Η αύξηση του ΑΕΠ πριν από την κρίση ήταν το αποτέλεσμα της κατανάλωσης που χρηματοδοτήθηκε από τον ανεξέλεγκτο δημόσιο και ιδιωτικό δανεισμό. Ήταν αναπόφευκτο ότι τη στιγμή που θα έσκαγε η «φούσκα» του δανεισμού θα χανόταν ένα σημαντικό μέρος από αυτήν την αύξηση του ΑΕΠ. Μέρος του ΑΕΠ που χάθηκε και των θέσεων εργασίας που καταστράφηκαν, θα μπορούσε να είχε διασωθεί αν από το 2010 και μετά υπήρχαν ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις για τις αναγκαίες αλλαγές στην οικονομία, στη δημόσια διοίκηση, στη λειτουργία των θεσμών.
Συνοψίζω τις εκτιμήσεις μου για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας με τις παρακάτω τρεις επισημάνσεις.
Η Ελλάδα σήμερα έχει αντιμετωπίσει τα προβλήματα με τα δημοσιονομικά ελλείμματα και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Παραμένει όμως δέσμια του μεγάλου δημόσιου και ιδιωτικού χρέους. Η αποτελεσματική αντιμετώπισή τους και ιδιαίτερα των «κόκκινων» δανείων θα καθορίσει σε σημαντικό βαθμό τη μελλοντική πορεία της οικονομίας.
Η αναδιάρθρωση του παραγωγικού προτύπου έχει ξεκινήσει, αλλά γίνεται με αργούς ρυθμούς. Χρειάζονται να εισρεύσουν στην οικονομία πολλά κεφάλαια για επενδύσεις, άνω των 80 δισ. στην επόμενη τριετία, ώστε να αποκατασταθεί μέρος του παραγωγικού ιστού που καταστράφηκε στην κρίση. Για να έρθουν στην Ελλάδα τα κεφάλαια αυτά χρειάζεται σταθερό πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.
Μετά την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου η κυβέρνηση δείχνει να μην κατανοεί τις αρνητικές επιπτώσεις για τους πολίτες και την οικονομία από την παρατεταμένη αβεβαιότητα. Καθυστερεί συνεχώς την ολοκλήρωση των αξιολογήσεων, με αποτέλεσμα να μετατίθεται η συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και η έξοδος στις αγορές.
Έτσι, ανοίγει το ενδεχόμενο προσφυγής σε τέταρτο μνημόνιο, χωρίς να είναι δεδομένη η βούληση των δανειστών ως προς το θέμα αυτό. Αυτή η αβεβαιότητα επαναφέρει στη δημόσια συζήτηση το ενδεχόμενο του Grexit -που ισοδυναμεί με «Βενεζουελοποίηση» της οικονομίας και εξαθλίωση των πλέον αδύναμων κοινωνικά στρωμάτων - απομακρύνει την προοπτική επιστροφής καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα.
Εξαιτίας της αβεβαιότητας οι δυνητικοί επενδυτές δεν επενδύουν και περιμένουν να δουν ποια θα είναι η κατάληξη των συνομιλιών. Αυτό δυσκολεύει την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Για να βγει η χώρα από αυτόν τον φαύλο κύκλο και να ξεκινήσει μια πορεία βιώσιμης ανάπτυξης πρέπει η κυβέρνηση να προχωρήσει σε κλείσιμο της αξιολόγησης διασφαλίζοντας χαμηλότερο στόχο για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Να προχωρήσει σε θεσμικές αλλαγές στη λειτουργία της δικαιοσύνης, του πολιτικού συστήματος, στο φορολογικό σύστημα, στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών, στην παιδεία και στη δημόσια διοίκηση.
Έτσι η χώρα θα προσελκύσει επενδύσεις, θα δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας με ικανοποιητικές αμοιβές και θα βγουν από τη φτώχεια στρώματα που κτυπήθηκαν από την κρίση. Θα πολλαπλασιαστούν τα μεσαία κοινωνικά στρώματα.
Αυτή είναι η ιστορική υποχρέωση της κυβέρνησης έναντι των πολιτών και ιδιαίτερα της νεότερης γενιάς και καλείται να την αναλάβει εγκαταλείποντας τις ιδεοληψίες που εμποδίζουν την έξοδο της χώρας από την κρίση.
* Tου Φίλιππου Σαχινίδη, πρώην υπουργού