Δεν ξέρω αν οι σύγχρονοι ξερόλες, οι εξ επαγγέλματος αμφισβητίες, οι εκσυγχρονιστές και οι αρνητές των πάντων άφησαν έξω από τη διαβρωτική τους μανία, τον μέγιστο των Ελλήνων ηρωισμό, την ηρωική πράξη, την έξοδο του Μεσολογγίου.
Η Έξοδος αυτή αποτελεί τον μεγαλύτερο λαμπυρίζοντα αδάμαντα, της Επανάστασης του 1821.
Γιατί περισσότερο από κάθε άλλο γεγονός, συμπυκνώνει τον βαθύ έρωτα για τη λευτεριά και την ολοκληρωτική θυσία για την Εθνική μας Ανεξαρτησία.
Το Μεσολόγγι χερσαίος, αλλά και θαλάσσιος προμαχώνας, του ξεσηκωμένου γένους, γίνεται κάρφος οφθαλμού και κόκκινο πανί για τις ορδές των Τούρκων. Πολλές φορές επιχείρησαν ν' αλώσουν την Πόλη, αλλά μάταια. Πάντα η πίστη στο Θεό και την Πατρίδα, απωθούσαν τα βάρβαρα στίφη. Ο Κιουταχής και ο Ομέρ Βρυώνης με χιλιάδες στρατό, κουρέλιασαν την αξιοπρέπειά τους, παρά τη ρητή εντολή της Πύλης: «Την πόλιν ή την κεφαλήν σας».
Ετούτη όμως τη φορά, οι πολιορκημένοι δείχνουν σημάδια κάμψης, έπειτα από πολύχρονη ασφυκτική πολιορκία. Αποκλεισμένοι από ξηρά και θάλασσα. Στερημένοι από τροφές και νερό. Αποδεκατισμένοι από τους συνεχείς Τούρκικους βομβαρδισμούς. Λαβωμένοι από την εγκατάλειψη της Κυβέρνησης. Έξη χιλιάδες μαχητές, απέναντι σε 15000 Τούρκικο ασκέρι.
Οι Τούρκοι διέβλεπαν τα προβλήματα των πολιορκημένων, αλλά δεν μπορούσαν να τους κάμψουν. Πολλές φορές προσπάθησαν να συνάψουν μια συνθήκη. Να τους ξεγελάσουν. Να τους φοβίσουν. Αλλά οι θαρραλέοι ξεμύτιζαν από τις ντάμκες τους και τους προμαχώνες και θέριζαν τον εχθρό. Στις προτάσεις να παραδοθούν απαντούσαν σαν άλλοι Σπαρτιάτες. «Τα κλειδιά της πόλης μας είναι κρεμασμένα στις μπούκες των κανονιών μας. Ελάτε να τα πάρετε». Αλλά η φθορά ήταν συνεχής και μεγάλη. Κάθε ελπίδα βοήθειας από ξηρά ή θάλασσα, απέλειπε. Ημέρες φόβου, αγωνίας και απελπισίας. Οι Κυβερνήτες μας στο Ναύπλιο κατατρύχονταν από δισταχτικές τάσεις, ίντριγκες και φιλαρχίες. Είχαν ξεχάσει τον χειμαζόμενο λαό. Τον ψυχορραγούντα συνέλληνα του Μεσολογγίου. Όπως άλλωστε γίνεται πάντοτε.
Από μία επιστολή του Μάγιερ, μαθαίνουμε πως: «Τρεφόμεθα με ακάθαρτα ζώα. Υποφέρομεν φριχτά από πείναν, δίψαν και διαφόρους ασθένειας. 1500 αδελφοί μας έχουν ήδη αποθάνει. Πάνω από 100 χιλ. βόμβες κατέστρεψαν προμαχώνες και οικίες. Παρά ταύτα παραμένει αξιοθαύμαστον το θάρρος και το φρόνημα της φρουράς. Εις ολίγας ημέρας όλοι οι μαχητές θα είναι σκιαί μαρτύρων, ενώπιον του Θεού, αλλά και της αδιαφορίας του Χριστιανικού κόσμου. Ζώμεν τας τελευταίας μας ημέρας. Τρεφόμεθα με γάτας και σκύλους Η γη άνυδρη και ξηραμένη. Με φύκια επιζώμεν. Ετελείωσαν τα ποντίκια και τα βατράχια εξέλιπον λόγω λειψυδρίας...»
Ας διαβάσουν οι σύγχρονοι Έλληνες τούτη την απεγνωσμένη κραυγή, για να μην ξεχνούν το χρέος προς εκείνους.
Η ηρωική Έξοδος αποφασίστηκε για τη νύχτα του Σαββάτου της 10ης Απριλίου του 1826. Της ηρωικής Εξόδου προηγείται ομόφωνη λαϊκή απόφαση. Να ένα συγκινητικό κομμάτι, που πολλοί ίσως το αγνοούν. «Εν ονόματι της Αγίας Τριάδος (...) ότι εκπληρώσαμε το χρέος μας ως πιστοί στρατιώτες της πατρίδος μας εις την στενήν πολιορκίαν ταύτης και ότι εάν μίαν ημέραν υπομείνομεν περισσότερον θέλουμε αποθάνει όρθιοι εις τους δρόμους όλοι. Θεωρούντες εκ του άλλου, ότι μας εξέλιπεν πάσα ελπίς βοήθειας και προμήθειας, από θαλάσσης και ξηράς, ώστε να δυνηθώμεν να βαστάζωμεν, ενώ είμαστε νικηταί του εχθρού αποφασίσαμεν ομοφώνως. Η Έξοδος να γίνει βράδυ εις τα δύο ώρας της νυκτός της 10ηζ Απριλίου, ημέραν Σάββατον και αξημέρωτα των Βαΐων ή έλθη ή δεν έλθη βοήθεια».
Οδηγίες δόθηκαν σε μαχητές και φαμελίτες, για την Έξοδο. Με εντολή της εξουσίας, πριν ξεκινήσουν έδιναν αφιόνι στα παιδάκια για να αποκλείσουν τα κλάματα, που θα πρόδιδαν την έξοδο. Ο Επίσκοπος Ιωσήφ κοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων 2.000 άτομα. Στιγμές τραγικές. Συγκλονιστικές. Βαριά κι ασήκωτη εκείνη η νύχτα. Οι Πύλες εξόδου άνοιξαν. Οι Τούρκοι όμως ενημερωμένοι από έναν Βούλγαρο προδότη, πέφτουν με λύσσα επάνω τους και τους πετσοκοφτούν. Μια φωνή ακούστηκε τότε: «Πίσω, πίσω, στα κανόνια». Η σύγχυση φέρνει την τελική καταστροφή. Άλλοι ορμούν να διαφύγουν. Άλλοι υποχωρούν, σε μια πόλη που καίγεται από τις ανατινάξεις της πυριτιδαποθήκης του Καψάλη. Η πόλη πνίγεται στο αίμα.
Κεφαλαίς απελπισμένες
με τα μάτια ανοιχτά
κατά τ' άστρα σηκωμένες
για την ύστερη φορά.
(Δ. Σολωμός)
Στη Έξοδο σκοτωθήκαν 1.500 Έλληνες και 5.000 Τούρκοι. Όσες γυναίκες σώθηκαν πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα.
Στο εξωτερικό, αναθέρμανε το φιλελληνικό κίνημα. Αφυπνίστηκαν οι Ευρωπαίοι. Παράλληλα πολλοί ποιητές, γλύπτες και ζωγράφοι, όπως ο Δ. Σολωμός, η Δημοτική Μούσα, ο Ουγκώ, ο Ντελακρουά, ο Γκαίτε κ.ά. αποθανάτισαν με τα έργα τους τη δόξα του Μεσολογγίου.
Ας μείνει η ημέρα αυτή, ανεξίτηλη στη μνήμη των Ελλήνων. Είναι το μικρότερο χρέος για το αίμα που εκείνοι έχυσαν για μας.
Από τον Κων/νο Παπακωνσταντίνου