Στη μικρή μας επικράτεια τα καραούλια, απ όπου ο καθένας φωνάζει με ντουντούκα την ιδεολογία του (ή και την ιδεοληψία του) πάμπολλα, στις πεδιάδες της συνεννόησης δε βλέπω κανέναν να κατεβαίνει. Στο μεταξύ πατώνουμε στον (αντιδραστικό) ΟΟΣΑ, αλλά και στον Τιτανικό η ορχήστρα έπαιζε όσο αυτός βούλιαζε.
Aς ξεκινήσουμε από το τέλος. Τις πανελλήνιες εξετάσεις των τελειοφοίτων της Γ΄ Λυκείου. Η προτροπή προς τα παιδιά είναι «Μην αγχώνεστε», αλλά είναι τόσο έξυπνη όσο και το «Πρόσεχε μη βραχείς» σε κάποιον που πάει για μπάνιο. Ανέφικτο.Όλοι μιλάνε γι αυτούς από μήνες, σχετικοί και άσχετοι έχουν όλοι κάτι να πουν, τα σάιτ και οι εφημερίδες σκούζουν από το Πάσχα, το υπουργείο με δεκάδες ανακοινώσεις κρατά την δηλητηριώδη σούπα ζεστή. Ένα θέμα ενδοσχολικό γίνεται εδώ και χρόνια εθνικό, ένα θέμα διαδικαστικό (κομμάτι στην πορεία του νέου που θα κρατήσει χρόνια) αποκτά βαρύτητα ψευτοτελεσίδικη και μη ανατρέψιμη. Ας σκεφτούμε μια αλληγορική εικόνα: Ένας μπέμπης μπουσουλάει και σκοντάφτει. Πέφτει και πονάει λίγο. Αν μαζευτεί όλο το σόι με μαλλιά και χειρονομίες τρελών, με παρηγοριές, φιλιά, σταυροκοπήματα και σάλια το βλαστάριθα περάσει σε κλάσματα δευτερολέπτου από την απορία (πόσο μεγάλο είναι το κακό που έπαθα;) στην απόλυτη βεβαιότητα (τι τυχερός που επέζησα) και μετά από αυτή την έμμεση συνειδητοποίηση θα βάλει τα κλάματα. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει στις πανελλήνιες. Οι πρωταγωνιστές είναι οι ίδιοι τρελοί μόνο ο μπέμπης έγινε 18 χρονών. Στο τέλος όμως κι αυτός κλαίει!
Πάμε τώρα στην αρχή. Στους γονείς, αφού από κει ξεκινάνε όλα, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Και στην αρχή της αρχής, που είναι το κίνητρο της τεκνοποιίας. Όταν δημιουργείς μια νέα ζωή για να διαιωνισθείς πρέπει πρώτα να είσαι σίγουρος ότι αξίζεις. Ούτε ο Ελύτης ούτε ο Καζαντζάκης άφησαν απογόνους και η ζωή, απ’ ότι παρατηρώ έξω, συνεχίζεται. Αν ο λόγος της τεκνοποιίας είναι η προσφορά στον κόσμο μιας έξτρα δυνατότητας να αμφισβητηθεί το παλιό, να επικριθεί η βεβαιότητα που περιλαμβάνει και σένα τον ίδιο πρέπει να είσαι έτοιμος να ξεπεζεύσεις από το άλογο του πατροναρίσματος.
Θα δεχόσουν ο κανακάρης σου, λοιπόν, να επαναλάβει την τάξη αν όντως αντικειμενικά κρινόμενος δεν άξιζε τον προβιβασμό; Η αν λόγω ελλιπούς φοίτησης έμαθε τα μισά γράμματα; Εδώ σε θέλω κάβουρα να περπατάς στα κάρβουνα. Θα δεχόσουν το βλαστάρι σου να ακολουθήσει ευλαβικά στη ζωή το όνειρό του, που σε σένα δε μοιάζει μόνο αλλά είναι καθαρός εφιάλτης; Δύσκολα πράγματα. Εδώ γιορτάζεις το αριστείο του γιού ή της κόρης τη στιγμή που όλη η τάξη έχει λάβει αριστεία, αγνοώντας το ότι αν όλοι αριστεύουν τότε στην ουσία κανείς δεν είναι άριστος! Σε νοιάζουν οι βαθμοί παρόλο που είναι ψεύτικοι (ψεύτικοι, όχι απλώς υπερβολικοί) εθελοτυφλώντας στο γεγονός ότι η πραγματική αξιολόγηση, που την κάνει η ζωή, έρχεται παρακάτω και είναι εξαιρετικά σκληρή και γι αυτό αληθινή. Εδώ ολόκληρες πολιτικές και κυβερνήσεις κρίνονται από τις αγορές, εσύ θα γλιτώσεις; Παραβλέπεις ότι ο πραγματικός βαθμός είναι η συνεχής γνώση και η αποτίμησή της από τους άλλους (πελάτες, επισκέπτες, καταναλωτές) μεθαύριο. Λίγη σημασία έχει αν πήρες το προφίσιενσι στα 14, τη μέγιστη σημασία έχει αν μιλάς τέλεια τα Αγγλικά στα 24. Και πίστεψέ με είναι αδύνατο να το κάνεις αν δε μελετάς την ξένη γλώσσα στην ενδιάμεση δεκαετία. Ο εργοδότης δε θα μαγευτεί από το πτυχίο που πήρες δέκα χρόνια πριν γιατί τον ενδιαφέρει η κτήση της δεξιότητας στο παρόν. Λίγη σημασία έχει αν μπήκες στην Ιατρική Αθηνών, άντε και βγήκες, αν δεν ενημερώνεσαι διαρκώς για την εξέλιξη της επιστήμης. Θα σε πάρουν χαμπάρι οι ασθενείς κι ο κορνιζαρισμένος πάπυρος στο ιατρείο δε θα είναι αρκετός. Θα είναι ότι ο Παρθενώνας για τους σύγχρονους Ελληνες. Περασμένα μεγαλεία. Μεγαλεία ναι, περασμένα φευ! Ένα άλλοθι ανημποριάς στο παρόν. Και θα σε βοηθήσουν όσο μας βοήθησε ο Κλεισθένης με τη Δημοκρατία του κι ο Περικλής με τον Χρυσό του Αιώνα να αντιμετωπίσουμε το χρέος και το φαγοπότι που κάναμε με τα δανεικά χρυσά κουτάλια. Καθόλου δηλαδή!
Για τους εκπαιδευτικούς και ειδικά τους διευθυντές άλλη φορά. Αλλά αυτοί δε φταίνε. Ηρεμήστε, αστείο ήταν…
Από τον Δημήτρη Παπαχατζόπουλο,
ψυχολόγο