Ταυτόχρονα προβλήθηκε και ρεπορτάζ από δημοσιογράφο του καναλιού στους δρόμους της πρωτεύουσας. Ο δημοσιογράφος ρωτούσε και κατέγραφε την άποψη των απλών ανθρώπων για τους χρήστες ναρκωτικών. Οι περισσότεροι έδωσαν απαντήσεις, όπως: «ας πρόσεχαν», «ας μην έπαιρναν ναρκωτικά», «δεν με απασχολεί το θέμα» και άλλες παρόμοιες. Καμία απάντηση δεν φανέρωνε έναν προβληματισμό, μια βαθύτερη άποψη-σκέψη στο γιατί έγιναν κάποιοι χρήστες ή πώς θα έπρεπε ουσιαστικά να τους βοηθήσει η κοινωνία.
Οι παραπάνω απαντήσεις δεν δείχνουν μόνο κυνισμό και αδιαφορία, αλλά και έναν υπεραπλουστευμένο τρόπο σκέψης. Οφείλονται στο λεγόμενο φαινόμενο της υπεραπλούστευσης. Πρόκειται για το φαινόμενο, όπου το άτομο δεν επεξεργάζεται και δεν αφομοιώνει σε βάθος μια πληροφορία, αλλά την υπεραπλουστεύει και θεωρεί ότι την έχει κάνει κτήμα του. Και όμως μια από τις σημασίες του ρήματος αφομοιώνω είναι: η σε βάθος απόκτηση γνώσεων, οι οποίες αποτελούν πια ένα συνεκτικό σύνολο και σταθερό χαρακτηριστικό της προσωπικότητας. Το ρήμα επεξεργάζομαι σημαίνει: προσπαθώ να δημιουργήσω κάτι ή διορθώνω κάτι δημιουργικά, το τροποποιώ και προσπαθώ να το βελτιώσω.
Όταν λοιπόν το άτομο δέχεται για το ίδιο γεγονός πολλές και συχνά αντικρουόμενες πληροφορίες, από διαφορετικές πηγές, αδυνατεί να τις επεξεργαστεί. Περνά σε μια επιφανειακή αντιμετώπιση των πραγμάτων, υπεραπλουστεύει το γεγονός και ουσιαστικά περνά σε κατάσταση μη σκέψης. Ακόμη και όταν θέλει να αφομοιώσει μια πληροφορία, η ταχύτητα μετάδοσης άλλων πληροφοριών το αποπροσανατολίζει και αυτόματα το οδηγεί στην υπεραπλούστευση.
Το φαινόμενο αυτό είναι δημιούργημα της εποχή μας, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως εποχή της πληροφορίας. Μιας εποχής που κυρίαρχα χαρακτηριστικά της είναι η ταχύτητα και η συσσώρευση. Ζούμε σε μια εποχή με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, όπου οι γνώσεις, οι πληροφορίες, η καθημερινότητα κινούνται με ρυθμούς πρωτόγνωρους. Από την άλλη μεριά, για πρώτη φορά στην παγκόσμια ιστορία οι απαιτήσεις μας, οι ανάγκες, οι γνώσεις συσσωρεύονται με απίστευτους ρυθμούς.
Έχουμε δυστυχώς δημιουργήσει μια κοινωνία που αντί να λύνει προβλήματα, παράγει προβλήματα σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο. Παράγει αδιαφορία, υλισμό, εγκληματικότητα, κατάθλιψη. Έχουμε δημιουργήσει ουσιαστικά μια κοινωνία που δεν σκέφτεται. Ζούμε στην εποχή της μη σκέψης. Ουσιαστικά, πρόκειται για την αποτυχία των κοινωνικών θεσμών (οικογένεια, σχολείο, Μ.Μ.Ε., μέσα κοινωνικής δικτύωσης) να μας υποδείξουν ή να μας μάθουν να σκεφτόμαστε ορθά, οπότε ωθούμαστε να σκεφτόμαστε υπεραπλουστευμένα.
Στην ερώτηση γιατί κάποιος επιλέγει να σκέφτεται υπεραπλουστευμένα, η απάντηση είναι η εξής: η διαδικασία της σκέψης ως συνειδητή επιλογή είναι μια επίπονη διαδικασία. Απαιτεί χρόνο και συγκέντρωση. Είναι συχνά πιο οδυνηρό να εμβαθύνεις, από το να σκέφτεσαι απλά. Όταν σκεφτόμαστε ολοκληρωμένα πρέπει να υπομένουμε την ένταση που δημιουργεί η διαπάλη διαφόρων αιτίων και παραγόντων στο μυαλό μας και αυτό δεν το αντέχουμε.
Είναι παράδοξο, αλλά σήμερα μοιάζουμε περισσότερο από ποτέ άλλοτε με εκείνους τους φυλακισμένους που περιγράφει ο Πλάτωνας στην περίφημη αλληγορία του σπηλαίου. Φυλακισμένοι απέναντι από τον «τοίχο» της τηλεόρασης ή της οθόνης του υπολογιστή και του κινητού βλέπουμε συνεχώς πληροφορίες να προβάλλονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Εγκλωβισμένοι σε έναν υπεραπλουστευμένο τρόπο σκέψης, έχουμε γίνει δέσμιοι επιπολαιοτήτων, στερεοτύπων, με επιφανειακές γνώσεις, ψεύτικα και αντικρουόμενα ιδεώδη.
Επιβάλλεται να προσέξουμε ιδιαίτερα το φαινόμενο της υπεραπλούστευσης, γιατί αν τελικά αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά, είναι δεδομένο ότι θα λύσει πολλά από τα καθημερινά μας προβλήματα, σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο.
* Του Νίκου Τάχατου, φιλολόγου