν και το ενδεχόμενο «υβριστικής» ηγεσίας σε αυτές τις κυβερνήσεις».
Προστατεύει, όμως, πραγματικά η συμμετοχή όλο και περισσότερων γυναικών σε θέσεις πολιτικooικονομικής ισχύος, όπως είναι τα Υπουργικά Συμβούλια Κυβερνήσεων, τα Διοικητικά Συμβούλια Πολυεθνικών Εταιρειών, ή οι Πρωθυπουργικοί και Προεδρικοί θώκοι κρατών και Διεθνών Οργανισμών, από την εμφάνιση του λεγόμενου «Συνδρόμου της Ύβρεως», δηλαδή ενός επίκτητου συμπλόκου αλλαγών στην προσωπικότητα του ατόμου που καταλαμβάνει θέσεις εξουσίας, στο πλαίσιο του οποίου η απώλεια ρεαλισμού οδηγεί σε λανθασμένη λήψη αποφάσεων, μαζί με υπερβολική αυτοεκτίμηση;
Βάσει των συμπερασμάτων της διεθνούς βιβλιογραφίας, «οι κορτικοστεροειδείς ορμόνες επηρεάζουν την ανάληψη ρίσκων, με τα υψηλά επίπεδα τεστοστερόνης να έχουν συσχετισθεί με αυξημένη αναζήτηση ευκαιριών, ενώ τα υψηλά επίπεδα κορτιζόλης οδηγούν, περισσότερο, σε συμπεριφορές αποφυγής του κινδύνου. Ο προσδιορισμός της τεστοστερόνης ως της «αρσενικής ορμόνης», λόγω των αυξημένων επιπέδων της στους άνδρες, εν συγκρίσει με τις γυναίκες, ίσως προδιαθέτει τους άνδρες πολιτικούς ηγέτες στο να υποκύπτουν ευκολότερα στο «Σύνδρομο της Ύβρεως», όταν καταλαμβάνουν αξιώματα».
Ενώ, όμως, βλέπουμε να μην υπάρχει πλεονάζουσα τεστοστερόνη στην Καγκελαρία, στο Υπουργείο που ηγείται του Γερμανικού Στρατού, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ούτε –πλέον- και στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (...όπου μετά την εκπόρθηση και αυτού του ανδροκρατούμενου κάστρου από την κα Λαγκαρντ, δεν υπάρχουν, πλέον εκεί, τεστοστερονικά πλεονάσματα, παρά μόνον τα υπερπλεονάσματα που απαιτούνται από τη χώρα μας...), η αντι-τεστοστερονική τρόικα των Μέρκελ, Κραμπ-Κάρενμπαουερ και ντερ Λάιεν (ή το αντι-τεστοστερονικό κουαρτέτο, αν προτιμάτε, προσθέτοντας και την κα Λαγκάρντ), δεν δείχνει και τα αναμενόμενα αντι-αλαζονικά και αντι-υβριστικά δείγματα, στα οποία θα μας προδιέθετε το «ορμονολογικό (αντι-ανδρογονικό) προφίλ», των «ισχυρών γυναικών» εκφραζόμενο ως ένα αντίστοιχο «θεσμικό προφίλ» μεγαλύτερου σεβασμού στις δημοκρατικές ανησυχίες, εμπειρίες και διαδικασίες που αφορούν τόσο στον ευρωπαϊκό, όσο και στον εθνικό κοινοβουλευτισμό.
Βλέπουμε, δηλαδή, την κα Μέρκελ να προκρίνει μονοσήμαντες διαδικασίες επιλογής και προώθησης προσώπων (και μάλιστα γυναικών) της προτίμησής της, οι οποίες ακυρώνουν την Ευρωβουλή για την εκλογή του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και παρακάμπτουν τον ρόλο της Ομοσπονδιακής Βουλής της Γερμανίας στη διαδικασία ενδεχόμενης διαδοχής της στην Καγκελαρία. Στην προκειμένη περίπτωση, λοιπόν, της ασκούσης για 14 περίπου χρόνια την πρωθυπουργική εξουσία στη Γερμανία, κας Μέρκελ, φαίνεται πως το πολυετές έλλειμμα τεστοστερόνης στο πολιτικό τιμόνι του «Μπούντεσκαμπινετ» -όπως λέγεται το Ομοσπονδιακό Υπουργικό Συμβούλιο της Γερμανίας- και εσχάτως και στην πολιτική κορυφή της πυραμίδας της «Μπούντεσβερ», δηλαδή των Γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων, συνοδεύεται –τελευταίως- και από ένα έλλειμμα δημοκρατικής ανάδειξης της κοινοβουλευτικής λειτουργίας σε ουσιαστικό και συνετό πρωταγωνιστή της επιλογής των αυριανών Ηγετών και Ηγετιδών.
Φαίνεται, λοιπόν, πως αυτό που χρειαζόμαστε δεν είναι ούτε περισσότερες γυναίκες, ούτε περισσότερους άνδρες, στην πολιτική μας ζωή, αλλά περισσότερη και πιο υγιή Δημοκρατία. Ούτε ευρύτερες και καλύτερα κατοχυρωμένες ποσοστώσεις, αλλά πολιτικούς οι οποίοι ανεξάρτητα από το φύλο τους θα διατηρούν και μετά την εκλογή τους την αίσθηση του μέτρου και το κίνητρο της προσφοράς, όντες και ούσες ικανοί και ικανές να πλατύνουν τους ορίζοντες της Δημοκρατίας και όχι απλά να διευρύνουν τις αναλογίες της ποσόστωσης, σε Κοινοβούλια, Υπουργικά Συμβούλια ή εθνικά και διεθνή Θεσμικά Όργανα, αποδεικνύοντας καθημερινά την προστιθέμενη προσωπική αξία που φέρνουν στο πολίτευμα, μέσα από τις θέσεις εξουσίας που τους εμπιστεύθηκε ο λαός, αποφεύγοντας τις παγίδες της «Ύβρεως» και της αλαζονείας και επαληθεύοντας την αξία της επιλογής των πολιτών που τους ψήφισαν, ως ηγετικούς και ηγετικές εκφραστές και εκφράστριες της εμπιστοσύνης της κοινωνίας και όχι ως πολιτικά προϊόντα των ευνοϊκών συγκυριών και φαβοριτισμών και της καταναγκαστικής εκλογικής επαναληψιμότητας.