Είναι ανεύθυνο και αφελές να αναμένει κανείς άμεσα θεαματικά αποτελέσματα. Σε αυτή τη φάση είναι σημαντικό να μπουν τα θεμέλια μιας νέας πορείας, ώστε σε μια δεκαετία να μπορούμε να κάνουμε μια θετική αποτίμηση τόσο εμείς όσο και η επόμενη γενιά φοιτητών και σπουδαστών.
Στην περίπτωση της Θεσσαλίας δεν υπήρχαν εύκολα ζητήματα. Τόσο τα ΤΕΙ όσο και το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας υπήρξαν θύματα ανεύθυνης τοπικιστικής, πελατειακής και καιροσκοπικής πολιτικής, ακόμη και στο πρόσφατο παρελθόν. Η ομάδα εργασίας που συστήθηκε είχε δύσκολο έργο. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά η τελική πρόταση το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας πρέπει να:
«παρέχει εκπαίδευση σε σύγχρονα αντικείμενα σπουδών που καλύπτουν ανάγκες της περιφέρειας και της χώρας, διασφαλίζει την αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των υφιστάμενων ερευνητικών και εκπαιδευτικών υποδομών, πετυχαίνει την ύπαρξη κρίσιμων μεγεθών στην εκπαίδευση και την έρευνα, καθώς και επιστημονικών συνεργειών και συνθηκών βιωσιμότητας και αριστείας … με την ένταξη των διάσπαρτων ερευνητικών δομών της Θεσσαλίας και μέρους της Στερεάς Ελλάδας στο Πανεπιστήμιο και την αξιοποίηση του ερευνητικού δυναμικού τους στην εκπαίδευση και την έρευνα».
Οφείλουμε όλοι να αποφύγουμε την εύκολη κριτική και να συμβάλουμε εποικοδομητικά στην προοπτική του νέου θεσμού, μακριά τόσο από ανεύθυνους - και συχνά επουσιώδεις - τοπικισμούς όσο και εσωτερικές αγκυλώσεις. Πρώτα να ορίσουμε σαφώς τα κριτήρια με τα οποία θα πρέπει να αξιολογούνται συνολικά η πρόταση και οι «διεκδικήσεις». Το Πανεπιστήμιο δεν έχει σκοπό να εξυπηρετήσει τις προσδοκίες του προσωπικού των συμβαλλόντων ιδρυμάτων ούτε πρόσκαιρες οικονομίστικες και πολιτικάντικες προτεραιότητες. Αποτελεί μακροπρόθεσμη επένδυση για τον τόπο στο σύνολό του, πέρα και από τη Θεσσαλία, όπως αυτός εκφράζεται στην προοπτική των νέων. Συνεπώς τα βασικά κριτήρια είναι δύο:
- Αναπτύσσεται ένα πλέγμα εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων που υπηρετεί τις ανάγκες της κοινωνίας και του παραγωγικού μοντέλου και εξασφαλίζει στους νέους εφόδια και βάσεις για ισότιμη συμμετοχή στην κοινωνία και οικονομία του 21ου αιώνα;
- Αναπτύσσεται και αξιοποιείται η ερευνητική δραστηριότητα που θα εξασφαλίζει τόσο την επικαιροποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας όσο και τη συνεχή ανανέωση του νέου παραγωγικού μοντέλου;
Πέρα από τις επιμέρους αδυναμίες είναι άδικο να μην επισημανθεί ότι αυτό το εγχείρημα θέτει σημαντικά θεμέλια:
- Αναβαθμίζεται η δημόσια μετα-λυκειακή τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση σε άμεση συνάφεια και υποστήριξη από ένα πανεπιστήμιο υψηλού κύρους. Προσφέρεται πραγματική προοπτική για τους νέους παράλληλα εξασφαλίζεται η προοπτική συνέχισης των σπουδών σε πανεπιστημιακό επίπεδο στη λογική της «δια βίου μάθησης.
- Συγκροτείται Ενιαίος Χώρος Έρευνας και Εκπαίδευσης με ισχυρές δομές και κρίσιμες μάζες.
- Δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για ορθολογικό και αποτελεσματικό σχεδιασμό με οικονομίες κλίμακας και συνέργειες σε θεματικούς και χωρικούς άξονες.
Να επισημάνουμε επίσης τους κινδύνους που μπορεί να υπονομεύσουν αυτή τη γενναία πρωτοβουλία. Από τη μία, ο διάλογος και η διαβούλευση πρέπει να μην εγκλωβισθεί σε άγονους τοπικιστικούς ανταγωνισμούς. Η επένδυση στη γνώση είναι σημαντικότερη από την βραχύβια και περιορισμένη επίδραση της λειτουργίας ενός τμήματος σε μία πόλη. Κινδυνεύουμε να υπονομεύσουμε την αποτελεσματικότητα του Πανεπιστημίου δηλαδή τη δυνατότητά του να μορφώνει ενήμερους πολίτες και να παράγει ερευνητικό έργο. Αντί οι αιρετοί όλων των επιπέδων και οι φορείς και παράγοντες να προβαίνουν σε πλειοδοσία διεκδικήσεων θα υπηρετήσουν όλοι καλύτερα τον τόπο πλειοδοτώντας σε προσφορά για την καλύτερη λειτουργία του νέου Πανεπιστημίου (η περίπτωση της Αβερωφείου στη Λάρισα είναι ένα καλό παράδειγμα). Από την άλλη το τελικό αποτέλεσμα πρέπει να υπηρετήσει τον τόπο και να μην επικαθορισθεί από την εσωτερική δυναμική των ιδρυμάτων (κάτι που σε μεγάλο βαθμό έχει αποφευχθεί), αλλά να αναπτύσσει με συνοχή και ισορροπία νέα πεδία και αντικείμενα στο πλαίσιο των αναγκών της χώρας. Στο πεδίο της έρευνας να μην αγνοηθούν και να αναπτυχθούν κρίσιμοι τομείς που αφορούν στις Κοινωνικές και Αναπτυξιακές Σπουδές. Τέλος, είναι κρίσιμο στη νέα περίοδο να αναπτυχθούν οι μηχανισμοί και η τεχνογνωσία για την αξιοποίηση της έρευνας, ώστε να αποτυπωθεί το αναπτυξιακό μέρισμα της επένδυσης στη γνώση σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
Από τον Γ. Σταμπουλή
* Ο Γ. Σταμπουλής είναι περιφερειακός σύμβουλος, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Θεσσαλίας