Ο Τούρκος Κυβερνήτης της περιοχής, για να γίνει αρεστός στο Σουλτάνο, επέβαλε στους χριστιανούς (Έλληνες) κατοίκους αυξημένο χαράτσι. Εξ’αιτίας του υπέρογκου χαρατσιού και της μεγάλης οικονομικής προσφοράς προς τον Σουλτάνο, κάθε χρόνο ο Κυβερνήτης έπαιρνε και μια επιβράβευση από τον κύριό του.
Οι Έλληνες (Χριστιανοί), που ήταν και - ίσως οι μόνοι- δραστήριοι της περιοχής, άρχισαν ένας-ένας να μετακομίζουν σε γειτονικές ή μη περιοχές, όπου η αφαίμαξη δεν ήταν τόσο υψηλού βαθμού (αρκετοί κατάφεραν να φτάσουν και στην Πατρίδα-Ελλάδα, όχι … όμως συνωστιζόμενοι (sic) στην παραλία της Σμύρνης!)’
Αποτέλεσμα αυτής της μετοίκισης ήταν να παραμείνουν σχεδόν μόνο οι μη χριστιανοί. Η απόδοση των χαρατσιών μειώθηκε σημαντικά και ο Κυβερνήτης μείωσε σημαντικά (σχεδόν εκμηδένισε) την προσφορά στο Σουλτάνο, ο οποίος νομίζοντας ότι ο Κυβερνήτης τον «κλέβει», τον κατάργησε.’Όταν πρόβαλε τη δικαιολογία ότι οι απομείναντες Γκιαούρηδες δεν είχαν πια τίποτε να προσφέρουν (είχαν ξεζουμιστεί), ο Αφέντης ’διέταξε να τον φυλακίσουν (χωρίς ποτέ να γίνει γνωστή η τύχη του).’Έπρεπε να τους φορολογεί, πολύ υπέρογκα, που όμως να τους επιτρέπει απλά να … (φυτο) ζοούν ώστε ο ελληνικός πληθυσμός να μην νιώθει την ανάγκη μετανάστευσης….
Δεν μπορώ να καταλάβω πώς τόλμησε η …“Politique Internationale” (γαλλικών –που το ’είδαν’ διεθνών;- συμφερόντων) να απονείμει «βραβείο πολιτικού σθένους» σε έναν από τους ηγέτες ενός κράτους, που μαζί με τους προηγούμενους, κατάντησαν τη χώρα τους μια απέραντη έρημο παραγωγικότητας. Το θράσος των φίλων μας είναι απέραντο, όταν το βραβείο αυτό προσφέρθηκε με το αιτιολογικό ότι ο βραβευόμενος «είχε το κουράγιο να πάρει αποφάσεις προς όφελος της Ελλάδας και της Ευρώπης».
Αν ήταν ειλικρινής και ήθελε να πει αλήθεια, θα έπρεπε να τονίσει «προς όφελος της Ευρώπης με, υπέρ το δέον, θυσία της Ελλάδος». Μπορεί πιθανόν να βλέπουν ότι ο Έλληνας δεν πέθανε ακόμα μετά την τόση πίεση που υπέστη και υφίσταται, γιατί κρίνουν με καθαρά δικά τους κριτήρια. Αν, ό,τι υπέστη η Ελλάδα μας, το είχε υποστεί ένα από τα μεγάλα, τα ισχυρά οικονομικά, κράτη, θα είχε εξαφανισθεί από προσώπου της Γης.
Ο Έλληνας , που άντεξε και αντέχει τις καταπιέσεις αυτές το πετυχαίνει, εκτός των άλλων, γιατί έμαθε (τουλάχιστο η γενιά των –ηντα) από μικρός να αποταμιεύει. (Υπάρχουν πλείστα όσα βραβεία και επαγγελματικές επιτυχίες, που ξεκίνησαν από μια έκθεση ιδεών στα μαθητικά θρανία με θέμα την αποταμίευση). Οι φίλοι μας, οι Ευρωπαίοι, δεν πολύ-γνωρίζουν στην πράξη την έννοια της αποταμίευσης.
Κι αυτό γιατί το γενικό κλίμα και η μακρόχρονη δουλεία, μας δίδαξαν να κρατάμε πάντοτε μια … «πισινή».’Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι οι Ελληνικές τράπεζες, όσο καιρό ήταν εύρωστες, λειτουργούσαν σχεδόν μόνο από τις καταθέσεις των Ελλήνων μικροκαταθετών. Απόδειξη αυτού είναι ο καταποντισμός τους, όταν οι πολιτικοί μας, γηγενείς και αλλότριοι, κατάφεραν, ώστε ο’απλός Έλληνας να στερείται και των στοιχειωδών οικονομικών δυνατοτήτων. Γεγονός που ούτε ως όνειρο μπορεί να σκεφθεί την αποταμίευση.
Αντίθετα οι βόρειοι λαοί, ψυχροί στη φύση τους, ποτέ ή σχεδόν ποτέ, δεν λειτούργησαν, με αποταμιευτική διάθεση, για το μέλλον τους και κυρίως το μέλλον των παιδιών τους. Αυτή ίσως είναι η διαφορά μας, που δεν καταλαβαίνουν οι «φίλοι» μας ευρωπαίοι και πιστεύουν ότι αυτοί μας… συντηρούν!
Του κ. Αλέξ. Ν. Λαζαρίδη
(*) Ο κ. Αλέξ. Ν. Λαζαρίδης είναι τ. καθηγητής ΤΕΙ, a.lazaridi@yahoo.fr