Στα ίδια αυτά χωριά δεν υπάρχουν πια άνθρωποι, παρά ελάχιστοι, όσοι απέμειναν να καλλιεργούν τη γη ή να διατηρούν ακόμη αιγοπρόβατα. Γι’ αυτούς έχει σχετικά καλό μεροκάματο. Οι άλλες οικογένειες έχουν πάρει τον δρόμο προς τις πόλεις εδώ και δεκαετίες.. Για κάμποσα χρόνια κάτι γινόταν με τους Αλβανούς πρώτης γενιάς. Ήρθαν και με τα ροζιασμένα χέρια τους και τα φτηνά τους μεροκάματα δούλεψαν γερά, αναπλήρωσαν το πληθυσμιακό κενό. Μα τώρα, σιγά – σιγά, φεύγουν κι αυτοί, κινούνται προς τις πόλεις, σε περιοχές δηλαδή όπου ναι μεν η οικονομία είναι, εν πολλοίς, παρασιτική, ωστόσο, εξασφαλίζουν καλύτερο μεροκάματο, καλύτερη ζωή για τις οικογένειές τους.
Κάπως έτσι, τα σπίτια είναι σφαλιστά και ερημώνουν. Ανάμεσά τους κάμποσα υπέροχα παλιά αρχοντόσπιτα, πραγματικά «διαμάντια» της θεσσαλικής αρχιτεκτονικής του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα. Πνιγμένα στα χορτάρια κι αυτά, και κανείς δεν έχει την πρόθεση να τα περιποιηθεί. Κυρίως, δεν έχει πια την οικονομική δυνατότητα… Άσε που τα σπίτια, με το θάνατο των αρχικών ιδιοκτητών ανήκουν πλέον σε κάμποσους κληρονόμους, που, αν και ξαδέρφια (συνήθως) είτε δεν γνωρίζονται καν, είτε αδυνατούν να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Και, όπως λένε εδώ στα μέρη μας «μισακό γομάρι, ο λύκος το τρώει».
Ανάλογη εικόνα εμφανίζουν και οι δημόσιοι χώροι στα χωριά αυτά. Πάρκα, πλατείες, πεζοδρόμια, παιδικές χαρές, κρήνες, που είχαν κάποτε κατασκευαστεί με τα χρήματα κάποιου ΜΟΠ, παρουσιάζουν κι αυτά μεγάλες φθορές από έλλειψη συντήρησης. Κάποτε που υπήρχε κόσμος, που υπήρχαν Κοινότητες και κοινοτάρχες να λογοδοτούν κάτι γινόταν. Όλο και κάποιοι ενδιαφέρονταν. Μετά, πρώτα με τον «Καποδίστρια» και στη συνέχεια με τον «Καλλικράτη» ενέταξαν τα χωριά – πρώην Κοινότητες- στους μεγάλους Δήμους του Νομού. Οι τελευταίοι, εντελώς απαράσκευοι, σήκωσαν τα χέρια ψηλά. Αδύνατον να καλύψουν τόσες ανάγκες που έπεσαν μαζεμένες. Ούτε κονδύλια υπάρχουν, ούτε προσωπικό. Και το όποιο προσωπικό, ρουσφέτι το ρουσφέτι είναι κατανεμημένο άνισα. Γεμάτα τα Γραφεία, άδειες οι τεχνικές Υπηρεσίες αιχμής.
Κάπως έτσι ήταν πολύ φυσικό που διαβάσαμε στην «Ελευθερία» και την πιο κάτω είδηση:
«Πήρε το τρακτέρ του ο πρόεδρος στο Καστρί του Δήμου Αγιάς Νίκος Κολοβός και ξεκίνησε να κόβει τα χόρτα μέσα στο χωριό.
«- Δεν υπήρχε άλλη λύση, θα μας φάνε τα φίδια» μας εξηγεί. «Από τον Δήμο μού λένε πως εργάτες δεν υπάρχουν.
Τα λίγα λεφτά που μου έδωσαν δεν φτάνουν, οπότε ήταν μονόδρομος, ή το κάνω μόνος μου ή θα γίνουμε ζούγκλα» λέει απογοητευμένος από την κατάσταση και μετανιωμένος οικτρά που σαν νέος άνθρωπος στις τελευταίες δημοτικές εκλογές θέλησε να βοηθήσει τον τόπο του, μπήκε σε ψηφοδέλτιο και εκλέχτηκε. «Και δεν φτάνει αυτό» συνεχίζει «Από τη μια, ξοδεύουμε και από την τσέπη μας και από τον χρόνο μας αφήνοντας πίσω δουλειές προσωπικές, και από την άλλη, ακούμε και λόγια».
Δεν είναι μια απλή είδηση αυτή, είναι μια τραγωδία. Είναι η ακτινογραφία της παρακμής ενός Κράτους σε πολλά επίπεδα.
Παρακμή πρώτη: Το δημογραφικό. Γνωστή ιστορία… Αλλά αυτό πες πως είναι ένα γενικό κακό για όλη την Ευρώπη, που για τον λόγο αυτό όλο και χάνει σε επιρροή σε παγκόσμιο επίπεδο.
Παρακμή δεύτερη: Η αστυφιλία. Το συστηματικό άδειασμα της ελληνικής υπαίθρου, από τα χρόνια του πρεσβύτερου Καραμανλή ακόμη. Όταν η πόλη –και ιδιαίτερα η Αθήνα- προσέφερε καλύτερη ζωή και εισόδημα, όταν η ύπαιθρος αφηνόταν σε συστηματικό μαρασμό γιατί θα έμεναν οι άνθρωποι στα χωριά τους;
Παρακμή τρίτη: Η απουσία κρατικού σχεδιασμού. Καποδίστριας και Καλλικράτης σχεδιάστηκαν, κόπηκαν και ράφτηκαν στο πόδι. Με γνώμονα τα κουκιά και τα κομματικά κέρδη σε αριθμό Δήμων. Το πώς θα λειτουργούσαν, ποιος νοιάστηκε; Τα προβλήματα βγήκαν μετά. Ποιο προσωπικό, ποια ιεράρχηση αναγκών και ποιος σχεδιασμός; Έχεις πάει ποτέ σε επαρχιακό Δήμο να μελαγχολήσεις;
Παρακμή τέταρτη: Η κοινωνική μας νοοτροπία. Απαυδισμένος ο πρόεδρος του χωριού, πήρε το τρακτέρ κι άρχισε μόνος του να κουρεύει, βάζοντας δουλειά και έξοδα από την τσέπη του. Βρήκε καμιά συμπαράσταση στη Δονκιχωτική αυτή προσπάθειά του; Πήρε κανείς άλλος το τρακτέρ ή κανένα μηχάνημα κοπής να βοηθήσει; Τουναντίον, απ’ ό,τι λέει, -και όλοι μπορούμε να το φανταστούμε - «άκουσε και κουβέντες». Διότι, έτσι έχουν τα κόζα στο Ελλάντα. Κάποιοι (λίγοι) γενναίοι προχωρούν, οι πολλοί (αργόσχολοι) πιάνουν ταμπούρι στο καφενείο και (μεταξύ καφέ και τσίπουρου) απλώς σχολιάζουν με κοινή συνισταμένη την εθνική μας επωδό:
-Μα τι κάνει το Κράτος; Τι κάνει ο Δήμος;
Όπως στρώσεις θα κοιμηθείς. Και εμείς κοιμόμαστε τώρα ακριβώς όπως ετοιμάσαμε τα στρώματά μας. Και ενώ αυτά που περιγράφουμε είναι σε όλους γνωστά, ψάχνεις με το κερί να δεις τι διάβολο γίνεται για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Κι εκεί δεν βλέπεις με θλίψη παρά μονάχα... «αναπτυξιακά συνέδρια» στα οποία περιφέρεται ο εκάστοτε Πρωθυπουργός με τη συνοδεία υπουργών (και κάμποσων διμοιριών ΜΑΤ) και στα οποία εξαγγέλλονται οι ίδιες και ίδιες ανέξοδες υποσχέσεις. Πόσες και πόσες φορές δεν άκουσαν οι Μυτιληνιοί από προηγούμενους πρωθυπουργούς αυτά που εξήγγειλε προσφάτως ο κ. Τσίπρας;
Ψάχνεις και δεν βλέπεις παρά τον αρμόδιο υπουργό Σκουρλέτη να εξαντλεί την ενέργειά του στο πώς θα καθιερώσει την... Απλή Αναλογική, η οποία λέει «θα δημιουργήσει νέες προοπτικές συνεργασιών κοινωνικών δυνάμεων κλπ κλπ…». Άσε υπουργέ μου, δώκαμε, δώκαμε… Δεν είναι αυτό το πρόβλημα της Αυτοδιοίκησης.
* * *
Όσοι ακόμη έχετε τη δυνατότητα να πηγαίνετε στα χωριά του Νομού αυτή την εποχή, σας παρακαλώ πολύ να μην μελαγχολήσετε… Μπόρα πείτε πως είναι, μια εθνική γρίπη που μας έχει πιάσει που θα περάσει γρήγορα. Γιατί λύση δεν είναι η παραίτηση. Λύση είναι οι ενεργοί πρόεδροι που καβαλάνε τα τρακτέρ και κόβουν χόρτα.
Λύση είναι ακόμη να κοιτάτε την καταπράσινη φύση και αυτά τα παλιά αρχοντικά. Και από αυτά, από τη θωριά τους και τη γοητεία τους να αντλείτε εικόνες από ένα παρελθόν που είναι πολύ ισχυρό για να σβήσει έτσι εύκολα από την αστοχασιά και την απερισκεψία των ανθρώπων.
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr