Με τη διαφορά πως, όταν ο Ιγνάτιος ήρθε, (28 Ιουλίου 1994) τον υποδέχτηκαν με… πέτρες, κρυμμένες από τους οπαδούς του Θεολόγου στους σκουπιδοτενεκέδες των δρόμων. Όταν έφυγε, σύμπας ο λαός τον έραινε με άνθη μαζεμένα από τη λαρισαϊκή γη. Από τις πέτρες στα άνθη η πορεία ήταν μεγάλη…
Τον αγάπησαν τον Ιγνάτιο οι Λαρισαίοι και δεν ήταν υπερβολικές οι εκδηλώσεις λατρείας με τις οποίες τον ξεπροβόδισαν.
Θα μου πεις τι αγάπησαν… Έτσι κι αλλιώς οι περισσότεροι δεν είχαν ποτέ καμιά ιδιαίτερη σχέση με τη Μητρόπολη. Στην εκκλησία πατάνε το πόδι τους Χριστούγεννα και Πάσχα, ίσα-ίσα δηλαδή στην Ανάσταση, κάνα δεκάλεπτο, και άντε σώνε πάτερ μου, περιμένει και η μαγειρίτσα και μετά το ξενύχτι στα μαγαζιά.
Κι όμως! «Τον πήγαιναν»-κατά την έκφραση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου. Αυτό το διαπίστωνες τούτες τις μέρες που οι Λαρισαίοι περίμεναν τη σορό του, και η συζήτηση για τα θέματα της τοπικής επικαιρότητας έφτανε και σ’ αυτήν την υπόθεση.
-«Καλός ανθρωπάκος ρε παιδιά…». «Ρε σεις, τον κοιτούσες και σου χαμήλωνε το βλέμμα. Ταπεινός…». «Εμένα μ’ άρεσε να τον ακούω στο κήρυγμά του. Δεν πρόσεχα και πολύ τι έλεγε, αλλά έτσι όπως τα έλεγε, ήσυχα και χαμηλόφωνα, με ηρεμούσε…».
Κοντολογίς, ο κόσμος της Λάρισας εκτίμησε στον Ιγνάτιο – ως δημόσιο άνδρα- τον χαρακτήρα, το ήθος, τη στάση ζωής. Ποια συσσίτια, ποιο Ορφανοτροφείο, ή όποιο άλλο έργο έκανε. Οι περισσότεροι αγνοούν το έργο. Στέκονται στη δημόσια εικόνα, αυτή του πράου, του ειρηνοποιού, του ανθρώπου χαμηλών τόνων. Και την επιβραβεύουν.
Το οξύμωρο είναι πως οι ίδιοι αυτοί συμπολίτες, οι περισσότεροι είμαστε ακριβώς το αντίθετο. Εριστικοί, καβγατζήδες, εγωίσταροι, έτοιμοι να αρπαχτούμε με όποιον πάει να αμφισβητήσει την… αυθεντία μας. Δεν υποχωρούμε σπιθαμή από τις απόψεις μας, πάντα εμείς έχουμε δίκαιο, οι άλλοι είναι απλώς βλάκες, ηλίθιοι, μειωμένης αντιλήψεως. Αυτοί είμαστε…
Τέλος πάντων, ο Ιγνάτιος έφυγε. Αρχιεπίσκοπος, δεσποτάδες με πλουμιστά ράσα, αγήματα, επίσημοι, κλήρος και λαός τον ξεπροβόδισαν εν μέσω των πένθιμων ήχων της καμπάνας που παρέπεμπε σε μέρες Επιταφίου Θρήνου και μιας όψιμης Μεγάλης Παρασκευής. Το φέρετρο κατέβηκε στην τελευταία του κατοικία, μάτια δάκρυσαν, άνθη και λίγο χώμα από την πατρώα γη της Σαλαμίνας έπεσαν στη σορό, η πλάκα σκέπασε για πάντα τον τάφο πίσω από το ιερό του Αγίου Αχιλλίου. Μετά, όλοι έφυγαν, ο Ιγνάτιος παραδόθηκε στην ιστορία… Και στη μοναξιά του…
* * *
Ήμουν αρκετά στενοχωρημένος και πιεσμένος αυτό το διάστημα . Δεν ήταν μόνο το κλίμα γύρω από τον Ιγνάτιο. Λίγες μέρες πριν, είχαμε κατευοδώσει και μια στενή φίλη νεότατη, μετά μάθαμε για έναν άλλο γνωστό, νεότατος κι αυτός, πως αρρώστησε βαριά, το φετινό καλοκαίρι δεν ήρθε με τους καλύτερους οιωνούς. Αϊ στην ευχή… Όταν πέφτει θανατικό πέφτει μαζεμένο, και συ τρελαίνεσαι, δεν ξέρεις πώς να το διαχειριστείς .
Κι όμως η ζωή συνεχίζεται. Δυναμική, ορμητική, ακατάβλητη. Μεσημέρι κήδεψαν τον Ιγνάτιο και το ίδιο βράδυ η νεολαία της πόλης – όπως το έχει καθιερώσει τα τελευταία χρόνια- καθόταν στα σκαλιά του Αγίου Αχιλλίου, δίπλα σχεδόν στον τάφο του δεσπότη και… έπινε μπίρες. Ήταν μερικές δεκάδες παιδιών. Μιλούσαν, δυνατά, γελούσαν δυνατότερα, σέρφαραν, αντάλλασσαν μηνύματα στα κινητά. Κάποιοι μάλιστα είχαν τοποθετήσει στη μέση και ένα cdplayer κόκκινου χρώματος που έπαιζε κάτι ροκιές ανεπανάληπτες και μερικά από αυτά είχαν αρχίσει κιόλας να κουνιούνται στους ρυθμούς του κομματιού. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα παιδιά αυτά δεν είχαν ιδέα τι ακριβώς διαμείφθηκε στον ίδιο χώρο το πρωί. Την ώρα της κηδείας, είτε κοιμόντουσαν έχοντας ξενυχτήσει το προηγούμενο βράδυ, είτε έπιναν καφέ στην «Ταχυδρομείου». Έτσι είναι η ζωή και καλώς είναι έτσι. Οι κηδείες και τα τοιαύτα, είναι υπόθεση για τους «μεγάλους», τους «γέρους». Τα παιδιά… έχουν καιρό μπροστά τους για τις βέβαιες θλίψεις που το μέλλον θα φέρει στη ζωή τους.
Τους κοίταζα και η εικόνα ήταν πολύ αισιόδοξη. Η άλλη όψη του νομίσματος της ζωής. Μια παρέα από αγόρια και κορίτσια –φοιτητές ήταν – έκανε πλάκα και… σχέδια για το μέλλον. Ο πιο ζωηρός και πολυλογάς τους έβαλε κάτω και τους εξηγούσε:
- Λοιπόν, θα κάνουμε όλοι μαζί μια Εταιρεία. Θα προσφέρουμε πάσης φύσεως Υπηρεσίες στο κοινό. Εγώ, θα αναλάβω το Νομικό Τμήμα (φοιτητής Νομικής) για να διορθώνω τις βλακείες που θα κάνετε εσείς. Να ο Θάνος θα κάνει ειδικότητα στην Ορθοπαιδική (φοιτητής Ιατρικής, υπέθεσα), η Ναταλία θα τους κάνει φυσιοθεραπεία και η Αγγέλα-πιθανόν φοιτήτρια της Βιοχημείας- θα κάνει τις βιοχημικές της εξετάσεις των πελατών…. Χα χα χα…
Κι εγώ; διαμαρτυρήθηκε μια άλλη κοπέλα, που ήταν της Φιλοσοφικής και δεν… κολλούσε με τις υπόλοιπες… ειδικότητες. Σκέφτηκε λίγο ο μελλοντικός δικηγόρος και απεφάνθη:
- Κοίτα, θα κάνουμε κάτι «προχώ». Θα κάνεις Αρχαιολογία και σε συνεργασία με την Αγγέλα (της Βιοχημείας) θα κάνεις… χρονολόγηση αρχαίων σκελετών ! Καλόοοο ;Χα χα χα…
Γέλασαν όλοι μαζί -κι εγώ ο ωτακουστής των διαλόγων τους- με την όντως ..ευρηματική ιδέα του «δικηγόρου». Μετά, η συζήτηση στράφηκε σε άλλα θέματα, στον τελικό του «Μουντιάλ», και «τι να κάνει ο Πάνος στην Αγγλία;» όπου πήγε για μεταπτυχιακό.
Γέλια, μουσική, βαβούρα, μπίρες. Η ζωή ήταν εκεί, δίπλα στον Ιγνάτιο, τον αναπαυμένο εν πλήρει μακαριότητι… Και μπορεί κάποιος σχολαστικός να τα μάλωνε. Που δεν ντρέπονται να τσιρίζουν και να χαχανίζουν δίπλα στον φρεσκοσκαμμένο τάφο που έτσι, που αλλιώς… Μα εγώ είμαι βέβαιος ότι αν ο δεσπότης ήταν εκεί και μπορούσε να παρέμβει δεν θα θύμωνε. Θα χαμογελούσε μονάχα, και με πραότητα θα χαιρετούσε τα παιδιά, χωρίς να τα μαλώσει. «Αφήστε τα», θα έλεγε, «παιδιά είναι, θα μεγαλώσουν και θα καταλάβουν ορισμένα πράγματα…».
Ο ήλιος του Ιουλίου εξακολουθεί να καίει στη Λάρισα… Ο κόσμος κλείστηκε μέσα, ή τράβηξε για τα παράλια επιζητώντας λίγη δροσιά κοντά στη θάλασσα, υπολογίζοντας να επιστρέψει κάπως νωρίς για να προλάβει τον τελικό ανάμεσα στη Γαλλία και την Κροατία.
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr