Γεννήθηκε ως αποτέλεσμα της μεγαλύτερης κρίσης που γνώρισε έως τώρα η Ευρωπαϊκή Ήπειρος, αυτής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και έχει κατορθώσει να εξασφαλίσει στους λαούς της Ευρώπης τις πλέον μακροχρόνιες συνθήκες ευημερίας και ειρήνης.
Παρόλα αυτά, σήμερα δείχνει να βρίσκεται σε ένα κρίσιμο μεταίχμιο. Οι πιέσεις από την οικονομική και προσφυγική κρίση έχουν εμφανή επίπτωση στην αντίληψη των Ευρωπαίων για το μέλλον της Ευρώπης. Αυτονόητα λοιπόν, τίθεται το ερώτημα για το αν και το πώς θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες.
Αν αναλύσουμε την οικονομική κρίση που έπληξε Χώρες της Ευρωζώνης αλλά κυρίως τη Χώρα μας, θα καταλήξουμε σε μια σημαντική διαπίστωση. Η Ένωση εισήλθε στην κρίση αυτή χωρίς κανένα ουσιαστικά θεσμικό εργαλείο κατάλληλο για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις, αλλά και τη διάχυση της κρίσης.
Με το ξέσπασμα της κρίσης, τα κράτη μέλη διαπίστωσαν ότι είχαν μεν κοινό νόμισμα αλλά δεν υπήρχαν τα κατάλληλα θεσμικά εργαλεία. Οι επιλογές συνεπώς για την αντιμετώπιση της κρίσης, είχαν και ενδεχομένως έχουν ακόμη, χαρακτήρα αυτοσχεδιασμού. Ήταν και παραμένουν σημαντικά επηρεασμένες από τα ιδιαίτερα συμφέροντα των κρατών μελών, από ιδεολογικές αντιλήψεις, εμμονές αλλά και τις λαϊκίστικες φωνές και τη συναισθηματική φόρτιση της κοινής γνώμης.
Η έλλειψη λοιπόν θεσμικής κατοχύρωσης της Ένωσης, αφενός δεν απέτρεψε τη δημιουργία της κρίσης, αφετέρου στάθηκε εμπόδιο στην εξομάλυνσή της. Το κόστος βέβαια αυτής της αναποτελεσματικότητας πολύ γρήγορα μετατράπηκε σε κοινωνικό με εμφανείς συνέπειες.
Αποδεικνύεται λοιπόν ότι η λιγότερη Ευρώπη, η λιγότερη Ένωση, έχει καταρχήν ένα σοβαρό οικονομικό και κατά επέκταση κοινωνικό κόστος. Κτίζοντας μια πιο ενοποιημένη Ευρώπη, δημιουργούμε ταυτόχρονα και τις προϋποθέσεις για μια Ευρώπη με ποιο έντονο κοινωνικό πρόσημο. Μια Ένωση που θα λειτουργεί πιο αποτελεσματικά θα είναι και μια Ένωση που θα μπορεί να διαχειρίζεται με επιτυχία τις κρίσεις.
Όμως, μια ουσιαστική κοινωνική πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν μπορεί να αφορά μόνο στην ολοκλήρωση της ημιτελούς αρχιτεκτονικής. Είναι απαραίτητο να επεκταθεί σε πιο θαρραλέες πρωτοβουλίες που θα διευκολύνουν τη μεταφορά πόρων στις πιο αδύναμες οικονομικά περιοχές, τη σύγκλιση των οικονομικών δεικτών αλλά και του βιοτικού επιπέδου.
Η καθιέρωση ενός κοινού προϋπολογισμού της Ευρωζώνης, η θέσπιση ενός ισχυρότερου ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και η διαμόρφωση μιας κοινής πολιτικής ανάπτυξης και απασχόλησης, είναι προτάσεις που μπορούν να συνεισφέρουν σημαντικά στην οικοδόμηση μιας περισσότερο κοινωνικής Ευρώπης.
Είναι όμως οι περιοχές που γίνονται απολύτως εμφανείς οι διαχωριστικές πολιτικές και ιδεολογικές γραμμές. Τα εθνικιστικό-λαϊκιστικά μορφώματα προκρίνουν την επιστροφή σε ξεπερασμένες αντιλήψεις εθνικού απομονωτισμού. Αντίστοιχα, τα ακραία συντηρητικά κόμματα είναι έντονα επιφυλακτικά απέναντι σε τέτοιες προτάσεις. Προκρίνουν μια περιοριστική πολιτική αυστηρής λιτότητας, ως την ενδεδειγμένη πανάκεια για οποιαδήποτε νόσο, αδιαφορώντας παντελώς για τις κοινωνικές επιπτώσεις σε μεγάλες μάζες τους ευρωπαϊκού πληθυσμού.
Τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, αντίθετα, προωθούν συστηματικά αυτές τις πρωτοβουλίες, ως το αναγκαίο επόμενο βήμα της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ένα ουσιαστικό βήμα στην κατεύθυνση της κοινωνικής δικαιοσύνης και ενίσχυσης της ευρωπαϊκής ταυτότητας.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό, σε ευρωπαϊκό πολιτικό επίπεδο, να κερδηθεί ακριβώς αυτή η ιδεολογική μάχη. Να υπερισχύσει η άποψη ότι η Ένωση είναι τελικά κάτι περισσότερο από το άθροισμα ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Ότι εξακολουθεί να υφίσταται ένα ευρωπαϊκό όραμα που στο κέντρο του περιλαμβάνει ένα ουσιαστικό κοινωνικό συμβόλαιο για το μέσο Ευρωπαίο πολίτη.
Η ιστορία έχει αποδείξει ότι η Ένωση προχωρά μέσα από κρίσεις. Εκ των πραγμάτων σε διαλυτικές καταστάσεις απαντάς με περισσότερη ενοποίηση. Βλέπουμε έτσι, το τελευταίο διάστημα, να λαμβάνονται σημαντικές πρωτοβουλίες ακόμη και σε ευαίσθητους τομείς, όπως αυτός της Άμυνας.
Οι συνθήκες υποδεικνύουν την ανάγκη για μια πραγματικά ενοποιημένη Ένωση. Το πόσο γρήγορα ή αργά θα γίνει αυτό ή πόσο έντονο θα είναι το κοινωνικό πρόσημο αυτής της ενοποίησης, εξαρτάται κυρίως από την προώθηση και επικράτηση των ιδεών της Σοσιαλδημοκρατίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Είναι μια ιδεολογική αντιπαράθεση τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στις επερχόμενες Ευρωεκλογές λοιπόν είναι σημαντικό να καταγραφεί η ενίσχυση των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Το Κίνημα Αλλαγής θα δώσει τον δικό του αγώνα για να είναι όσο πιο ισχυρό γίνεται το μήνυμα για μια Ένωση περιεκτική και δίκαιη.
Της Βασιλικής Τσίτα
* Η Βασιλική Τσίτα είναι μέλος της Γραμματείας του Τομέα Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Κινήματος Αλλαγής.