Τούτο διότι κάθε έκταση η οποία θα χαρακτηριστεί δάσος, δασική έκταση, χορτολιβαδική ή ακόμη και πεδινή χορτολιβαδική αυτομάτως καθίσταται ιδιοκτησία του Δημοσίου διότι συμφώνα με τον νόμο 998/79 επ’ αυτών ισχύει τεκμήριο ιδιοκτησίας υπέρ του Δημίου και δεν ισχύουν ούτε μετεγγραμμένα συμβόλαια, διαθήκες ή αλλά επίσημα έγγραφα.
Στον χαρακτηρισμό δάσους, της δασικής έκτασης ή της χορτολιβαδικής υπόκεινται όλες οι εκτός σχεδίου εκτάσεις, οι οποίες δεν έχουν καλλιεργηθεί (οργωθεί) την τελευταία δεκαετία ή και λιγότερο, καθώς και οι ελαιώνες, πάντοτε κατά την ανεξέλεγκτη κρίση των δασικών υπαλλήλων και χωρίς την δυνατότητα των πολιτών για προστασία τους από τη Δικαιοσύνη.
Ειδικότερα με την τροποποίηση του Δασικού Κώδικα, που έγινε με τον νόμο 998/79, αφ’ενός υπεισήλθε ο υποκειμενισμός των αρμόδιων υπαλλήλων στον χαρακτηρισμό της χλωρίδας (υπολογισμός του ποσοστού της ξυλώδους βλαστήσεως, στην οποία περιλαμβάνονται και τα φρύγανα!), οι οποίοι ωθούμενοι, στην καλύτερη των περιπτώσεων από υποκειμενισμό, επιστημονικές εμμονές, περιβαλλοντικές υπερβολές και ιδεολογικές αγκυλώσεις, στη χειρότερη δε των περιπτώσεων από ιδιοτέλεια, οδηγούνται να χαρακτηρίζουν κάθε βοσκότοπο, λιβάδι- χορτολιβαδική έκταση, φρυγανότοπο, αλλά και τους ελαιώνες ως δασική έκταση, αφ’ετέρου τέθηκε το τεκμήριο της ιδιοκτησίας υπέρ του Δημοσίου επ’αυτών των εκτάσεων. Γεγονός που συνεπάγεται την αυτόματη ανακήρυξή τους ως Δημοσίων Κτημάτων.
Τέτοιο τεκμήριο δεν υπήρχε στον προγενέστερο Δασικό Κώδικα, δηλαδή στη δασική νομοθεσία, για τις παραπάνω εκτάσεις, αλλά αυτό ίσχυε μόνο για τα δάση και τις δασικές εκτάσεις. Επειδή δε ως Δάση και ως δασικές εκτάσεις καθορίζονταν από την ισχύουσα νομοθεσία, μέχρι της νομοθέτησης της ως άνω διατάξεως, μόνο «εκείνες οι εκτάσεις, οι οποίες εντός λογικού χρονικού διαστήματος μπορούσαν να αποδώσουν δασικά προϊόντα», σύμφωνα με τον δασικό κώδικα του 1929 (Ελευθέριος Βενιζέλος), δεν ίσχυε το υπέρ του Δημοσίου τεκμήριο για τις λοιπές εκτάσεις, δηλαδή για τους βοσκότοπους, τα λιβάδια-χορτολιβαδικές εκτάσεις, τους φρυγανότοπους και τους ελαιώνες, αφού αποκλειόταν ο χαρακτηρισμός των ως δασικών εκτάσεων και δεν χωρούσε υποκειμενισμός για αυτόν τον χαρακτηρισμό, λόγω του σαφούς προσδιορισμού της εννοίας της δασικής έκτασης, «ως εκτάσεις που μπορούν να αποδώσουν δασικά προϊόντα εντός λογικού χρονικού διαστήματος».
Λόγω της ανωτέρω διατάξεως του νόμου 998/79 η νομολογία του Αρείου Πάγου έχει καταλήξει ότι μοναδικός τρόπος για να αποδείξει κάποιος πολίτης την ιδιοκτησία του επ’αυτών των εκτάσεων είναι η τελεσίδικη απόφασή του, μετά από την προσκόμιση του οθωμανικού συμβολαίου, με το οποίο κατά πρώτον ο Σουλτάνος προέβη στην πώληση ή δωρεά της εκτάσεως. Συμβόλαιο που τηρείται στο Τουρκικό Κτηματολόγιο της Άγκυρας και που φυσικά δεν είναι προσιτό στους Έλληνες. Λόγω αυτής ακριβώς της νομολογίας και της πρόδηλης αδυναμίας των πολιτών να προμηθευτούν αντίγραφα από το Τουρκικό Κτηματολόγιο, όλες οι ανωτέρω εκτάσεις δημεύονται!
Για την πληροφόρηση των αναγνωστών σας, πρέπει να προστεθεί, ενταύθα, ότι, η δασική νομοθεσία μετά τις πρόσφατες τροποποιήσεις της, καθόρισε τις χρήσεις γης επί του συνόλου των δασών και των δασικών εκτάσεων.
Δηλαδή προέβη στη θέσπιση του Χωροταξικού Χάρτη της Χώρας!
Πρέπει δε να γίνει γνωστό, με αφορμή ανακοίνωση των βουλευτών της Νησιώτικης Ελλάδας, ότι, με τις αλλεπάλληλες τροποποιήσεις της δασικής νομοθεσίας οι αμιγώς πεδινές χορτολιβαδικές για τις οποίες αναγνωριζόταν η ιδιοκτησία εφ' όσον διέθεταν μετεγγραμμένα συμβόλαια μέχρι την 23.2.1946 περιορίστηκαν μόνο σε εκείνες που διαθέτουν μέση κλίση 8%, μεγίστη κλίση 12% και μέγιστα υψόμετρο 100 μέτρα. Δηλαδή υψόμετρο που μπορεί να συναντήσει κανείς μόνο στις παραθαλάσσιες εκτάσεις και κατά συνέπεια ισχύει το τεκμήριο του Δημοσίου επί του συνόλου των μεσογειακών χορτολιβαδικών εκτάσεων, καταργήθηκε δηλαδή η ιδιοκτησία και επί των πεδινών χορτολιβαδικών, η οποία ίσχυε μέχρι προσφάτως.
Για να μην τρέξουν όμως να χαρούν όσοι από τους Νησιώτες διαθέτουν παραλιακές χορτολιβαδικές εκτάσεις με τα ανωτέρω χαρακτηριστικά, πρέπει να πληροφορηθούν ότι με τις ως άνω διατάξεις περί χρήσεων γης της δασικής νομοθεσίας, απαγορεύεται η οικοδομική χρήση δασικών εκτάσεων επί βάθους 1.000 μέτρων από τις ακτές.
Απαγόρευση που είναι προφανές πόσο ζημιώνει τη Νησιώτικη Ελλάδα και που προδήλως δεν αποτελεί αντικείμενο της Δασικής Προστασίας και Αρμοδιότητας αλλά αντικείμενο της Χωροταξίας.
Η απαγόρευση ισχύει και επί του συνόλου των δασών και δασικών εκτάσεων. Αντιλαμβάνεται ο καθένας ότι με τα παραπάνω τέθηκε ταφόπλακα για την κάθε είδους ανάπτυξη στη Χώρα. Και όλα αυτά τη στιγμή κατά την οποία μελέτη της Εθνικής Τράπεζας (Γενάρης του 2014) αποδεικνύει ότι, εφ’όσον καταστεί δυνατή η απαιτούμενη ανάπτυξη της Τουριστικής Υποδομής θα αυξηθούν οι εισπράξεις από τον τουρισμό κατά 8 δισ. ευρώ ετησίως και κατά 1,9 δισ. οι επενδύσεις στην τουριστική υποδομή και επισημαίνει ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει επειδή το σύνολο των εκτός σχεδίου πόλεως εκτάσεων το Κράτος τις έχει καθορίσει ως ιδιοκτησία του, επισημαίνοντας ότι διά της μελέτης αυτής αποδεικνύεται, με αδιάσειστα στοιχεία ότι, το 67% αυτών των εκτάσεων αποτελεί ιδιοκτησία των πολιτών.
Τέλος ας επισημανθεί ότι για την ως άνω οικοδομική δραστηριότητα των 1,9 δισ. ετησίως θα χρειαστούν 200.000.000 ευρώ σε ημερομίσθια οικοδόμων, δηλαδή θα δημιουργηθούν 25.000 θέσεις εργασίας και θα εισρεύσουν στα ασφαλιστικά ταμεία 100.000.000 ευρώ κατ’ ελάχιστο.
Δημήτριος Κοτσώνης, πολιτικός μηχανικός