Από τον Βασίλη Πλατή
Η αναβολή της αγωνιστικής δραστηριότητας στη μεγάλη κατηγορία του ελληνικού ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος κατά το τελευταίο σαββατοκύριακο επιλέχθηκε από την Πολιτεία ως μέτρο αντίδρασης για τα θλιβερά επεισόδια της περασμένης Κυριακής στο ντέρμπι των «αιωνίων» στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας.
Η απόφαση αυτή του υφυπουργού Αθλητισμού κ. Κοντονή χαρακτηρίστηκε από μερίδα του τύπου ως «ημίμετρο» ή ακόμη και ως «χάδι», που όμως δεν επιλύει το οξύ πρόβλημα της βίας στους αγωνιστικούς χώρους. Πράγματι, το ελληνικό ποδόσφαιρο, κυρίως στην πρώτη επαγγελματική κατηγορία, βρίσκεται το τελευταίο διάστημα «εκτός ελέγχου». Τα πρόσφατα επεισόδια αποτελούν μόνο την «κορυφή του παγόβουνου». Ο τρόπος λειτουργίας αρκετών ποδοσφαιρικών ανώνυμων εταιρειών (ΠΑΕ), οι οποίες για διάφορους λόγους αδυνατούν να ελέγξουν μικρές μειοψηφίες οπαδών τους, αποθαρρύνει πολλούς «υγιείς» φιλάθλους που αγαπούν το άθλημα από το γήπεδο και οδηγεί σταδιακά το ελληνικό ποδόσφαιρο σε συρρίκνωση και μαρασμό.
Είναι αλήθεια ότι φαινόμενα βίας σε ποδοσφαιρικά στάδια και σε μεγαλύτερη ακόμη έκταση αντιμετώπισαν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τα οποία ωστόσο κατόρθωσαν να εξαλείψουν ή να περιορίσουν. Για παράδειγμα, το βρετανικό ποδόσφαιρο είχε στιγματιστεί και συνθλιβεί από τα θλιβερά επεισόδια του σταδίου Χέιζελ των Βρυξελλών την «αποφράδα» 29η Μαΐου 1985, όπου τριάντα εννέα άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και πάνω από εξακόσιοι τραυματίστηκαν. Η ποινή που επέβαλε τότε η πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας Μάργκαρετ Θάτσερ σε συνεννόηση με την ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική ομοσπονδία (ΟΥΕΦΑ) ήταν πραγματικά «εξοντωτική» για τους αγγλικούς συλλόγους: αποκλεισμό για πέντε χρόνια όλων των αγγλικών συλλόγων από τις διοργανώσεις των ευρωπαϊκών κυπέλλων, με εξαίρεση τη Λίβερπουλ, οι οπαδοί της οποίας ήταν οι κυρίως υπαίτιοι των επεισοδίων, που αποκλείστηκε για έξι χρόνια. Κατανοεί, λοιπόν, κανείς το μέγεθος των συνεπειών κυρίως οικονομικών για τις αγγλικές ομάδες από τον «εγκλεισμό» τους στο «νησί» και την απαγόρευση της συμμετοχής τους σε ευρωπαϊκούς αγώνες. Έκτοτε πάντως τα φαινόμενα βίας έχουν εξαλειφθεί από τα βρετανικά γήπεδα, ενώ «επιχωριάζουν» αλλού.
Επανερχόμενοι στην «ελληνική» εκδοχή του φαινομένου, αξίζει να επισημάνει κανείς ότι νομοθετικό πλαίσιο για την πάταξη της βίας υφίσταται. Ωστόσο, οι κείμενες διατάξεις συνήθως δεν εφαρμόζονται, με αποτέλεσμα οι «θύτες» να απολαμβάνουν ένα ιδιότυπο καθεστώς ατιμωρησίας. Κατά συνέπεια, οι εξαγγελίες του αρμόδιου υφυπουργού για εισαγωγή του ηλεκτρονικού εισιτηρίου στα ελληνικά γήπεδα, τοποθέτηση καμερών και έλεγχο-λογοδοσία για τη λειτουργία των συνδέσμων οργανωμένων οπαδών από τα ίδια τα σωματεία ούτε πρωτάκουστες είναι ούτε νομικά αθεμελίωτες. Το ζήτημα πλέον είναι εάν η Πολιτεία έχει την πρόθεση να εφαρμόσει τους ψηφισμένους νόμους, οι οποίοι προβλέπουν μεγάλες ποινές για τους παραβάτες. Επιπλέον, η κατίσχυση στην πράξη της ισονομίας ώστε κάποιοι να μην νιώθουν ότι αδικούνται και εξωθούνται σε έκνομες ενέργειες είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την ομαλοποίηση της κατάστασης στα ελληνικά γήπεδα και την προαγωγή της ποιότητας του αθλητικού προϊόντος.
Από τη στιγμή, λοιπόν, που ο Έλληνας δεν στερείται ποδοσφαιρικού ταλέντου, όπως αποδείχτηκε από τις διακρίσεις της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου την τελευταία δεκαετία αλλά και τις μετεγγραφές ελλήνων ποδοσφαιριστών σε κορυφαίους ευρωπαϊκούς συλλόγους, γιατί το εγχώριο πρωτάθλημα να «λιμνάζει» και να παρουσιάζει διαρκώς το αποκρουστικό θέαμα της βίας; Αν και πρέπει να γίνουν πάρα πολλά ώστε μερικά από τα μεγάλα γήπεδα της ελληνικής λίγκας να μπορούν να συγκριθούν με το φημισμένο «Θέατρο των Ονείρων» (Όλντ Τράφορντ), έδρα της ιστορικής Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, είναι επιτακτική ανάγκη να ξεκινήσουμε από την εξάλειψη της βίας.
Ο Βασίλης Πλατής, είναι Φιλόλογος, δρ. Ιστορίας