Πολλοί θεωρούν ότι αυτή η μέρα είναι μέρα προώθησης της ευαισθητοποίησης της συγκεκριμένης διαφορετικότητας. Στην ουσία αυτή η μέρα έχει ως στόχο να αναπαραγάγει όσα είχαν ειπωθεί τα προηγούμενα χρόνια σε ημερίδες, σεμινάρια και συνέδρια. Όσα λέγονται κάθε χρόνο τη συγκεκριμένη μέρα λέγονται, συνήθως, υπό το πρίσμα του ιατρό-παθολογικού λόγου, ο οποίος εστιάζει κυρίως στις ελλείψεις των ατόμων αυτών σε κάθε τομέα της ανάπτυξής τους. Ελάχιστοι αναφέρονται και επικεντρώνονται στις δυνατότητες που παρουσιάζουν σε διάφορους τομείς τα παιδιά και οι ενήλικες με αυτισμό. Είναι, όμως, πλέον γνωστό πως άνθρωποι με αυτισμό παρουσιάζουν υψηλές ικανότητες τόσο στη ζωγραφική, στη μουσική, στα μαθηματικά, στη γλώσσα όσο και σε άλλους τομείς. Διακρίνονται για τη φοβερή ικανότητά τους να βλέπουν τη λεπτομέρεια που δεν είναι ορατή σε όλους, για την ικανότητά τους να αποστηθίζουν κείμενα, να λειτουργούν σε πολλαπλά επίπεδα ταυτόχρονα κ.λπ.
Η εν λόγω ημέρα, λοιπόν, πολλές φορές δυστυχώς δεν έχει ενταξιακό χαρακτήρα. Με άλλα λόγια, δεν κάνει αναφορά στο γεγονός ότι τα παιδιά και οι ενήλικες με αυτισμό αποτελούν ισότιμα μέλη του σχολικού, κοινωνικού και εργασιακού περιβάλλοντος και ότι έχουν ίσα δικαιώματα με τους άλλους στη ζωή. Κατά συνέπεια, αξίζει να γίνει μια αναφορά στην πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε σήμερα τόσο γενικά στον χώρο της Ειδικής Αγωγής όσο και ειδικά στον αυτισμό. Συγκεκριμένα, εδώ και αρκετά χρόνια η εκπαιδευτική πολιτική για την ενταξιακή εκπαίδευση δεν εφαρμόζεται πλήρως και φαίνεται αυτή να μην ανταποκρίνεται στις ατομικές ανάγκες αυτών των παιδιών. Δεν αποκλείεται και το ενδεχόμενο στα επόμενα χρόνια να φανεί στον ορίζοντα και η εξαφάνιση της Ειδικής Αγωγής από τον χάρτη της Εκπαίδευσης.
Ένα βασικό ερώτημα, που προκύπτει, από την υπάρχουσα κατάσταση είναι γιατί δεν εφαρμόζεται η ενταξιακή εκπαίδευση σήμερα. Ο λόγος είναι προφανής, καθώς δεν υπάρχουν κατάλληλες υλικό-τεχνικές υποδομές, βελτιωμένο Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (ΑΠΣ) και κατάλληλα καταρτισμένοι εκπαιδευτικοί στη θεωρία και πράξη της ενταξιακής εκπαίδευσης και στην αποτελεσματική εκπαίδευση αυτών των μαθητών. Το σχολείο ως μικροσύστημα θεωρεί ότι έχει αποδεχτεί τους μαθητές με αυτισμό. Με ποιον τρόπο, όμως, το έχει κάνει αυτό; Υποτίθεται ότι η αποδοχή προωθείται μέσω των ενταξιακών δομών (Παράλληλη Στήριξη και Τμήματα Ένταξης). Δημοσίευμα της Δρ. Ευδοξίας Ντεροπούλου-Ντέρου πιστοποιεί πως οι ενταξιακές αυτές δομές λειτουργούν ως μέσο προάσπισης της ομαλής λειτουργίας της γενικής εκπαίδευσης από κατασκευασμένους εξωτερικούς (μαθητές με αναπηρία) και εσωτερικούς «εχθρούς» (μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες), οι οποίοι απειλούν τη σταθερότητα του συστήματος.
Μια ακόμη βασική ερώτηση, που προκύπτει, είναι με ποιον τρόπο η Πολιτεία μεριμνεί και αποδέχεται τα άτομα με αυτισμό. Φαίνεται ότι τα τελευταία χρόνια η Πολιτεία επιδεικνύει μια απαράδεκτη συμπεριφορά απέναντι στους ανθρώπους με αυτισμό, καθώς, υιοθετώντας συχνά το ιατρικό μοντέλο, δεν αναπτύσσει σε έναν ικανοποιητικό βαθμό την ενσυναίσθησή της γι’ αυτούς.
Παράλληλα, σκληρές εικόνες και παράλογες πρακτικές αντιμετώπισης των ανθρώπων με αυτισμό, όπως το δέσιμό τους στα κρεβάτια που τους προκαλεί σωματικό και ψυχικό πόνο, γίνονται αντικείμενο προβολής από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Ακόμη, τα ενημερωτικά φυλλάδια και οι αφίσες ενημέρωσης για την παγκόσμια ημέρα του αυτισμού χρησιμοποιούν εκφράσεις που υποδηλώνουν έναν αποκλίνοντα και στερεοτυπικό λόγο. Σε καμία περίπτωση δεν προωθούν τον σεβασμό και την ισότητα. Με βάση το ιατρικό μοντέλο έχουν καταστήσει τον αυτισμό ως την πιο συχνή μορφή διαφορετικότητας στα παιδιά και ως μια ετικέτα η οποία συνεχίζει να υπάρχει στα μεγάλα «ευαγγέλια» των ψυχιάτρων, τα διαγνωστικά εγχειρίδια, ICD και DSM. Έχουν κάνει τον αυτισμό ως το μέσο για χρηματικά κέρδη και φήμης. Κάθε χρόνο δημοσιεύονται πάνω από 50-60 έρευνες. Τα τελευταία 22 χρόνια (1996-2018) έχουν δημοσιευτεί περίπου 900 έρευνες για τον αυτισμό. Στην πλειοψηφία τους όλες αυτές βασίζονται στο ιατρικό μοντέλο και υποβιβάζουν τους ανθρώπους με αυτισμό. Η ψυχιατρική συνεχίζει να προωθεί τον εκπαιδευτικό, κοινωνικό και εργασιακό αποκλεισμό των ανθρώπων με αυτισμό, αφού είναι γνωστό ότι επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό αυτά τα τρία πλαίσια.
Εν κατακλείδι, η επιστήμη σήμερα εξελίσσεται με τατύχατους ρυθμούς κι έχει αποδείξει έμπρακτα πως τα άτομα με αυτισμό μπορούν να επιτύχουν σε πολλούς τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας. Μέσα από την ουσιαστική ευαισθητοποίηση από τους ίδιους τους ανθρώπους με αυτισμό θα μπορέσει να υπάρξει μια αληθινή αποδοχή, μια ουσιαστική κοινωνική ένταξη κι ένας σεβασμός στην προσωπικότητά τους από όλους. Οι αλλαγές, που πρέπει να υλοποιηθούν, τόσο σε επίπεδο μακροσυστήματος (εκπαιδευτική πολιτική) όσο και μικροσυστήματος (σχολική μονάδα), θα μπορέσουν να δώσουν στα παιδιά με αυτισμό αυτό που δικαιωματικά χρειάζονται και θα καταφέρουν να δημιουργήσουν μελλοντικά ολοκληρωμένους και ευτυχισμένους ανθρώπους.
Των Κωνσταντίνου Μαντζίκου, Χριστίνας Λάππα
* Ο Κωνσταντίνος Ν. Μαντζίκος είναι εκπαιδευτικός Π.Ε. 61
* Η Χριστίνα Σ. Λάππα είναι Δρ. Ειδικής Εκπαίδευσης