Ο αυταρχισμός, η λεκτική βία (με τη μορφή ειρωνείας και προσβλητικών εκφράσεων) και οι ψυχολογικοί εκβιασμοί του τύπου «αν δεν έρθεις στις -μη προκαθορισμένες- κυριακάτικες πρόβες δεν χορεύεις στις παραστάσεις» , που υφίστανται οι μαθήτριες/ές της Σχολής για το «τέλειο» αποτέλεσμα, κυριαρχούν και εκτοπίζουν τις παιδαγωγικές αρχές των διδασκόντων, έτσι ώστε χάνεται το πνεύμα δημιουργικής και αρμονικής συνεργασίας, αλλά και εποικοδομητικής επικοινωνίας με μαθητές και γονείς.
Ένας χοροδιδάσκαλος πρέπει, εκτός από ειδικός στο χορό, να είναι παιδαγωγός, δηλαδή να λαμβάνει υπόψη την ιδιαιτερότητα κάθε παιδιού και να γνωρίζει ότι η ισοπεδωτική μεταχείριση των μαθητών είναι ανακόλουθη με τις επιταγές της σύγχρονης παιδαγωγικής. Σε αντίθεση με αυτό, η Σχολή διακρίνεται από μια παρωχημένη φόρμα αυστηρότητας και αυταρχισμού.
Καθώς δεν υπάρχει ένα πλαίσιο εσωτερικού Κανονισμού Λειτουργίας, στη Σχολή κυριαρχεί κλίμα αδιαλλαξίας και απολυτότητας. Όλα στηρίζονται σε έναν «κώδικα τιμής και ηθικής» που πρέπει να τηρείται από όλους τους συμμετέχοντες. Είναι μέρος αυτού του κώδικα το κλίμα φόβου, άγχους και απόρριψης, στο όνομα του άριστου αποτελέσματος, σε φυτώριο μικρών μαθητριών; Τα κριτήρια για την επιτυχημένη πορεία μιας Δημοτικής Σχολής Μπαλέτου είναι μόνο οι άρτιες καλλιτεχνικά παραστάσεις, με όποιο κόστος και θυσίες για τις μαθήτριες/ές;
Αναλογιζόμενος, λοιπόν, τα παραπάνω ερωτώ: Ποιοι είναι αρμόδιοι για τις αποφάσεις που λαμβάνονται στη Σχολή; Ποιοι επιλέγουν το προσωπικό της Σχολής και με ποια καλλιτεχνικά και παιδαγωγικά κριτήρια;
Οι αρμόδιοι του δήμου, Δήμαρχος και Αντιδήμαρχος πολιτισμού, γνωρίζουν την κατάσταση που επικρατεί; Ποια θέση παίρνουν απέναντι σε περιστατικά αυθαιρεσίας και αυταρχισμού, όταν αυτά εκδηλώνονται;
Η Δημοτική Σχολή Μπαλέτου, όπως και άλλες δομές πολιτισμού του Δήμου, δημιουργήθηκε για την ανάδειξη ταλέντων ή για να φέρει πιο κοντά στον πολιτισμό και την τέχνη μικρούς και μεγάλους, πολίτες αυτής της πόλης;
Αντώνης Γκαντζώρας