Με το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο να αποτελεί παρελθόν και την Ευρώπη να εξέρχεται από αυτόν βαριά πληγωμένη και διχασμένη, εμφανίσθηκαν οι πρώτες ιδέες ενοποίησης των βασιζόμενων στην εθνική κυριαρχία κρατών αποσκοπώντας φυσικά στην αποφυγή ανάπτυξης ιδεολογιών παρόμοιων με εκείνες που έσυραν την Ευρώπη στην καταστροφή και τον όλεθρο. Βέβαια το όραμα για τη δημιουργία μιας ενιαίας ευρωπαϊκής οικογένειας προϋπήρχε του εξαετούς πολέμου.
Η ιδέα λοιπόν της ενωμένης Ευρώπης απέκτησε «σάρκα και οστά» με τη «γέννηση» της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα το 1951 αλλά και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενεργείας και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας με την υπογραφή της Συνθήκης της Ρώμης το 1957. Με τον τρόπο αυτό, η Γαλλία και η Γερμανία, οι θανάσιμοι εχθροί των δύο παγκοσμίων πολέμων, τοποθετήθηκαν, για πρώτη φορά στην πορεία της ιστορίας, στο ίδιο στρατόπεδο πραγματοποιώντας το πρώτο βήμα για την επέλευση της σταθερότητας. Οι τρεις παραπάνω κοινότητες συγχωνεύτηκαν το 1965 στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα, η οποία το 1993 μετονομάστηκε, με τη θέση σε ισχύ της Συνθήκης του Μάαστριχτ, σε Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση λοιπόν, στα χρόνια που ακολούθησαν το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, προσπάθησε και σε μεγάλο βαθμό κατόρθωσε, παρά τα εμπόδια που έθεσαν στο δρόμο της οι διάφορες εσωτερικές κρίσεις αλλά και ο Ψυχρός πόλεμος -εμπόδια που εν μέρει ξεπεράστηκαν με την πτώση του τείχους του Βερολίνου και την επανένωση της Γερμανίας - όχι μόνο να επιβιώσει και να συνεχίσει ακάθεκτη την πορεία της αλλά και να καταστήσει την ειρήνη ως το ύψιστο και ζωτικής σημασίας αγαθό που χρήζει προστασίας με κάθε ένδικο μέσο. Αυτό άλλωστε υποδηλώνει και η βράβευσή της με το Νόμπελ Ειρήνης το 2012 για τη συνεισφορά, επί 6 και πλέον δεκαετίες, στην προαγωγή της ειρήνης και της συμφιλίωσης, της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη.
Παρά όμως τα τεράστια άλματα που πραγματοποίησε σε όλα τα επίπεδα, κατορθώνοντας να αποστασιοποιηθεί από τις εμπόλεμες συρράξεις και να διατηρήσει στη λήθη του χρόνου τις εκατόμβες νεκρών που άφησαν στο πέρασμά τους οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι, η ιστορία «χτύπησε ξανά την πόρτα της Ευρώπης».
Έξι δεκαετίες μετά την ένωσή της και την υλοποίηση των ιδεών χιλιάδων οραματιστών βρίσκεται αντιμέτωπη με μία νέα πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που διαμορφώνεται μέρα με τη μέρα τα τελευταία χρόνια εξαιτίας αφενός της προσφυγικής κρίσης, αφήνοντας την Ευρώπη να βιώσει τη μεγαλύτερη μαζική μετακίνηση ανθρώπων μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, αφετέρου δε της συνεπακόλουθης επικίνδυνης ανόδου της δημοτικότητας ακραίων ιδεολογιών, ιδεολογιών που δίχασαν, «έσπειραν» το φόβο και το μίσος και εν τέλει αιματοκύλησαν τη Γηραιά Ήπειρο τους προηγούμενους αιώνες. Μια πραγματικότητα που βυθίζει το ευρωπαϊκό ιδεώδες όλο και περισσότερο σε μία αέναη πάλη μεταξύ ενός ντροπιαστικού παρελθόντος και ενός αβέβαιου μέλλοντος επιβεβαιώνοντας την διαπίστωση του πρώην Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρυ Κίσινγκερ, πως «η Ευρώπη βρίσκεται μετεωριζόμενη ανάμεσα σε ένα παρελθόν το οποίο επιθυμεί να ξεπεράσει και σε ένα μέλλον το οποίο δεν έχει ακόμη διαμορφώσει».
Με το ενδεχόμενο της διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης να φαντάζει πιο πιθανό από ποτέ – με αρκετές χώρες να τοποθετούνται ανοιχτά υπέρ της αποχώρησής τους από αυτή – εύλογα «γεννιέται» σε όλους μας ενδόμυχα το εξής δυσεπίλυτο και καίριο ερώτημα: Δύναται η Ευρωπαϊκή Ένωση να επαναπροσδιορίσει τις θέσεις της, να παραμερίσει τα διχαστικά κελεύσματα λαϊκιστών και δημαγωγών και να φέρει εις πέρας τον απαιτητικό ρόλο που επιτάσσει η νέα τάξη πραγμάτων; Ας καθορίσουμε το μέλλον μας... Χρόνια πολλά Ευρώπη!
Του Αναστάσιου Καραχριστιανίδη,
φοιτητή Νομικής στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου