Το τρίτο μνημόνιο
Το τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο μπορεί να απέτρεψε την έξοδό μας από την Ευρωζώνη, η οποία θα είχε φοβερές συνέπειες για την οικονομία και την κοινωνία αλλά είναι πολύ σκληρότερο από το δεύτερο πρόγραμμα-μνημόνιο και επισημοποιεί την παραπέρα υποβάθμιση της θέσης της Ελλάδας στην Ε.Ε.
Τον Μάρτιο του 2016, οπότε βγήκε η Κύπρος από το δικό της πρόγραμμα-μνημόνιο, μετατραπήκαμε στη μοναδική μνημονιακή χώρα της Ευρωζώνης με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το βαθμό δυσκολίας της αναγκαστικής προσαρμογής και τη διαπραγματευτική μας θέση έναντι των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών.
Επιδείνωση της ρουτίνας
Η κυβερνητική αδυναμία και η κρίση που εκδηλώνεται στην Ε.Ε. οδηγούν στηνεπιδείνωση της ευρωπαϊκής ρουτίνας σε ό,τι αφορά την Ελλάδα.
Πρώτον, ενώ η Ελλάδα χρειάζεται πρόσθετα ευρωπαϊκά κονδύλια για να αντέξει στις πιέσεις του τρίτου προγράμματος-μνημονίου, στην Ε.Ε. περιορίζουν συνεχώς τα κονδύλια του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού - ο οποίος αναλογεί μόλις στο 1% του ΑΕΠ των κρατών μελών - ενώ αυξάνουν συνεχώς τις πολιτικές που πρέπει να χρηματοδοτηθούν με τα περιορισμένα κονδύλια.
Το Brexitαναμένεται να λειτουργήσει καταλυτικά για τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό εφόσον θα του στερήσει τη σημαντική καθαρή βρετανική συνεισφορά.
Δεύτερον, δεν υπάρχει θετική εξέλιξη σε ό,τι αφορά τα κονδύλια των ταμείων συνοχής τα οποία θα μπορούσαν να στηρίξουν τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις στην Ελλάδα. Αντίθετα συνεχίζεται, με ευθύνη της κυβέρνησης και την ανοχή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η κατασπατάλησή τους υπέρ των εθνικών εργολάβων οι οποίοι θα έπρεπε να είχαν εξασφαλίσει, με δικούς τους πόρους και δάνεια, την κατασκευή των εθνικών οδών εφόσον πήραν στα πλαίσια ΣΔΙΤ (Σύμπραξης Δημόσιου και Ιδιωτικού Κεφαλαίου) την εκμετάλλευσή τους για περισσότερο από τριάντα χρόνια.
Τρίτον, και το λεγόμενο πακέτο Γιούνκερ αποδεικνύεται κατώτερο των περιστάσεων σε ότι αφορά την Ελλάδα γιατί στηρίζεται σε επενδύσεις με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια οι οποίες είναι εξαιρετικά δύσκολο να χρηματοδοτηθούν στο δύσκολο επιχειρηματικό, τραπεζικό περιβάλλον της πατρίδας μας.
Προσφυγική κρίση
Την υποβάθμιση της συμμετοχής μας στην Ε.Ε. αναδεικνύει με δραματικό τρόπο η κλιμάκωση του προσφυγικού-μεταναστευτικού. Ύστερα από τους απαράδεκτους χειρισμούς της κυβέρνησης Τσίπρα το 2015, η οποία προκάλεσε κοινωνική και πολιτική αποσταθεροποίηση σε Γερμανία, Αυστρία και Σουηδία επιτρέποντας τη διέλευση ενός εκατομμυρίου προσφύγων και μεταναστών από την Τουρκία μέσω Ελλάδας, έκλεισε ο βαλκανικός διάδρομος, αναβαθμίστηκαν οι ευρωτουρκικές σχέσεις και μετατράπηκε η Ελλάδα σε χώρα εγκλωβισμού προσφύγων και μεταναστών.
Το χειρότερο είναι ότι μείναμε ουσιαστικά αβοήθητοι να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα στη δημιουργία του οποίου τόσο συνέβαλε η κυβέρνηση Τσίπρα.
Τα δυο τρίτα των ευρωπαϊκών κονδυλίων για το προσφυγικό-μεταναστευτικό δεν πηγαίνουν στην κάλυψη των δαπανών του κράτους αλλά δίνονται στις ΜΚΟ και διεθνείς οργανισμούς που λειτουργούν σε περιπτώσεις σε βάρος των καλώς εννοούμενων συμφερόντων μας.
Το φιλόδοξο πρόγραμμα μετεγκατάστασης προσφύγων και μεταναστών από την Ελλάδα και την Ιταλία το οποίο πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και εγκρίθηκε με μεγάλη πλειοψηφία από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έμεινε στα χαρτιά. Αντί των 160.000 προβλεπόμενων μετεγκαταστάσεων πραγματοποιήθηκαν λιγότερες από 5.000 με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ακραίες καταστάσεις σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας.
Στα χαρτιά έμεινε και το πρόγραμμα επαναπροώθησης προσφύγων και μεταναστών στην Τουρκία. Η κυβέρνηση Τσίπρα προτιμά για ιδεολογικούς λόγους, να τους κρατάει στην Ελλάδα ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δεν έστειλαν τον προβλεπόμενο αριθμό υπαλλήλων για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων ασύλου και στις περιπτώσεις που επιβάλλεται της επαναπροώθησης στην Τουρκία.
Η ελληνική συμμετοχή στην Ε.Ε. γνώρισε μια δραματική υποβάθμιση το 2015 και το 2016. Πρόκειται για αρνητική εξέλιξη η οποία αν δεν αντιμετωπιστεί άμεσα και αποτελεσματικά θα οδηγήσει στη δημιουργία μιας αντιευρωπαϊκήςπολιτικής δυναμικής στην πατρίδα μας.
Γιώργος Κύρτσος
ευρωβουλευτής της ΝΔ