Τα ηθικά συστήματα επί της ουσίας πρεσβεύουν τον τύπο ενός πρακτικού βίου καθ’ όλα άξιου και δεοντολογικού, επειδή με τη δύναμη που προσφέρει το καθαρό λογικό απλώς μπορούν να τον σκεφτούν. Άλλο όμως αυτό που μπορούμε να σκεφτούμε (ιδεαλισμός), και άλλο αυτό που μπορούμε να πράξουμε. Τρανό παράδειγμα το «αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν», τη στιγμή που η ύπαρξη του ατόμου, το «είναι» του δηλαδή, προηγείται σαν ικανή και αναγκαία συνθήκη της γέννησης και ανέλιξης κάθε ιδεαλιστικής αναζήτησης. Οι όποιες εξαιρέσεις αναφέρονται οφείλονται στον παρορμητισμό του θυμικού, και όχι στην ορθολογιστική ανάλυση. Το λογικό λοιπόν μπορεί να συλλάβει το ιδεατό, ο πρακτικός όμως βίος βρίσκεται σε συγκεκριμένη αξιολογική βαθμίδα κάθε στιγμή. Στην οργανωμένη κοινωνία σαφώς παρατηρούνται οι επιβαλλόμενες νόρμες μέσω των νόμων, οι οποίες όμως διακρίνονται από πειθαναγκασμό και ενδεχόμενη τιμωρία για να σταθούν λειτουργικά, αλλά και αποτρεπτικά. Δεν προκύπτει δηλαδή αβίαστα η συναντίληψη, η συνείδηση ακέραια της έννοιας της ηθικής με έναν ορισμό αυτούσιο, ο οποίος να αντέχει στην βάσανο του ορθού λόγου. Ρέει θα έλεγα το νόημά της, καθώς η έννοια της λέξης συνείδηση προσδιορίζει τις επικρατούσες αντιλήψεις ενός οργανωμένου πλήθους ανθρώπων κάθε φορά στον εκάστοτε χρόνο.
Μπορούμε να σταθούμε στις δύο κατά τη γνώμη μου μεγαλύτερες προσπάθειες εμπέδωσης της ηθικής στους ανθρώπους, σαν χαρακτηριστικό γνώρισμα της αυτοσυνείδητης λειτουργίας των, και αυτές αναφέρονται η μεν πρώτη ως «πολιτεία του Πλάτωνος» και η δεύτερη ως «Χριστιανισμός». Με μία δόση απλοποίησης του συλλογισμού μπορούμε να διακρίνουμε στο βίο μας τον λογικό νου και τον πρακτικό αντίστοιχο. Ο μεν πρώτος αφού υποτάξει τις αισθήσεις και τις τακτοποιήσει σε νόμους, τότε ο πρακτικός νους φέρνει μπροστά τα διαφορετικά πάθη του Εγώ σαν ηθικά αιτήματα. Στον μεν Πλάτωνα την λειτουργικότητα της Πολιτείας του συνόλου των πολιτών της την διέκριναν ομόκεντροι επάλληλοι κύκλοι, ανάλογοι των προσόντων που χαρακτήριζαν τις διάφορες τάξεις των. Αντιθέτως στον χριστιανισμό και από το ιστορικό πρόσωπο του Χριστού έλαβε χώρα μια τομή στην ιστορία, και από κυκλική έγινε ευθύγραμμη και εξηγούμαι.
Στον καιρό της κλασσικής Αθήνας ιδίως ήταν άκρως απαραίτητη η συμμετοχή των πολιτών της σε όλο το φάσμα λειτουργίας της δημοκρατίας. Αντιθέτως στην αυτοκρατορία της Ρώμης έπαυσε εν καιρώ η έννοια της συμμετοχής των υπηκόων της πλέον στις λειτουργίες και αποφάσεις της διακυβέρνησης, και ως επί το πλείστον ο πληθυσμός της αποτελείτο από μαζανθρώπους. Μοναδικό τους μέλημα ήταν η το δυνατόν λιγότερο δύσκολη επιβίωσή τους, και η παρηγοριά τους ακούμπησε με μεταφυσικό τρόπο σε μία άλλη ζωή μεταθανάτια. Εύκολα λοιπόν κυριάρχησε ο λόγος του Χριστού και του χριστιανισμού μετέπειτα, ιδίως στους πληβείους, με δύο υποσχέσεις που ήσαν πρώτον η ισότητα όλων και δεύτερον η ανάσταση των νεκρών στην Δευτέρα Παρουσία! Το τελευταίο ήταν και η ειδοποιός διαφορά που στέριωσε και διέδωσε την καινούργια διδασκαλία για να μην παραμείνει απλώς μια αίρεση του Εβραϊσμού. «Αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν» λοιπόν και όχι «οδόντα αντί οδόντος και σιαγόνα αντί σιαγόνας».
Όπως όμως προαναφέρθηκε ο πρακτικός βίος έρχεται με μια κοπτοραπτική διάθεση και διαμορφώνει τα διάφορα ηθικά συστήματα. Έτσι στο μεν χριστιανισμό εξαφανίστηκαν γρήγορα τα κοινόβια και τα κοινά συσσίτια, στον δε Πλάτωνα έμελλε να πουληθεί ως δούλος στην δεύτερη προσπάθεια δημιουργίας της ιδανικής πολιτείας στην Μεγάλη Ελλάδα! Επιπρόσθετα προκειμένου να επιβάλλει τη δική της ορισμένη αλήθεια της η θρησκεία, αμέσως χρησιμοποιεί το δόγμα των όποιων δέκα εντολών της, ενώ η ελευθερία επιλογής των πιστών της είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη αν δεν θέλει να αποκοπεί από το ποίμνιό της.
Να ξεκαθαρίσουμε ότι οι κανόνες διαβίωσης των ανθρώπων ενός συνόλου είναι άκρως απαραίτητοι για την εύρυθμη λειτουργία του, και για τον Καίσαρα, και για τον καισαρισμό των θρησκειών. Η ίδια η ελευθερία δεν είναι μια στατική έννοια, γιατί κάθε φορά στο κάθε άτομο και στην κάθε κοινωνία κατ’ επέκταση, μπαίνει ορισμένος σκοπός στη ζωή, και η ελευθερία κτίζεται στον όποιο βαθμό με τη λειτουργία μας. Ελεύθερος ο άνθρωπος γίνεται με το βίο του και όχι όταν συλλαμβάνει με ιδεατό τρόπο την ποιότητα και το μέγεθός της.
Πάντα θα αντιπαλεύει το αρχέγονο ένστικτο της υπερσυντήρησης του Εγώ του ανθρώπου τον όμορφο κοπιαστικό αγώνα της ζωής του.
Από τον Παύλο Γιατσάκη