Καθώς ήμουν για χρόνια στο λεγόμενο «εργατικό ρεπορτάζ» της εφημερίδας, μού έπεφτε ο κλήρος της κάλυψης της συγκέντρωσης του Εργατικού Κέντρου Λάρισας για την Πρωτομαγιά. Τα μεγάφωνα στήνονταν νωρίς- νωρίς στην Κεντρική πλατεία της πόλης και παρά την... αργία της ημέρας ο δημοφιλής – τότε- «τραγουδιστής της εργατιάς» Γιώργος Νταλάρας έπιανε νωρίς – νωρίς δουλειά για να δημιουργήσει το απαραίτητο «επαναστατικό» κλίμα:
«Πάγωσε η τσιμινιέραααα κι απ’ έξω από την Πύληηηη εργάτες μαζεμένοι συζητάνεεεεεε».
Κι από κοντά Λοΐζος, Φαραντούρη, Χαλκιάς, όλο το «βαρύ πυροβολικό» της Αριστεράς, ενός χώρου που στη μεταπολιτευτική Ελλάδα μοίραζε καλλιτεχνικά διαπιστευτήρια κατ’ αποκλειστικότητα.
Οι συγκεντρώσεις που γίνονταν τότε με βασικό φορέα το Εργατικό Κέντρο Λάρισας- είχαν νόημα. Μπορεί η μεγάλη μάζα των μικροαστών (που χάρη στις παροχές του ΠΑΣΟΚ έπιασε πέντε παράδες και απέκτησε 1200άρι αυτοκινητάκι), να κατέβαινε μαζικά στον Πλαταμώνα «για καφέ και ουζάκι», ωστόσο, πολύς κόσμος λάβαινε μέρος και στις «απεργιακές» συγκεντρώσεις.
Τα χρόνια ήταν κρίσιμα. Στην Ελλάδα, πάντα τα χρόνια είναι «κρίσιμα», αφού η χώρα –λόγω μεγέθους- ήταν και είναι ευάλωτη στις παγκόσμιες οικονομικές εξελίξεις. Τότε, ζούσαμε την πρώτη μεγάλη αποβιομηχάνιση. Μεγάλα βιομηχανικά κέντρα όπως ο Βόλος και η Πάτρα, υπέστησαν πανωλεθρίες μεταβαλλόμενες σε βιομηχανικά μουσεία. Φτώχεια, ανεργία και σκυμμένα κεφάλια παντού στις φτωχογειτονιές. Ήταν το πρώτο μεγάλο σοκ. Ακόμη και η Λάρισα, καίτοι «αγροτική περιοχή», μεταξύ 1980 και 1990 μετρούσε χιλιάδες χαμένες θέσεις εργασίας. Βασικά χτυπήθηκαν οι κλωστοϋφαντουργίες της. «ΡΟΚΑ», «ΜΕΚΚΑ», ΤΕΧΕΡΑΝ», «Παπαδημητρίου», ένα προς ένα τα μεγάλα εργοστάσια της περιοχής – δυναμικότητας 600-700 εργατών έκαστο, κατέρρεαν «σαν χάρτινοι πύργοι», μην αντέχοντας να ανταγωνιστούν τα πάμφθηνα χαλιά της Ινδίας που άρχισε να μπαίνει τότε στον παγκόσμιο εμπορικό χάρτη. Κι από κοντά κι άλλα εργοστάσια, όπως τα τσαγκαράδικα των «Ιωαννίδη» και «Δικτόπουλου» (που έχασαν τον πόλεμο από τους Ιταλούς ανταγωνιστές) και, τέλος, η «Χαρτομάζα», η βιομηχανική κορωνίδα της περιοχής με χίλιες τόσες θέσεις εργασίας. Ήταν πια φανερό (αλήθεια, ήταν;) ότι το βιομηχανικό μεταπολεμικό μοντέλο της Ελλάδας που είχε οικοδομηθεί εν πολλοίς επί Παπάγου και Καραμανλή με τα λεφτά του αμερικάνικου «Σχεδίου Μάρσαλ» κατέρρεε. Είχε εξαντλήσει τα όριά του λόγω μεταβολής των παγκόσμιων οικονομικών συνθηκών.
Πώς απαντήσαμε ως κοινωνία σε όλα αυτά τότε; Μα... με τον Νταλάρα. Ο Νταλάρας ήταν που με τα τραγούδια του εξέφραζε τη βασική μας ιδεολογία και πρακτική. Το ΚΚΕ της εποχής, και τα Εργατικά Κέντρα που τότε ήλεγχε, πίστευαν ότι με τις συνεχείς απεργίες και τη χρεοκοπία των εργοστασίων θα άνοιγε ο δρόμος προς τον... σοσιαλισμό. Τα εργοστάσια θα κρατικοποιούνταν, οι εργάτες θα διορίζονταν στο δημόσιο και μια νέα κομμουνιστική κοινωνία, δίκαιη και χωρίς εκμετάλλευση θα ανέτελλε. Ζούσαν κι αυτοί τον μύθο τους. Μετά, το τείχος του Βερολίνου έπεσε. Οι ανά την Ευρώπη Σοβιετίες γκρεμίστηκαν, οι πραγματικοί Αριστεροί είδαν –οδυνηρώ τω τρόπω- τον κόσμο να χάνεται κάτω από τα πόδια τους.
Αλλά το ΚΚΕ δεν κυβερνούσε. Είχε τις αυταπάτες του, εξακολουθούσε να «παίζει» τον πολυκαιρισμένο πια Νταλάρα σε πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις και να προβάλλει μαξιμαλιστικά συνθήματα, αλλά… ως εκεί. Το πραγματικό έγκλημα συντελέστηκε από τους άλλους δυο. Που ενώ έβλεπαν (αλήθεια, έβλεπαν;) την οικονομική κατάρρευση, εξακολουθούσαν την πορεία προς τον γκρεμό. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν η «Θεσσαλική Χαρτοποιία», η «Χαρτομάζα», όπως την ήξερε ο κόσμος. Χρεοκόπησε, τη φορτώθηκε το Κράτος και, συνέχισε να λειτουργεί κάτω από την πίεση βουλευτών και συνδικαλιστών του ΠΑΣΟΚ που, αντί για περιστολές δαπανών, συνέχισαν να... διορίζουν.
Παραλαμβάνοντας όλες αυτές τις «προβληματικές» επιχειρήσεις, ο νεοεκλεγείς τότε Μητσοτάκης (πατήρ) τις έκλεισε ή πούλησε (όσες μπόρεσε) ισοπεδωτικά, μόνο και μόνο για να μην παράγουν ελλείμματα. Μερικές τις έδωσε για ένα κομμάτι ψωμί. Οι νέοι αγοραστές – «αλάνια» της πιάτσας όλοι τους- πρώτα πήραν δάνεια για να τις αγοράσουν και στη συνέχεια, καίτοι δεσμεύτηκαν να τις λειτουργήσουν, πούλησαν εξοπλισμό και ακίνητα και κονόμησαν. Ελλαδάρα μιλάμε…
Κι όμως! Όλο εκείνο τον στραπάτσο κανέναν δεν συνέτισε… Τα δανεικά που ακόμη έρρεαν «κάλυπταν» την ανεργία. Όλα τα σκουπίδια σπρώχτηκαν βιαστικά κάτω από το χαλί. Οι απολυμένοι δούλευαν στην παραοικονομία, η οικοδομή πήγαινε καλά, οι αγρότες έκλειναν δρόμους και κονόμαγαν, οι δημόσιοι αμείβονταν καλά (έως... εξαιρετικά καλά όσοι μιζάρονταν), ο ιδιωτικός τομέας δεν πλήρωνε μία για φόρο, οι Τράπεζες σε παρακαλούσαν για να σε δανειοδοτήσουν... μεραγκλαντάν για όλους. Και μετά ξυπνήσαμε στο... Καστελόριζο. Εκεί που ο Γ. Παπανδρέου ανακοίνωσε τη χρεοκοπία της χώρας. Σημίτης, Καραμανλής (νεότερος), Γ. Παπανδρέου και μαζί τους οι κομματικές νομενκλατούρες ΝΔ και ΠΑΣΟΚ υπέκυψαν εν τέλει στον λαϊκισμό.
Γνωστές ιστορίες.
Πρωτομαγιά 2018 και πάλι… Το ερώτημα δεν είναι πια γιατί υπήρξαμε – τότε- όλοι τόσο τυφλοί. Αλλά γιατί αυτή η εθνική τυφλαμάρα εξακολουθεί να υφίσταται. Μητσοτάκης και Τσίπρας (που είναι το σημερινό δίδυμο κορυφής) αντί να παράγουν πολιτική και να δουν πώς θα κάνουν τον τόπο μια πραγματικά «κανονική χώρα», επιδίδονται σε επικοινωνιακές «ακροβασίες», ο μεν πρώτος για να μας πείσει ότι το πρόβλημα... τελειώνει τον Αύγουστο (δεν τελειώνει), ο δε δεύτερος ότι λύση είναι οι εκλογές (δηλαδή ο ίδιος). Με δυο λόγια αναπαράγουν αμφότεροι τη συνταγή που μας χρεοκόπησε σε μια πιο σύγχρονη βερσιόν.
Πρωτομαγιά 2018… Πάλι συνθήματα, πάλι καταγγελίες, πάλι λόγια λόγια, λόγια.
Και ο μόνος που μοιάζει δικαιωμένος σε βάθος χρόνου είναι ο... Νταλάρας:
«Πάγωσε η τσιμινιέραααα… Κανείς δεν θα περάσει… Κάλλιο να πάμε όλοι μετανάστεεεες…»
Να το ακούς και να ματώνει η καρδιά σου σαν σκέφτεσαι πόσα παιδιά μας πήραν κιόλας για πάντα τις στράτες της ξενιτιάς, υπό τις μεγαλόστομες διακηρύξεις των εκάστοτε πως... «η ανάπτυξη έρχεται»!
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr