Από τη Μαρίνα
Αποστολοπούλου
«Είναι στην ουσία ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών πρωθυπουργός της Ελλάδας;»
…Ρώτησε τον εκπρόσωπο του Γερμανού υπουργού Οικονομικών δημοσιογράφος και ο εκπρόσωπος δεν κρατήθηκε και έβαλε τα γέλια!
Κάπου εκεί βρισκόμαστε ως χώρα με το 71% ερωτηθέντων από το Μπλούμπεργκ οικονομολόγων, να εκτιμούν ότι μέσα στο 2016 θα επέλθει τελικά το «μοιραίο» για την Ελλάδα. Δηλαδή το Grexit. Με τις πληροφορίες που βλέπουν κατόπιν εορτής το φως της δημοσιότητας να αναφέρουν ότι ο Αλ. Τσίπρας ζήτησε 10 δισ. δολάρια δανεικά από τη Ρωσία για να μας γυρίσει στη δραχμή και όταν τελικά η Ρωσία δεν του τα ‘δωσε -γι’ αυτό πήγανε δυο φορές χεράκι-χεράκι με τον Λαφαζάνη- να αναγκαστεί να υποταχτεί στις επώδυνες απαιτήσεις των δανειστών γιατί δεν είχε άλλη διέξοδο. Γι’ αυτό έλεγε μετά προς την κοινοβουλευτική ομάδα του μετά ότι όλα τα έκανε και όλα τα δοκίμασε αλλά τίποτα δεν έπιασε οπότε άλλος δρόμος δεν υπήρχε. Με άλλες πληροφορίες από το Euractiv να αναφέρουν ότι ο… πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο Σόιμπλε πρόσφερε σε Βαρουφάκη και ΣΥΡΙΖΑ 50 δισ. ευρώ προκειμένου να τους δελεάσει να βγουν από το ευρώ υποθέτοντας ότι η κυβέρνηση λόγω ιδεολογίας αυτή τη λύση θα προτιμούσε, οπότε προφανώς ήθελε να παράσχει και… κίνητρο. Άλλωστε, παρότι εν τέλει η συμφωνία έχει μπει σε μία «ρότα» με τη σύμφωνη γνώμη του Γιούρογκρουπ, της ΕΕ και πλέον και των ευρωπαϊκών κοινοβουλίων από τα οποία έπρεπε να περάσει η νέα συμφωνία χρηματοδότησης της Ελλάδας-μεταξύ των οποίων και το Γερμανικό-ο Σόιμπλε επιμένει στο Grexit. Ίσως για να μην πούμε σίγουρα, επειδή συντάσσεται με την άποψη του 71% των οικονομολόγων που αναφέρουμε παραπάνω οι οποίοι προβλέπουν ότι θα συμβεί μέσα στο 2016. Οι οποίοι βεβαίως προσθέτουν ότι για να μην συμβεί αυτό θα πρέπει να υπάρξει απομείωση του ελληνικού χρέους, όπως άλλωστε υποστηρίζει και το ΔΝΤ, κάτι που η Γερμανία επιμένει να μην θέλει να συζητά.
Η κατάσταση εξακολουθεί να θυμίζει κινούμενη άμμο.
Ναι μεν προς το παρόν αποφεύχθηκαν τα χειρότερα αλλά δεν υπάρχει καμία αίσθηση «ασφάλειας» ή επαναφοράς των εσωτερικών ισορροπιών. Τα μηνύματα απ’ έξω εξακολουθούν να είναι διφορούμενα έως «απειλητικά», οι οιωνοί κάθε άλλο παρά ενθαρρυντικοί. Η εμπιστοσύνη των δανειστών ως προς την ελληνική αξιοπιστία παραμένει μηδενική, παρότι πέρασε το πρώτο κύμα των προαπαιτούμενων από τη Βουλή και σήμερα περνάει (εκτός συγκλονιστικού απροόπτου) και το δεύτερο. Από την άλλη και οι ίδιοι οι δανειστές αντιλαμβάνονται στην σκληρότητα των μέτρων που συμφωνήθηκαν ή συμφωνούνται και προφανώς αυτό πολλαπλασιάζει τις αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσον θα εφαρμοστούν. Πόσο μάλλον που ο Ελληνας πρωθυπουργός ο οποίος αναγκάστηκε να συμφωνήσει γι’ αυτά-εκεί που έφθασε το πράγματα- δηλώνει ότι δεν συμφωνεί, που πολλοί βουλευτές του κόμματός του δεν ψηφίζουν τα προαπαιτούμενα, που ουσιαστικά έχει χάσει τη δεδηλωμένη, που έκανε έναν ανασχηματισμό «μπάλωμα», που ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται ένα βήμα πριν τη διάσπαση και που οι εκλογές φαντάζουν ως η φυσική συνέπεια της κατάστασης. Κάθε άλλο πάρα «σταθερό» μπορεί να χαρακτηρίσει κανείς ένα τέτοιο κλίμα και κάθε άλλο παρά εμπιστοσύνη μπορεί να εμπνέει για το παρόν αλλά και για μέλλον.
Στο εσωτερικό τώρα οι πολιτικές δυνάμεις αρχίζουν και καταλαβαίνουν τη στενότητα της «ποντικοπαγίδας».
Παρότι οι κακοί χειρισμοί, τα λάθη, η απειρία, η υπερεκτίμηση των δυνατοτήτων και των ορίων, οι εσφαλμένοι υπολογισμοί και εν τέλει το λάθος ποντάρισμα, οδήγησαν την ελληνική κυβέρνηση στριμωγμένη στο καναβάτσο να εκλιπαρεί για μία κακή συμφωνία και τα ελληνικά ευρωπαϊκά κόμματα να την πιέζουν να την πετύχει, διότι δεν είχαν μείνει περιθώρια επιλογής. Και παρότι ως προς την ψήφιση των νομοσχεδίων που θεωρήθηκαν ως προαπαιτούμενα προκειμένου εν συνεχεία να ολοκληρωθεί η συζήτηση για την επίτευξη συμφωνίας, τα ευρωπαϊκά κόμματα επίσης βάζουν πλάτη στηρίζοντας μία κυβέρνηση που δεν τη στηρίζουν οι ίδιοι της οι βουλευτές. Παρά ταύτα, είναι ξεκάθαρο σε όλους ότι το «τυράκι» που είχε η ποντικοπαγίδα όσο «δελεαστικό» και αν ήταν προκειμένου να αποφευχθεί ένα Grexit είναι εξαιρετικά δυσκολοχώνευτο και η παγίδα που έχουν όλοι πιαστεί εξαιρετικά επικίνδυνη.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το τρίτο μνημόνιο είναι μακράν το χειρότερο όλων.
Και όσο αισιόδοξος και να θέλει να είναι κανείς θα αναγκαστεί να παραδεχτεί ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο να εφαρμοστεί το περιεχόμενό του, τις επιπτώσεις του οποίου θα αρχίσουμε σταδιακά να νιώθουμε στο πετσί μας.
Αυτό αποτελεί συνείδηση για όλα τα κόμματα είτε ψηφίζουν είτε δεν ψηφίζουν. Διότι πλην της αντικειμενικής σκληρότητας που έχουν τα μέτρα, απευθύνονται σε έναν λαό ήδη «ξεζουμισμένο» και ταλαιπωρημένο επί μία πενταετία, ο οποίος δεν έχει τα αντικειμενικά αλλά και τα ψυχικά αποθέματα να αντεπεξέλθει στις απαιτήσεις.
Η ισορροπία στην κόψη του ξυραφιού συνεχίζεται για τη χώρα.
Και είναι και τελείως αμφίβολο «αν», «πότε» και «πώς» θα τελειώσει.
Και αν το καλοσκεφθούμε και εντελώς ανεξάρτητο πλέον και από τις πολιτικές ηγεσίες και τα κόμματα. Οι ίδιες οι καταστάσεις τους έχουν προ πολλού ξεπεράσει.