Στέκονταν ψηλά… Άλλοι αγέρωχοι, με στυλ ηγεμονικό… Άλλοι πάλι, ταλαίπωροι και ασταθείς, αγκομαχούσαν και πάσχιζαν ν’ ανέβουν στον ουρανό ή να κρατηθούν στα ψηλά. Τους χαρταετούς «αμολάνε» συνήθως οι «χαζομπαμπάδες» όλης της επικράτειας που θέλουν, αυτήν την ημέρα, να προσφέρουν στα παιδιά τους αυτή τη συναρπαστική εμπειρία. Και τα παιδιά «τρελαίνονται». Χτυπούν τα χέρια τους από ενθουσιασμό και ξεφωνίζουν. Γιατί είναι πράγματι συναρπαστικό να ελέγχεις από το έδαφος ένα κομμάτι χαρτί, που έχει σχεδόν χαθεί στον ουρανό. Να ξετυλίγεις το σχοινί και να φεύγει ακόμη πιο ψηλά, μετά να τον μαζεύεις και αυτός να υποτάσσεται… Νιώθεις έτσι κυρίαρχος, παντοδύναμος. Γίνεσαι σχεδόν αλαζόνας. Μέχρι να κοπάσει ο άνεμος, ή απλώς να αλλάξει φορά και να χάσεις τον έλεγχο. Τότε ο αετός παίρνει την κατιούσα… Καμιά φορά καταλήγει στη θάλασσα, σε κάποιο ψηλό δένδρο ή στα σύρματα της ΔΕΗ. Η φύση έρχεται έτσι να σου θυμίσει ότι τα όριά σου ως ανθρώπου είναι πεπερασμένα. Και πως όλο και κάποια δύναμη ανώτερη υπάρχει από σένα, πες τον Θεό, πες τον Αίολο, που θα σε κάνει να σκέφτεσαι πιο ταπεινά.
Ο Αποστόλης τρελαινόταν για χαρταετούς. Τρελαινόταν γενικά με τα ύψη. Πολλές φορές μας ρωτούσε – εμένα και τον πατέρα του- γιατί δεν τους πετούσαμε πιο τακτικά, παρά μονάχα περιμέναμε την Καθαρά Δευτέρα… «Έτσι είναι το έθιμο βρε Αποστόλη μου…» του λέγαμε κι εκείνος, αρνούμενος να το δεχτεί, έλεγε πεισματικά πως αυτός θα αμολούσε τον αετό του όποτε ήθελε. Ευτυχώς μετά το ξεχνούσε και η συζήτηση σταματούσε εκεί. Αλλά το μυαλό του πάντα εκεί… Στα… πετάματα. Το παιδί είχε γίνει άσος στις… χάρτινες σαΐτες, που κατασκεύαζε από φύλλα τετραδίου και τις οποίες είχε τελειοποιήσει επιτυγχάνοντας πτήσεις μεγάλου βεληνεκούς, ενώ η συλλογή του από συναρμολογούμενα αεροπλανάκια είχε αρχίσει να γίνεται πλέον αξιοπρόσεκτη. Στο σπίτι είχαν γεμίσει τα πάντα, ράφια, βιβλιοθήκες, γραφεία από αερομοντέλα πάσης φύσεως, καθώς όλοι, γνωρίζοντας το πάθος του, δεν του χάριζαν παρά αεροπλανάκια…
Κατέληξε έτσι στη Σχολή Ικάρων… Όταν το ανακοίνωσε στον πατέρα του, εκείνος θορυβήθηκε… «Τι να πω; Είπα, είπα, δεν μ’ ακούει…» - έλεγε ο πατέρας του καθώς πίναμε καφέ… «Εντάξει, δεν λέω, μόνιμη δουλειά είναι, του αρέσει, αλλά πώς να ζω κάθε μέρα με τον φόβο;. Κι έχω και τη Στέλλα… Έπεσε να πεθάνει… Του είπε, αφού θες Αεροπορία βρε παιδάκι μου, διάλεξε καμιά ειδικότητα εδάφους…». Δεν άκουσε κανέναν… Είχε ριφθεί ο κύβος. Χρόνια πριν. Απλά οι γονείς του το είχαν ταξινομήσει μέσα τους σαν ένα παιδικό πείσμα που θα περνούσε με τον καιρό.
Τον καμαρώνουν τώρα… Ο πατέρας του μου δείχνει κάθε τόσο φωτογραφίες του Αποστόλη με τη φόρμα του ιπτάμενου, τις οποίες έχει αποθηκευμένες στο κινητό του. Μέσα στην καμπίνα, στην κλασική στάση με το χέρι να σχηματίζει το «V», το σημείο της νίκης. Πάνω στη σκάλα του «F – 16», με την κάσκα, χωρίς την κάσκα, με συναδέλφους μπροστά στο αεροπλάνο, φωτογραφίες απ’ όλες τις φάσεις της δουλειάς. Η ανησυχία με τον καιρό έχει γίνει συνήθεια, οι αρχικοί φόβοι υποχώρησαν… Ξέρει ότι ο «πιτσιρικάς» - έτσι τον λέει ακόμη τον … σμηναγό- είναι κάθε τόσο σε αποστολές στο Αιγαίο και πως κυνηγιέται με τους Τούρκους «πιτσιρικάδες» που στέλνει εκεί η αλαζονεία και η λύσσα που έχει πιάσει τον Ερντογάν, και τον ζώνουν πάλι τα φίδια. Προσπαθεί να μην το πολυσκέφτεται, άλλωστε, όπως ο ίδιος ο σμηναγός τού έχει πει «πατέρα αυτά όλα είναι ρουτίνα…» αλλά πάλι πώς; Αν οι αναλύσεις για αυξημένη προκλητικότητα των Τούρκων στο Αιγαίο το τελευταίο διάστημα είναι για όλους εμάς αφορμή για μια φευγαλέα ανησυχία θεωρητικού τύπου, για κείνον είναι μια ανησυχία απολύτως χειροπιαστή…
- Τις προάλλες, μου έλεγε ο φίλος μου, είχαν βραδινές ασκήσεις… Τίποτε το έκτακτο, προγραμματισμένο ήταν. Όσο κι αν γι’ αυτούς είναι συνηθισμένο, εγώ τρελαίνομαι. Όχι, κάτσε και σκέψου σε παρακαλώ. Μπαίνεις μόνος σου σε ένα κουβούκλιο όπου δεν μπορείς καλά – καλά να κουνηθείς, δεμένος από παντού, με τη μάσκα στο στόμα να μην μπορείς να ανασάνεις και με το αεροπλάνο, τα παλιοσίδερα δηλαδή, σηκώνεσαι και χάνεσαι μέσα στο σκοτάδι με τρομακτικές ταχύτητες… Πού πας, πού βρίσκεσαι μόνο από τα ηλεκτρονικά συστήματα ξέρεις. Επαφή οπτική καμιά. Φοβερό; Φοβερό… Πόσο μάλλον να εμπλακείς και σε αερομαχίες…
Κατανοητή η ανησυχία… Όσο και αν η ελληνική πλευρά το παίζει ψύχραιμη και υποβαθμίζει την ένταση που υπάρχει και πάλι στο Αιγαίο και ειδικότερα στα Ίμια, ο καθένας αντιλαμβάνεται ότι κάτι τρέχει εκεί. Μανούλες στην προβοκάτσια οι στρατιωτικοί της γείτονος έχουν στήσει και πάλι παγίδες και σκηνικά… Ο φόβος πολλών ότι το επόμενο διάστημα τα γεγονότα θα είναι καλπάζουσας μορφής δεν είναι εντελώς αβάσιμος… Ο Θεός (και ο Αλλάχ) να δώσουν να διαψευστούμε...
Καθαρά Δευτέρα, κάπου στα παράλια της Λάρισας… Κάμποσοι χαρταετοί λικνίζονται, αρκετοί έχουν κιόλας προλάβει ν’ ανέβουν ψηλά… Στέκονται πάνω από το Αιγαίο σαν αγέρωχοι βιγλάτορες, το βλέπουν και το χαιρετούν… Το βοριαδάκι που φυσάει τους στέλνει ακόμη πιο ψηλά. Οι μπαμπάδες αμολάνε την καλούμπα και τα μικρά παιδιά ξεφωνίζουν χαρούμενα …
Είμαστε πάλι με τον φίλο μου. Απολαμβάνουμε πάντα τον καφέ μας. Δεν μιλάμε, αλλά είναι βέβαιο ότι το μυαλό μας γυρίζει σε κάτι παλιές Καθαροδευτέρες, όχι και τόσο μακρινές.
- Θυμάσαι;
Γέλασε... «Εσύ τι λες; Να μην θυμάμαι; Μεράκι που τους είχε όμως ο μπαγάσας τους αετούς ε;»...
ΑΛΕΞΗΣ ΚΑΛΕΣΗΣ
alexiskalessis@yahoo.gr